Ο Βάσος Σιαρλή λειτούργησε… πυροσβεστικά στο πεδίο της διαπραγμάτευσης - Παράγοντες της Κεντρικής Τράπεζας αλλά και του Υπουργείου Οικονομικών έπεισαν τον Πρόεδρο Χριστόφια να προχωρήσει στη δανειακή σύμβαση, και να αφήσει κατά μέρος την «αντιστασιακή μεγαλοστομία»
ΤΟ ΚΕΡΑΣΑΚΙ στην τούρτα ήταν το τηλεφώνημα από τον Κεντρικό Τραπεζίτη του κράτους, που ενημέρωνε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ότι μια τράπεζα παρουσίαζε τέτοιες εκροές καταθέσεων που κινδύνευε με λουκέτο
Όλα δείχνουν ότι την υστάτη παράγοντες της Κεντρικής Τράπεζας αλλά και του Υπουργείου Οικονομικών έπεισαν τον Πρόεδρο Χριστόφια να προχωρήσει στη δανειακή σύμβαση, και να αφήσει κατά μέρος την «αντιστασιακή μεγαλοστομία». Ο Πανίκος Δημητριάδης, που ο ίδιος ο Πρόεδρος επέλεξε και διόρισε πρόσφατα ως διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας, πρέπει να κατάφερε να του εξηγήσει την εντελώς αδιέξοδη εικόνα και τα δραματικά αποτελέσματα που θα είχε η άρνησή του να καταλήξει με την Τρόικα. Ότι σε κάποια στιγμή η χώρα θα έπαυε να έχει τράπεζες, συμπεριλαμβανόμενου και του Συνεργατισμού.
Ότι πριν κι από αυτό θα επικρατούσε πανικός, και καταθέσεις και κεφάλαια θα «πετούσαν» μακριά από την Κύπρο. Ότι ακόμα, εκτός από τους υπαλλήλους του κράτους που θα έμεναν απλήρωτοι, θα εξαντλούνταν εντελώς ζωτικές προμήθειες, όπως τα φάρμακα στα νοσοκομεία. Ότι θα έφτανε ώρα που η χώρα δεν θα μπορούσε να εισάγει ακόμα και ζωτικά είδη πρώτης ανάγκης. Όλα αυτά που είχαμε ακούσει, δηλαδή, ότι θα συνέβαιναν πριν από μερικούς μήνες στην Ελλάδα. Στον αντίποδα ο Βάσος Σιαρλή λειτούργησε… πυροσβεστικά στο πεδίο της διαπραγμάτευσης, όταν οι εκπρόσωποι της Τρόικας τα βρόντηξαν και ξεκίνησαν φύγουν από το Υπουργείο Οικονομικών, μετά το φραστικό επεισόδιο με τον Υπουργό Εμπορίου Νεοκλή Συλικιώτη.
Νέα δεδομένα
Εκεί στις Βρυξέλλες ο Πρόεδρος αντιμετώπισε σχόλια και προειδοποιήσεις από πολιτικούς και θεσμικούς παράγοντες της Ε.Ε. Το κερασάκι στην τούρτα ήταν το τηλεφώνημα από τον Κεντρικό Τραπεζίτη του κράτους, που τον ενημέρωνε ότι μια τράπεζα παρουσίαζε τέτοιες εκροές καταθέσεων, που κινδύνευε με λουκέτο. Ήταν τότε που ο Δημήτρης Χριστόφιας συνειδητοποίησε ότι δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά.
Δεν γνωρίζουμε την τελική επίσημη μορφή του μνημονίου, αλλά είναι περισσότερο από βέβαιο ότι η υπογραφή του θ’ αλλάξει εντελώς και τα πολιτικά δεδομένα. Η υπογραφή της συμφωνίας από τη μεριά του ΑΚΕΛ είναι ήδη μια πολιτική πράξη. Σημαίνει ότι αποκλείεται η πόλωση μνημονιακών-αντιμνημονιακών. Συνεπώς, το «έπος της αντίστασης» για την Εζεκία Παπαϊωάννου κράτησε μόνο μερικές μέρες. Οι μεγαλύτερες επιπτώσεις δεν αφορούν όμως τον πολιτικό λόγο. Στο επίπεδο εκείνο ίσως η μεριά του Γιώργου Λιλλήκα να επιλέξει μια γραμμή που θα λέει «δεν διαπραγματευτήκαμε καλά και γι’ αυτό το μνημόνιο έχει μέσα απαράδεκτα στοιχεία». Διότι ως υποψήφιος Πρόεδρος αναζητεί διαρκώς έδαφος διαφοροποίησης από τους άλλους δυο, των οποίων οι παρατάξεις έχουν καθαρό στίγμα.
Οι μεγαλύτερες και πραγματικές επιπτώσεις αποτυπώνονται στον Προϋπολογισμό, που περίπου ταυτόχρονα με τη συμφωνία κατέθεσε ο Υπουργός Οικονομικών στη Βουλή. Οι αποκοπές του μισθολογίου είναι μόνο η κορυφή της πυραμίδας των μέτρων. Μαζί έρχονται φορολογίες κάθε είδους, που αφορούν πια ολόκληρο τον πληθυσμό. Το όλο πακέτο συνοδεύεται και από ριζικές αλλαγές στον τραπεζικό τομέα, ενώ ιδιαίτερα θα επηρεαστεί και η αγορά εργασίας. Εξάλλου, η συνολική εικόνα θα φανεί μόνο όταν σε μερικές εβδομάδες η PIMCO δώσει τα τελικά αποτελέσματα σχετικά με τις ανάγκες των τραπεζών σε κεφάλαια. Συνεπώς, το βέβαιο είναι ένα: οι προεδρικές εκλογές θα γίνουν μέσα σε καθαρά «μνημονιακό περιβάλλον».
Το διπλό στοίχημα
ΟΙ ΤΡΕΙΣ υποψηφιότητες που αφορούν την επόμενη πενταετία αντιμετωπίζουν στην πραγματικότητα ένα διπλό στοίχημα. Πρώτα να μπορούν οι υποψήφιοι (εφόσον εκλεγούν) να εφαρμόσουν στην πράξη τη συμφωνία και, ταυτόχρονα, με δεδομένη τη μεγάλη υφεσιακή επίδραση, να βρουν τρόπους και πολιτικές για να ζωντανέψει ξανά η οικονομία. Αναπόφευκτα στην προεκλογική εκστρατεία θα επικρατήσει το μνημόνιο και το «ποιος και τι φταίει». Μπορεί να μην είναι αυτό το κυριότερο ζήτημα, αλλά οι περισσότερες συζητήσεις και αντεγκλήσεις αναμένεται να αφιερωθούν στο «τις πταίει;». Η αντιπολίτευση θα έχει, βέβαια, εύκολο έργο, εφόσον η ευθύνη της Κυβέρνησης και του Προέδρου είναι εμπεδωμένη στους πολίτες.
Ταυτόχρονα, όμως, όσο παράδοξο και αν ακούγεται, η πλευρά του ΑΚΕΛ επιθυμεί μια τέτοια συζήτηση διότι έτσι θα μπορεί, επισείοντας διαρκώς τις «τεράστιες τραπεζικές ευθύνες», να επιτυγχάνει συσπείρωση των ψηφοφόρων του ΑΚΕΛ. Διότι αυτό είναι το υπ’ αριθμόν ένα και ίσως και μοναδικό θέμα τους στην εκλογική μάχη! Να ανεβάσουν όσο γίνεται το ποσοστό του Σταύρου Μαλά σε εκείνο που είχε το ΑΚΕΛ πέρσι στις Βουλευτικές. Έτσι θεωρούν ότι θα εξασφαλίσουν τόσο τη συμμετοχή στον δεύτερο γύρο, αποκλείοντας τον «ενοχλητικό» Γιώργο Λιλλήκα, όσο και την ίδια την ύπαρξη δεύτερου γύρου.
Από την πλευρά του Νίκου Αναστασιάδη υπάρχει ενδιαφέρον στο να αναδειχθούν τα ερωτήματα για το μέλλον. Δηλαδή, η δυνατότητα να δημιουργηθεί με τις κατάλληλες πολιτικές ξανά περιβάλλον ανάπτυξης και να βγει η οικονομία από την κρίση. Το επιτελείο του θεωρεί ότι αυτό είναι το απόλυτο συγκριτικό πλεονέκτημα της υποψηφιότητάς του έναντι και των δυο ανθυποψηφίων του.
Εκείνος που έχει μεγαλύτερο πρόβλημα τοποθέτησης απέναντι σ’ αυτήν τη νέα τάξη πραγμάτων είναι ο Γιώργος Λιλλήκας. Όσο η απειλή του μνημονίου κρεμόταν πάνω από την πολιτική σκηνή μπορούσε άνετα να αντιπολιτεύεται σε υψηλότερους τόνους και από τη μέχρι τώρα αντιπολίτευση. Μπορούσε ακόμα να παίζει το χαρτί της «αποφυγής του μνημονίου», κάτι που στο εξής δεν ισχύει. Το δίλημμα στο εξής όμως είναι σαφές.
Είτε θα επιλέξει να εμφανιστεί ως ο καταλληλότερος για να οδηγήσει τη χώρα έξω από το μνημόνιο και κάτι τέτοιο προϋποθέτει την ικανότητα εφαρμογής του πρώτα, είτε θα διαλέξει ένα δρόμο αντιπολίτευσης προσπαθώντας να αξιοποιήσει τυχόν αδυναμίες στην εφαρμογή του, όπως και τις γενικότερες αντιφάσεις που θα είναι μοιραίες μέσα στη βαθιά οικονομική κρίση που υπάρχει ήδη.
Αν ακολουθήσει την πρώτη γραμμή, θα έχει από την αρχή ένα σαφές μειονέκτημα έναντι του Νίκου Αναστασιάδη. Αλλά και αν δοκιμάσει τη δεύτερη κατεύθυνση, δεν θα έχει αρκετό χρόνο, αφού μέχρι τις εκλογές λίγα πράγματα θα έχουν φανεί στην πράξη. Μια εναλλακτική διέξοδος ίσως είναι αυτό που έδειξε τις τελευταίες μέρες ο Πρόεδρος της ΕΔΕΚ, μιλώντας για την πολιτική στο κυπριακό ζήτημα. Ωστόσο, μια τέτοια επιλογή δεν φαίνεται ειδικά σήμερα να δημιουργεί εκείνο το πολιτικό ρεύμα που μπορεί να δώσει ώθηση σε έναν υποψήφιο Πρόεδρο.
Η δύναμη του πολίτη
Εκείνο όμως που θα έπρεπε να απασχολήσει και τους τρεις υποψηφίους όπως και όλα τα κόμματα είναι οι αντιδράσεις των πολιτών, όταν θα αρχίσουν να γνωρίζουν αναλυτικά τι σημαίνει για τους ίδιους η εφαρμογή του μνημονίου, αλλά κυρίως όταν σταδιακά θα υποστούν τις συνέπειες από τα μέτρα. Τα πρώτα από αυτά θα ισχύσουν ήδη από το τέλος αυτού του χρόνου. Η πείρα όλων των άλλων χωρών σε «μνημονιακή κατάσταση» δείχνει ότι η αγανάκτηση και τα φαινόμενα πραγματικής απελπισίας στρέφονται εναντίον ολόκληρου του πολιτικού συστήματος. Όσο και αν λέγεται ότι οι συνθήκες στην Κύπρο είναι διαφορετικές και οι πολίτες είναι γενικά πιο συγκρατημένοι, οι αντιδράσεις παραμένουν ένα ερωτηματικό. Και δύνανται να δημιουργήσουν ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον…