Παραπλανητική χαρακτήρισε την περίληψη της έρευνας αξιοπιστίας που δόθηκε στο Διοικητικό Συμβούλιο της Τράπεζας Κύπρου σε σχέση με την εξαγορά της Uniastrum, o πρώην αντιπρόεδρος της τράπεζας Ευδόκιμος Ξενοφώντος.

Καταθέτοντας ενώπιον της ερευνητικής επιτροπή για την οικονομία, ο κ. Ξενοφώντος ανέφερε πως μελετώντας ολόκληρο το due diligence που διενήργησε η Ernst & Young για τη Uniastrum την προηγούμενη της συνεδρίας τουΔιοικητικού Συμβουλίου, διαπίστωσε πως αρκετά σημαντικά σημεία δεν περιλαμβάνονταν στην περίληψη που δόθηκε στα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου.

Πιστεύω πως τα υπόλοιπα μέλη του Διοικητικού Συμβολίου, βασίστηκαν κυρίως στην περίληψη της έκθεσης, ανέφερε. Για παράδειγμα, εξήγησε, μέσα από την πλήρη έκθεση φαινόταν πως έπρεπε να μειωθεί το net asset value της Uniastrum και κατ’ επέκταση το ποσό της εξαγοράς. Αντίθετα, πρόσθεσε, δημιουργήθηκε ένα escrow account, και ότι ήταν αμφισβητήσιμο θα έμπαινε εκεί.

Στην συνεδρία Οκτωβρίου 2008 που λήφθηκε η τελική απόφαση για εξαγορά της τράπεζας, πρότεινα να φύγουμε από συμφωνία, ή να επαναδιαπραγματευτούμε αλλά δυστυχώς ο ενθουσιασμός των εκτελεστικών ήταν τέτοιος που υπερίσχυσε. Έλεγαν πως θα είναι ο τρίτος πυλώνας της τράπεζας που μπορεί να σώσει την τράπεζα από τυχόν κατάρρευση στην περιοχή, ανέφερε ο κ. Ξενοφώντος.

Διαφορές και μάλιστα μεγάλες, όπως ανέφερε ο κ. Ξενοφώντος, εντόπισε και ανάμεσα στο due diligence της Ernst & Young σε σχέση με τις εκθέσεις που ετοίμασαν οι ξένοι συμβουλευτικοί οίκοι, JP Morgan και White & Case.

Όταν του υποδείχθηκε από την Επιτροπή ότι η απόφαση για εξαγορά λήφθηκε ομόφωνα, ανέφερε πως ήταν λάθος του που δεν κατέγραψε τις ενστάσεις μου. Στη συνέχεια, κατέθεσε τις σημειώσεις του από τη συγκεκριμένη συνεδρία και ανέφερε πως θα διαφανεί γιατί τελικά καταγράφηκε ως ομόφωνη η απόφαση.

Η ζημιά, τόνισε δεν είναι μόνο στην επένδυση αλλά και σε επιπρόσθετα ποσά που δόθηκαν για κάλυψη κεφαλαίων εργασίας (φυγή καταθέσεων κτλ) της τράπεζας που μπορεί να φτάνουν μέχρι και τα 700εκ. ευρώ.

Η κατάθεση συνεχίζεται