Οι οικογένειες με παιδιά στο περιθώριο – Η κατάσταση δεν πάει άλλο
Η πίεση που βιώνουν σήμερα οι οικογένειες με παιδιά έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο. Η κρατική στήριξη συρρικνώνεται συνεχώς, ενώ το κόστος ζωής εκτοξεύεται – με τους μισθούς να αυξάνονται ονομαστικά, αλλά η αγοραστική τους δύναμη να παραμένει στάσιμη. Από το 2012 μέχρι σήμερα, τα εισοδηματικά κριτήρια για επιδόματα και παροχές παραμένουν αμετάβλητα, αγνοώντας πλήρως τη νέα οικονομική πραγματικότητα. Οι συνέπειες αυτού του εφησυχασμού είναι πλέον ορατές – και εξαιρετικά ανησυχητικές.
Παρά τις δεσμεύσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας για κατάργηση των εισοδηματικών κριτηρίων – όπως εκφράστηκαν στη διάρκεια της ομιλίας του στην εορτή της πολύτεκνης μητέρας – δεν έχουν ληφθεί ουσιαστικά μέτρα. Η κατάργηση των κριτηρίων μόνο για 29 οικογένειες με πέντε εξαρτώμενα μέλη είναι σταγόνα στον ωκεανό. Η αρχική ελπίδα μετατράπηκε γρήγορα σε απογοήτευση.
Το βασικό ερώτημα παραμένει: Πότε θα τεθεί η στήριξη των παιδιών και των οικογενειών τους ως εθνική προτεραιότητα;
Δεν μπορεί η εξοικονόμηση πόρων να γίνεται μονόπλευρα εις βάρος των παιδιών. Δεν είναι δυνατόν να μη διερευνώνται εναλλακτικά περιθώρια περικοπών – σε προνόμια εργοδοτικών οργανώσεων, συνεχιζόμενες επιδοτήσεις επιχειρηματικών συμφερόντων ή πολλαπλές συντάξεις. Ο κρατικός προϋπολογισμός πρέπει επιτέλους να αναζητήσει ισορροπία, προχωρώντας σε ουσιαστική ανακατανομή δαπανών – όχι εξαντλώντας τη δημοσιονομική πειθαρχία στις παροχές που αφορούν το μέλλον της χώρας.
Η στήριξη των παιδιών δεν μπορεί να αποτελεί διαρκές θύμα της "εξοικονόμησης".
Τα τελευταία χρόνια, οι δαπάνες για τα παιδιά βαίνουν μειούμενες με σταθερό ρυθμό. Τα εισοδηματικά όρια έχουν περιοριστεί τόσο, που σήμερα καλύπτεται μόλις το 1/3 των παιδιών – και ακόμη λιγότερα από τα γηγενή παιδιά. Την ίδια ώρα, τα δημοσιονομικά πλεονάσματα φαίνεται να οικοδομούνται στις πλάτες των οικογενειών με ανήλικα μέλη.
Τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά:
Οι εγκρίσεις φοιτητικής χορηγίας μειώθηκαν από 20.413 φοιτητές το 2017–2018 σε μόλις 12.972 το 2023–2024.
Το 2010, οι συνολικές δαπάνες για τα παιδιά ανέρχονταν σε 378 εκατ. ευρώ. Μέχρι το 2015, μειώθηκαν κατά 35%, ενώ το 2022 παρέμεναν μειωμένες κατά 120 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2010 (στοιχεία Στατιστικής Υπηρεσίας).
Και τι σημαίνουν όλα αυτά στην πράξη;
Το ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα μιας οικογένειας με ένα παιδί και ακαθάριστο εισόδημα 49.000 ευρώ μόλις που αγγίζει τα όρια της κατώτερης μεσαίας τάξης. Με κάθε επιπλέον παιδί, η κατάσταση επιδεινώνεται δραματικά. Μια οικογένεια με τέσσερα παιδιά και ακαθάριστο εισόδημα 69.000 ευρώ (το ισχύον όριο για επιδόματα) έχει ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα[1] μόλις 15.681 ευρώ – κάτω από το όριο της φτώχειας. Μιλάμε δηλαδή για το 28% του πληθυσμού.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά...
Δημοσιεύτηκαν ήδη προτεινόμενες τροποποιήσεις για το επίδομα τέκνου και τη φορολογική μεταρρύθμιση, που προκαλούν ακόμη μεγαλύτερη ανησυχία:
Στο επίδομα τέκνου, το εισοδηματικό όριο για οικογένεια με τέσσερα παιδιά προτείνεται να αυξηθεί από 69.000 σε 71.000 ευρώ για την ίδια κατηγορία ύψους επιδόματος. Δηλαδή, μόλις 2.000 ευρώ αύξηση σε 14 χρόνια, ενώ ο πληθωρισμός έχει εκτοξεύσει το κόστος διαβίωσης.
Στη φορολογική μεταρρύθμιση, το ανώτατο ακαθάριστο εισόδημα για στήριξη οικογενειών προτείνεται να είναι 80.000 ευρώ – το ίδιο είτε έχεις ένα παιδί είτε οκτώ!
Το ερώτημα πλέον είναι απλό αλλά κρίσιμο:
Πόσα ακόμη τεκμήρια χρειάζονται για να αναγνωρίσει το κράτος ότι έχει αποκλείσει τη μεγάλη πλειονότητα των παιδιών από την κοινωνική προστασία;
Αν αυτή η πορεία δεν αναστραφεί άμεσα, δεν κινδυνεύει μόνο το βιοτικό επίπεδο των παιδιών. Απειλείται η ίδια η δημογραφική βιωσιμότητα της χώρας.
[1] Το ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα είναι διεθνώς χρησιμοποιούμενος δείκτης (και από την Κυπρο), που προκύπτει από το καθαρό εισόδημα του νοικοκυριού, προσαρμοσμένο με βάση το μέγεθος και τη σύνθεσή του. Χρησιμοποιείται για τη μέτρηση φτώχειας, ανισότητας και για την κατάταξη σε εισοδηματικές τάξεις.