Τις αλλαγές στις πρόνοιες για τη λειτουργία Ταμείων Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών με βάση τη νέα νομοθεσία 208(Ι) του 2012 σχολιάζει η Aon Hewitt, επισημαίνοντας αρκετά σημεία τα οποία όχι μόνο δεν θα φέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα, αλλά πιθανόν να αποβούν και επιζήμια.
Σύμφωνα με τις αλλαγές ο Νόμος 208(Ι) εφαρμόζεται σε όλα τα Ταμεία ανεξαρτήτου μεγέθους και αριθμό μελών. Όμως, Ταμεία (Προνοίας και Συντάξεων) που έχουν κάτω των 100 μελών και αποθεματικό κάτω των €4εκ εξαιρούνται από την υποχρέωση που επιβάλλει το άρθρο 18 στα μέλη των Διαχειριστικών Επιτροπών να διαθέτουν τα ίδια τα κατάλληλα επαγγελματικά προσόντα και εμπειρία, καθώς και από την υποχρέωση που επιβάλλει το άρθρο 24 για γραπτή δήλωση αρχών επενδυτικής πολιτικής.
Όπως επισημαίνει η Aon Hewitt, οι εξαιρέσεις που γίνονται δεν θεωρούνται ορθές μιας και η διασφάλιση ενός βέλτιστου συστήματος διακυβέρνησης για όλα τα Ταμεία (ιδιαίτερα τα μικρά) θα έπρεπε να αποτελεί προτεραιότητα του Νομοθέτη. Με τις ρυθμίσεις αυτές, ένα πολύ μεγάλο μέρος των εργαζομένων της Κύπρου μένει έξω από σημαντικές ρυθμίσεις βέλτιστης επενδυτικής λειτουργίας δημιουργώντας σημαντικούς κινδύνους για τα μέλη των Ταμείων αυτών. «Θα προτείναμε τα όρια αυτά να αποσυρθούν τελείως ή να μειωθούν για παράδειγμα στα 20 μέλη», εξηγεί η Aon Hewitt.
Σύνθεση Διαχειριστικής Επιτροπής
Η Διαχειριστική Επιτροπή όλων των Ταμείων απαρτίζεται από τρία τουλάχιστον πρόσωπα, μεταξύ των οποίων πλέον είναι και ένας τουλάχιστον εκπρόσωπος των μελών του Ταμείου. Η Διαχειριστική Επιτροπή Ταμείων Προνοίας απαρτίζεται τουλάχιστον κατά το ένα τρίτο από εκπροσώπους της χρηματοδοτούσας επιχείρησης (εκτός αν έχει εκχωρήσει το δικαίωμα της εκπροσώπησής στους εκπροσώπους των μελών του Ταμείου) και κατά το ένα τρίτο από εκπροσώπους των μελών του Ταμείου.
Όπως σχολιάζει η Aon Hewitt, η ενσωμάτωση της πρόνοιας αυτής στη πρωτογενή νομοθεσία καθιστά την Κύπρο μη ανταγωνιστική για την προσέλκυση διασυνοριακών πανευρωπαϊκών ταμείων. Η συμμετοχή εργαζομένων στη διοίκηση των Ταμείων μέχρι σήμερα ρυθμιζόταν εύρυθμα στη βάση των συμβάσεων εργασίας και μέσω των Καταστατικών των Ταμείων. «Δεν κατανοούμε τη σκοπιμότητα ενσωμάτωσης της πρόνοιας αυτής στη Νομοθεσία αφού θα μπορούσε να συνεχίσει η ίδια πρακτική όπως στο παρελθόν χωρίς να δημιουργηθεί στη Κύπρο ανταγωνιστικό μειονέκτημα στη προσέλκυση επενδύσεων. Όλα τα Ταμεία θα πρέπει να μεριμνήσουν για εφαρμογή της πρόνοιας αυτής με τις προβλεπόμενες από το Καταστατικό τους διαδικασίες εντός εύλογου χρονικού διαστήματος και όπως υποβάλουν τα κατάλληλα έγγραφα στον Έφορο», ξεκαθαρίζει η Aon Hewitt.
Δάνεια και ασάφειες
Οι πρόνοιες του νόμου 146(Ι) περί δανείων από τα Ταμεία έχουν αφαιρεθεί από τον παρόν νόμο και το άρθρο 36(7)β αναφέρεται στη σύνταξη Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος νόμου οι οποίοι θα καθορίζουν τις προϋποθέσεις για δάνεια.
Η Aon Hewitt υπογραμμίζει ότι ο νέος Νόμος αναφέρεται σε Δάνεια μόνο από Ταμεία Προνοίας και όχι από όλα τα Ταμεία. Συνεπώς, δεν είναι ξεκάθαρο αν αυτό σημαίνει την απαγόρευση χορήγησης Δανείων από Ταμεία Σύνταξης. Επίσης, η συνεχιζόμενη οικονομική κρίση έχει αυξήσει σημαντικά τις αιτήσεις Δανείων από Ταμεία και η μη έκδοση του σχετικού Κανονισμού με βάση τη νέα Νομοθεσία δημιουργεί ένα εποπτικό και νομικό κενό για νέες χορηγήσεις δανείων από Ταμεία Προνοίας. «Αν και θεωρούμε ότι τα Ταμεία μπορούν να συνεχίσουν να δίνουν δάνεια για τους λόγους που προνοούσε ο προηγούμενος νόμος 146(Ι) 2006, προτείνουμε όπως λάβουν την άποψη του νομικού τους συμβούλου ή/και του Εφόρου για τη σχετική πρόνοια», τονίζει.
Γνωστοποίηση παραλείψεων
Το άρθρο 27 του Νόμου προβλέπει την υποχρεωτική γνωστοποίηση παράβασης η παράλειψη συμμόρφωσης με τον νόμο από οποιοδήποτε πρόσωπο έχει σχέση με τη διοίκηση του Ταμείου.
Όπως σχολιάζει η Aon Hewitt, αν και το αυτό άρθρο είναι ένα θετικό βήμα για την υποχρέωση αναφοράς προς την εποπτική αρχή, εντούτοις παραμένει μια γενική αναφορά και δεν είναι ξεκάθαρη η νομική πτυχή του θέματος. Η απαίτηση προς τους εμπλεκόμενους να αναφέρουν πρέπει να είναι ένα ζωτικό μέρος του κανονιστικού πλαισίου και αναμένουμε ότι ο Έφορος θα εμπλουτίσει τις απαιτήσεις για αναφορές, καθώς οι καταγγελίες δυσλειτουργιών θα είναι μια βασική πηγή των πληροφοριών που θα χρησιμοποιούνται από τη ρυθμιστική αρχή στην εκπλήρωση των εποπτικών της αρμοδιοτήτων.
Παροχές από Ταμεία
Ο νόμος προνοεί ότι τα συσσωρευμένα ωφελήματα μελών δεν μπορούν να μειωθούν εάν τα μέλη έχουν πέραν των τεσσάρων ετών υπηρεσίας.
Από την πλευρά της η Aon Hewitt υπογραμμίζει ότι τα ταμεία τα οποία δεν καταβάλλουν το 100% των ωφελημάτων που απορρέουν από εισφορές του εργοδότη για υπηρεσία άνω των τεσσάρων ετών, θα πρέπει να αλλάξουν το καταστατικό τους σε εύλογο χρονικό διάστημα αφού πλέον τέτοιες μειώσεις θα είναι άκυρες. «Η αλλαγή αυτή είναι μια θετική εξέλιξη στην ενίσχυση της επάρκειας των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων, αν και θεωρούμε το όριο των τεσσάρων ετών είναι σχετικά ψηλό και θα μπορούσε να επανεξεταστεί σε σύντομο χρονικό διάστημα», προσθέτει.
Αναλογιστικές μελέτες και εκθέσεις
Όσον αφορά στις αναλογιστικές μελέτες και εκθέσεις, κάθε Ταμείο που παρέχει Καθορισμένου Ύψους Παροχές (Ταμείο Σύνταξης ή Ταμείο Προνοίας που εγγυάται ένα συγκεκριμένο ύψος παροχών), συνιστά επαρκή τεχνικά αποθεματικά για την πλήρη κάλυψη των υποχρεώσεων του. Ο υπολογισμός των εν λόγω τεχνικών αποθεματικών πραγματοποιείται κάθε έτος ή ανά τριετία υπό την προϋπόθεση ότι το Ταμείο παρέχει κάθε έτος, κατά το μεσοδιάστημα, προς τα μέλη και στον Έφορο πιστοποίηση ή έκθεση που να αντανακλά την αναπροσαρμοσμένη εξέλιξη των αποθεματικών. Η νομοθεσία θέτει όριο 7 μηνών από τη λήξη κάθε οικονομικού έτους για υποβολή στον Έφορο των αναλογιστικών εκθέσεων.
Όπως σχολιάζει η Aon Hewitt, η υποβολή των αναλογιστικών εκθέσεων προς τον Έφορο αποτελεί νέα υποχρέωση και τα Ταμεία θα πρέπει να μεριμνήσουν για τη συμμόρφωση με τη πρόνοια αυτή εντάσσοντας σο ετήσιο πρόγραμμα λειτουργίας τους τις απαιτούμενες διαδικασίες για ετοιμασία των εκθέσεων.