Η πιο πρόσφατη μελέτη για την Παγκόσμια Επιβάρυνση των Ασθενειών αποκαλύπτει ότι το προσδόκιμο ζωής αυξάνεται σταθερά τις τελευταίες δεκαετίες, ωστόσο η θνησιμότητα στους εφήβους και τους νεαρούς ενήλικες ακολουθεί ανησυχητικά αντίθετη πορεία.
Σημαντική μείωση του παγκόσμιου ποσοστού θνησιμότητας καταγράφει η πιο πρόσφατη μελέτη για την Παγκόσμια Επιβάρυνση των Ασθενειών (Global Burden of Disease), που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο Μετρήσεων και Αξιολόγησης Υγείας (IHME) της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον. Ωστόσο, η μείωση αυτή δεν αφορά εξίσου τους εφήβους και τους νεαρούς ενήλικες, όπου παρατηρείται ανησυχητική στασιμότητα ή και αύξηση των ποσοστών θανάτου.
Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό The Lancet και παρουσιάστηκε στην Παγκόσμια Σύνοδο Υγείας του Βερολίνου, δείχνει ότι το παγκόσμιο ποσοστό θνησιμότητας έχει μειωθεί κατά 67% το 2023 σε σχέση με το 1950. Παράλληλα, το προσδόκιμο ζωής αυξήθηκε κατά περισσότερα από 20 χρόνια, φτάνοντας τα 76,3 έτη για τις γυναίκες και τα 71,5 για τους άνδρες – επιστρέφοντας έτσι στα προ πανδημίας επίπεδα. Οι γεωγραφικές ανισότητες ωστόσο παραμένουν έντονες: στις χώρες υψηλού εισοδήματος το προσδόκιμο ζωής φτάνει τα 83 έτη, ενώ στην υποσαχάρια Αφρική περιορίζεται στα 62. Εκεί καταγράφεται και η χαμηλότερη μέση ηλικία θανάτου, με μόλις 37,1 έτη για τις γυναίκες και 34,8 για τους άνδρες.
Παρά τις εντυπωσιακές βελτιώσεις, η μελέτη κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για μια νέα, αναδυόμενη κρίση: την αύξηση της θνησιμότητας σε παιδιά, εφήβους και νέους ενήλικες σε ορισμένες περιοχές του κόσμου. Στη Βόρεια Αμερική, για παράδειγμα, η μεγαλύτερη αύξηση θανάτων καταγράφηκε σε άτομα ηλικίας 20 έως 39 ετών μεταξύ 2011 και 2023, κυρίως λόγω αυτοκτονιών και υπερβολικής χρήσης ναρκωτικών ή αλκοόλ. Την ίδια περίοδο, οι θάνατοι παιδιών και νέων 5 έως 19 ετών αυξήθηκαν στην ανατολική Ευρώπη, τη Βόρεια Αμερική και την Καραϊβική. Παράλληλα, στην υποσαχάρια Αφρική, η θνησιμότητα παιδιών ηλικίας 5-14 ετών από το 1950 έως το 2021 αποδείχθηκε υψηλότερη από τις προηγούμενες εκτιμήσεις, εξαιτίας αναπνευστικών λοιμώξεων, φυματίωσης, άλλων μολυσματικών ασθενειών και ακούσιων τραυματισμών.
Αντίθετα, τα βρέφη και τα μικρά παιδιά κάτω των πέντε ετών παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη μείωση θνησιμότητας από κάθε άλλη ηλικιακή ομάδα. Από το 2011 έως το 2023, η ανατολική Ασία πέτυχε μείωση 68% χάρη στη βελτίωση της διατροφής, την ευρεία χρήση εμβολίων και τα ισχυρότερα συστήματα υγείας. Για το 2023, οι κυριότεροι παράγοντες κινδύνου στους κάτω των πέντε ετών ήταν ο παιδικός και μητρικός υποσιτισμός, η ατμοσφαιρική ρύπανση και οι ελλείψεις σε καθαρό νερό, αποχέτευση και υγιεινή. Στην ηλικιακή ομάδα 5-14 ετών, ο πιο καθοριστικός παράγοντας ήταν η έλλειψη σιδήρου, ενώ ακολουθούν οι ίδιες περιβαλλοντικές και διατροφικές ελλείψεις.
Σε παγκόσμια κλίμακα, οι μη μεταδοτικές ασθένειες παραμένουν η κύρια αιτία θανάτων και αναπηριών, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν τα δύο τρίτα του συνόλου. Πρωταγωνιστούν η ισχαιμική καρδιοπάθεια, το εγκεφαλικό επεισόδιο και ο διαβήτης. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι περίπου οι μισοί θάνατοι και περιπτώσεις αναπηρίας θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί αν περιορίζονταν οι βασικοί παράγοντες κινδύνου, όπως η υψηλή αρτηριακή πίεση, το αυξημένο σάκχαρο, ο υψηλός δείκτης μάζας σώματος, η ατμοσφαιρική ρύπανση και το κάπνισμα. Αξίζει να σημειωθεί ότι η COVID-19, που το 2021 βρισκόταν στην κορυφή των αιτιών θανάτου, υποχώρησε στην 20ή θέση το 2023.
Η έκθεση σε μόλυβδο αναδείχθηκε δέκατος σημαντικότερος παράγοντας κινδύνου, με τις νέες μεθόδους μοντελοποίησης να αποκαλύπτουν άμεση σύνδεση με καρδιαγγειακές παθήσεις. Αν και η αφαίρεση του μόλυβδου από τα καύσιμα έχει μειώσει την έκθεση τα τελευταία χρόνια, παραμένει διαδεδομένος ρύπος, εντοπιζόμενος σε παλαιά κτίρια, μολυσμένο έδαφος, νερό, μπαχαρικά και σκεύη μαγειρικής.
Από το 1990 έως σήμερα, η θνησιμότητα από ισχαιμική καρδιοπάθεια, εγκεφαλικό, διαρροϊκές ασθένειες, φυματίωση, καρκίνο του στομάχου και ιλαρά έχει μειωθεί, ενώ αντίθετα αυξήθηκαν οι θάνατοι που σχετίζονται με τον διαβήτη, τη χρόνια νεφρική νόσο, τη νόσο Αλτσχάιμερ και τον HIV/AIDS. Το βάρος των ψυχικών διαταραχών συνεχίζει επίσης να διογκώνεται: οι αγχώδεις διαταραχές και η κατάθλιψη αυξάνουν τη θνησιμότητα και την αναπηρία κατά 63% και 26% αντίστοιχα, καθιστώντας την ψυχική υγεία μια από τις πιο πιεστικές προκλήσεις της εποχής.
Διαβάστε επίσης: Κύπρος: Νέο έργο γονιδιακής θεραπείας προσφέρει ελπίδα για τη θαλασσαιμία
Πηγή: ygeia-news.com