Σημαντικά αναμένεται να επηρεαστεί το ύψος του φόρου κατανάλωσης για ορισμένα οχήματα με την τροποποίηση που προωθείται στον περί φόρων κατανάλωσης τροποποιητικό νόμο ο οποίος θα καθορίζει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2) ως τη μόνη παράμετρο υπολογισμού.

Με το μέχρι σήμερα σύστημα υπολογισμού φόρου κατανάλωσης το τέλος υπολογιζόταν στη βάση του κυβισμού της μηχανής των οχημάτων, ενώ για τα σαλούν λαμβανόνταν επίσης υπόψην οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και, ανάλογα με τις εκπομπές αυτές, υπήρχε έκπτωση ή επιβάρυνση (από -30% μέχρι +20%).

Η διαδικασία για τον καθορισμό των εκπομπών δεν αλλάζει, δηλαδή συνεχίζεται η υφιστάμενη πρακτική έκδοσης βεβαίωσης από τον Έφορο Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Τμήμα Οδικών Μεταφορών), η οποία πιστοποιεί τη μάζα εκπεμπόμενου διοξειδίου του άνθρακα (συνδυασμένου κύκλου) σε γραμμάρια ανά χιλιόμετρο (γρ/χλμ).

Με βάση το προτεινόμενο νομοσχέδιο τα οχήματα διαχωρίζονται σε 4 κατηγορίες εκπομπών CO2. Οι ίδιες κατηγορίες χρησιμοποιούνται και για τους σκοπούς των τελών κυκλοφορίας, που επεξηγούνται πιο κάτω. Με τον προτεινόμενο τρόπο φορολόγησης εφαρμόζεται η μέθοδος της σταδιακής επιβολής των συντελεστών, όπως φαίνεται στον ακόλουθο Πίνακα:
 

Πίνακας

Μέρος της μάζας εκπεμπόμενου διοξειδίου του άνθρακα – CO2 (συνδυασμένος κύκλος) σε γραμμάρια ανά χιλιόμετρο (γρ/χλμ) του μηχανοκίνητου οχήματος:

Συντελεστής

(Ευρώ ανά γραμμάριο/ ανά χιλιόμετρο (gr/Km)

Για μέρος μάζας μικρότερο ή ίσο των 120 (γρ/χλμ)

0

Για μέρος μάζας μεγαλύτερο των 120 (γρ/χλμ) και μικρότερο ή ίσο των 150 (γρ/χλμ)

25

Για μέρος μάζας μεγαλύτερο των 150 (γρ/χλμ) και μικρότερο ή ίσο των 180 (γρ/χλμ)

50

Για μέρος μάζας μεγαλύτερο των 180 (γρ/χλμ)

400

Ο φόρος για ένα όχημα θα ισούται με το άθροισμα των γινομένων, που προκύπτουν από τον πολλαπλασιασμό του κάθε μέρους της μάζας CO2, που φαίνεται στην πρώτη στήλη του πιο πάνω Πίνακα, με τον αντίστοιχο συντελεστή, που φαίνεται στη δεύτερη στήλη του ιδίου Πίνακα. Για παράδειγμα, για ένα όχημα με εκπομπές 165 γρ/χλμ καταβάλλεται ποσό ίσο με €1.500, Υπολογισμός:    120 γρ/χλμ Χ €0/γρ/χλμ + 30 γρ/χλμ Χ €25/γρ/χλμ + 15 γρ/χλμ Χ €50/γρ/χλμ = 0 + €750 + €750 = €1.500

Για τη πρώτη κατηγορία, στην οποία περιλαμβάνονται οχήματα που με βάση τα σημερινά τεχνολογικά δεδομένα θεωρούνται φιλοπεριβαλλοντικά, προβλέπεται μηδενικός συντελεστής.

Τόσο η κατηγοριοποίηση όσο και η επιλογή των συντελεστών ανά κατηγορία, όπως αναφέρεται στην επεξήγηση της νομοθεσίας, έγινε ώστε αφενός να μην επηρεαστούν τα έσοδα σε μεγάλο βαθμό και, αφετέρου και κυριότερα, να μην επηρεαστούν συνολικά τα καθιερωμένα τμήματα («segments» Παράδειγμα segment A - Fiat 500, segment B - Yaris, segment C - Auris, segment D - Passat, κλπ) της αγοράς αυτοκινήτου. Στο νομοσχέδιο πάντως, γίνεται παραδοχή ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις θα υπάρξουν ουσιαστικές διαφοροποιήσεις στο φόρο που επιβάλλεται σε ορισμένα μοντέλα αυτοκινήτων. Κυρίως, προστίθεται, θα ευνοηθούν μοντέλα οχημάτων στα οποία εφαρμόζεται σύγχρονη τεχνολογία για μειωμένη κατανάλωση καυσίμου (και άρα για μειωμένες εκπομπές CO2) ανεξάρτητα αν διαθέτουν μηχανή σχετικά μεγάλου κυβισμού. Τουναντίον, για μοντέλα οχημάτων με μηχανή μικρού κυβισμού τα οποία όμως έχουν ψηλές εκπομπές CO2 θα υπάρξει αύξηση στο φόρο.

Από τους υπολογισμούς που έγιναν για να εκτιμηθούν τα έσοδα από το νέο σύστημα διαφάνηκε πως υπάρχει μία συγκριτική απώλεια εσόδων, η οποία αντισταθμίζεται από τα αυξημένα έσοδα από τέλη κυκλοφορίας.

Επιπρόσθετα των πιο πάνω, έχει προβλεφθεί στο νομοσχέδιο ειδική διάταξη για περιοδική επαναξιολόγησης του συστήματος. Συγκεκριμένα, με βάση τη διάταξη του νομοσχεδίου, το σύστημα θα επαναξιολογείται από τον Υπουργό Συγκοινωνιών και Έργων και τον Υπουργό Οικονομικών, εντός του δεύτερου τριμήνου του έτους 2016 και στη συνέχεια ανά τριετία, εντός του δεύτερου τριμήνου του εν λόγω έτους, στη βάση σχετικής έκθεσης, η οποία θα ετοιμάζεται από το Διευθυντή του Τμήματος Οδικών Μεταφορών σε συνεργασία με το Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων, εντός του πρώτου τριμήνου του αντίστοιχου έτους. Τα αποτελέσματα της επαναξιολόγησης θα κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων από τον Υπουργό Οικονομικών εντός του τρίτου τριμήνου του έτους εντός του οποίου γίνεται η επαναξιολόγηση.