Το μνημόνιο οδηγεί σε σαφή επιδείνωση της οικονομίας

Με την εμβάθυνση της κρίσης και τη συνειδητοποίηση από την κοινωνία τού τι συνεπάγεται η μνημονιακή πολιτική, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για τη σύμπηξη ενός αντιμνημονιακού μετώπου, τονίζει ο καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους

Η ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ συγκεκριμένων προνοιών του Προϋπολογισμού 2014 θα συμβάλει στην εμβάθυνση της κρίσης


Την αναγκαιότητα συνεργασίας όλων των αντιμνημονιακών δυνάμεων, προς ανακοπή της πορείας στην οποία οδηγεί την Κύπρο και την κυπριακή οικονομία η εφαρμογή του μνημονίου επισημαίνει ο Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και

Πρόεδρος του Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, Ανδρέας Θεοφάνους. Τονίζει, επιπρόσθετα, ότι μια τέτοια συνεργασία δεν θα πρέπει να στραφεί μόνον εναντίον των προνοιών του Μνημονίου, αλλά και να έχει την ικανότητα και την ευελιξία να προτείνει ολοκληρωμένες λύσεις τόσο στο πλαίσιο της Ευρωζώνης (διαφοροποιώντας το Μνημόνιο) όσο ακόμα και εκτός Ευρωζώνης. Υποδεικνύει, τέλος, πως η Κύπρος θα πρέπει να είναι ξεκάθαρη στις δικές της θέσεις, ώστε να μην οδηγηθεί σε εφιαλτικούς εκβιασμούς όσον αφορά την προσπάθεια διασύνδεσης της λύσης του Κυπριακού με την οικονομική κρίση και την εκμετάλλευση του φυσικού αερίου.

Είσαστε εξ εκείνων που αντιτάχθηκαν στη μνημονιακή επιλογή, προτείνοντας μια ολοκληρωμένη εναλλακτική πρόταση εξόδου από την κρίση. Πώς εκτιμάτε, μετά την πρόσφατη απόφαση του Γιούρογκρουπ για την εκταμίευση και της δεύτερης δόσης προς την Κύπρο, τις προοπτικές της κυπριακής οικονομίας;

Η κατά γράμμα υλοποίηση των προνοιών του Μνημονίου οδηγεί στην εμβάθυνση της κρίσης και όχι στον τερματισμό της όπως διακηρύττουν οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι. Πολύ φοβάμαι ότι η Κύπρος θα γνωρίσει αύξηση της ανεργίας, κατάρρευση επιχειρήσεων, εκποιήσεις περιουσιών και γενικά πρωτόγνωρες συνθήκες φτωχοποίησης. Θα έχουμε επίσης σοβαρές κοινωνικές και πολιτικές αναταραχές και αντιπαραθέσεις, καθώς και δημογραφική αιμορραγία. Θεωρώ ότι πρέπει να γίνει έστω και τώρα μια ύστατη προσπάθεια για ανακοπή της καταστροφικής αυτής πορείας.

Πώς αξιολογείτε τα δεδομένα στον χρηματοπιστωτικό τομέα;

Ο χρηματοπιστωτικός τομέας έχει απολέσει την εμπιστοσύνη των Κυπρίων, καθώς και των ξένων. Προφανώς τα δεδομένα είναι πολύ δύσκολα. Δυστυχώς, η ψαλίδα μεταξύ των δανείων και των καταθέσεων αυξάνεται σταθερά και οδηγούμεθα σε επιπρόσθετες περιπέτειες. Το γεγονός, επίσης, ότι υπάρχει φόρος 30% στα εισοδήματα από καταθέσεις δεν συμβάλλει στην προσέλκυση καταθέσεων. Ήδη πολλοί Κύπριοι προτιμούν να έχουν τα χρήματά τους στα σπίτια τους παρά να τα καταθέτουν στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.

Επιπρόσθετα, με την εμβάθυνση της κρίσης τα προβλήματα των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα αυξηθούν ενισχύοντας έναν φαύλο κύκλο. Επαναλαμβάνω ότι θα πρέπει να προβληματισθούμε πολύ σοβαρά για να αντιμετωπισθούν όλα αυτά τα δεδομένα, καθώς οι πρόνοιες του Μνημονίου σε συνδυασμό με την υφιστάμενη αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης δεν συμβάλλουν προς την επίλυση των προβλημάτων. Αντίθετα, τα διαιωνίζουν και τα εμβαθύνουν.

Ποια η εκτίμησή σας για τον προϋπολογισμό του 2014;

Ενώ ο Υπουργός Οικονομικών διαβεβαιώνει ότι δεν θα υπάρξουν νέες φορολογίες, η ουσία είναι ότι ο προϋπολογισμός του 2014 ήδη εμπεριέχει αυξήσεις στον ΦΠΑ, στα καύσιμα, καθώς και σε διάφορα τέλη υπηρεσιών. Η υλοποίηση των συγκεκριμένων προνοιών θα συμβάλει δυστυχώς στην εμβάθυνση της κρίσης. Θα ήταν προτιμότερο η κυβέρνηση να προσπαθούσε να πείσει την Τρόικα για μείωση της φορολογίας. Μια τέτοια εξέλιξη θα έδινε τις απαραίτητες ανάσες στην οικονομία και στα νοικοκυριά.

Πάνω απ’ όλα η κυβέρνηση (η οποία ως κυβέρνηση της κεντροδεξιάς θα έπρεπε να γνωρίζει καλά) θα είχε πιο υψηλά φορολογικά έσοδα! Επιπρόσθετα, ο κυβερνητικός προϋπολογισμός προβλέπει ουσιαστικές μειώσεις δαπανών πέραν των €600 εκατομμυρίων. Και ενώ σταδιακά θα πρέπει να μειωθεί το λίπος από τον ευρύτερο κρατικό τομέα, στη σημερινή συγκυρία οι οποιεσδήποτε μειώσεις δαπανών θα έπρεπε να αντισταθμιστούν από στοχευμένες αναπτυξιακές δαπάνες.

Συμφωνείτε με τον οδικό χάρτη της κυβέρνησης όσον αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις; Πώς μπορεί, κατά τη γνώμη σας, οι ημικρατικοί οργανισμοί να εξυγιανθούν, χωρίς να απολέσουν την οικονομική τους βιωσιμότητα και, ευρύτερα, την κοινωνική τους ωφέλεια;

Δεν συμμερίζομαι τη φιλοσοφία της κυβέρνηση σε σχέση με τις ιδιωτικοποιήσεις. Ενώ υπάρχει η ανάγκη για εξυγίανση, το κράτος παράλληλα θα πρέπει να έχει έναν ουσιαστικό ρόλο σε σχέση με τους ημικρατικούς οργανισμούς. Και τούτο επειδή, πέραν των κοινωνικοοικονομικών ζητημάτων, τίθενται και θέματα ασφάλειας. Για παράδειγμα, δεν μπορεί να αφεθεί η Αρχή Λιμένων να είναι κάτω από τον απόλυτο έλεγχο του ιδιωτικού τομέα.

Ούτε θεωρώ εξ ορισμού ότι οι ιδιωτικοί οργανισμοί πάντοτε λειτουργούν καλύτερα από τους κρατικούς οργανισμούς. Ας μη λησμονούμε ότι στην περίπτωση της Κύπρου οι τράπεζες, που είναι κατ’ εξοχήν ιδιωτικοί οργανισμοί, ενήργησαν με έναν απαράδεκτο τρόπο, ο οποίος ήταν καθοριστικής σημασίας για την καταστροφική πορεία της οικονομίας. Ως εκ τούτου, θα ήταν δυνατό, αντί για ιδιωτικοποιήσεις, να έχουμε μια συνεργασία του κράτους με στρατηγικούς επενδυτές.

Στο καθαρά πολιτικό επίπεδο, γιατί δεν κατέστη δυνατή, κατά τη γνώμη σας, η σύμπηξη ενός ικανού, ενιαίου αντιμνημονιακού μετώπου;

Η κυπριακή κοινωνία βίωσε ένα shock με τις αποφάσεις του Eurogroup και μέχρι τώρα, δυστυχώς, δεν έχει καταστεί εφικτή η δημιουργία ενός ενιαίου αντιμνημονιακού μετώπου. Υπήρχαν διαφορετικές προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση της κατάστασης, καθώς και δαιμονοποίηση της αντίθετης άποψης, παράλληλα με την κυβερνητική θέση ότι η πιστή εφαρμογή του Μνημονίου είναι μονόδρομος. Ταυτόχρονα, ας μην ξεχνάμε ότι υπήρχε και εξακολουθεί να υπάρχει ένα βεβαρημένο πολιτικό κλίμα, το οποίο δεν συμβάλλει στη δημιουργία ενός τέτοιου μετώπου.

Όμως, θεωρώ ότι η εμβάθυνση της κρίσης και η συνειδητοποίηση από την κοινωνία τού τι συνεπάγεται η μνημονιακή πολιτική, θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για ένα τέτοιο αντιμνημονιακό μέτωπο. Υπογραμμίζω ότι είναι επιτακτική αναγκαιότητα για τις δυνάμεις που αντιτίθενται στο Μνημόνιο να συνεργασθούν. Μια τέτοια συνεργασία δεν θα είναι μόνον εναντίον των προνοιών του Μνημονίου, αλλά θα πρέπει να έχει την ικανότητα και την ευελιξία να προτείνει ολοκληρωμένες λύσεις τόσο στο πλαίσιο της Ευρωζώνης (διαφοροποιώντας το Μνημόνιο) όσο ακόμα και εκτός Ευρωζώνης.

Και προς αυτή την κατεύθυνση υπάρχουν ήδη σκέψεις. Σημειώνω, επίσης, ότι ο προβληματισμός που αναπτύσσεται στις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ θα συμβάλει στην επιτυχία της προσπάθειας και στην Κύπρο. Οι πρόσφατες δηλώσεις του καθηγητή Χρ. Πισσαρίδη για το ευρώ είναι ενδεικτικές.

Επιδείνωση στο Κυπριακό

Πώς εκτιμάτε τις εξελίξεις στο Κυπριακό; Κινούνται, κατά τη γνώμη σας, προς την ορθή κατεύθυνση, ή θεωρείτε ότι ελλοχεύουν κινδύνους;


Παρά το γεγονός ότι σε επικοινωνιακό επίπεδο έχει γίνει προσπάθεια τις τελευταίες βδομάδες να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι υπάρχουν οι προϋποθέσεις για κινητικότητα στο Κυπριακό, το χάσμα στις θέσεις μεταξύ των δύο πλευρών εξακολουθεί να υφίσταται. Στην περίπτωση που επαναρχίσουν οι συνομιλίες με μια τέτοια κατάσταση, θα υπάρξει επιδείνωση της κατάστασης, καθώς κάποια στιγμή θα προκύψει νέο αδιέξοδο. Ήδη ο Τούρκος πρωθυπουργός δηλώνει ότι δεν υπάρχει χώρα Κύπρος, ενώ παράλληλα ο Τουρκοκύπριος ηγέτης θεωρεί ότι πρέπει να παραμερισθεί η Κυπριακή Δημοκρατία.

Ενώ ο Πρόεδρος Αναστασιάδης σωστά επιμένει στην κατάληξη ενός κοινού ανακοινωθέντος για αρχές που θα διέπουν τη βάση των συνομιλιών και την τελική λύση, εν τούτοις το γεγονός ότι θεωρεί την επίλυση του Κυπριακού ως ευκαιρία για έξοδο από την οικονομική κρίση είναι παρακινδυνευμένο. Πρέπει να δοθεί το μήνυμα ότι, παρά το γεγονός ότι η Κύπρος βρίσκεται σε μια δεινή κατάσταση, δεν θα δεχθεί πιέσεις. Ταυτόχρονα, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι εξακολουθούν να διαιωνίζονται οι συγχύσεις και η απουσία ολοκληρωμένων προσεγγίσεων από τη δική μας πλευρά.

Ελλοχεύει ο κίνδυνος, όπως στην περίπτωση που εμβαθυνθεί αυτή η κρίση, να έχουμε εκβιαστικά διλήμματα. Για παράδειγμα, ας υποθέσουμε ότι ένας ή περισσότεροι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί χρειάζονται νέα ανακεφαλαιοποίηση σε λίγους μήνες και πιεσθεί η πλευρά μας για να συναινέσει σε λύσεις στο Κυπριακό και στο ενεργειακό, οι οποίες δεν συνάδουν με τα συμφέροντά μας, τι θα πράξουμε; Εν ολίγοις, από τώρα θα πρέπει να σκεφθούμε και να ενεργήσουμε στρατηγικά για να αποφύγουμε εφιαλτικά διλήμματα.

Συναινέσεις για τη σωστή αντιμετώπιση των προβλημάτων

Διαφαίνεται μια προσπάθεια διασύνδεσης των προσπαθειών επίλυσης του Κυπριακού με την οικονομική κρίση και την εκμετάλλευση του φυσικού αερίου. Προσπάθεια που δεν έχει υποστηρικτές μόνο στο εξωτερικό, αλλά, εσχάτως, και εδώ στην Κύπρο. Ποια είναι η δική σας η άποψη;


Εδώ και μήνες κατατίθεται η θέση ότι θα πρέπει να υπάρχει μια διασύνδεση των προσπαθειών επίλυσης του Κυπριακού με την οικονομική κρίση καθώς και την εκμετάλλευση του φυσικού αερίου. Αυτές οι θέσεις έχουν εκφρασθεί εδώ και μήνες. Και ενώ έχει τονισθεί από διάφορους πολιτικούς ότι δεν πρέπει να υπάρχει διασύνδεση, εκ των πραγμάτων τίθεται ένα τέτοιο θέμα. Ενώ δεν μπορούμε να απορρίψουμε προτάσεις διασύνδεσης, εν τούτοις πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι με τις δικές μας θέσεις και να μην οδηγηθούμε σε εφιαλτικούς εκβιασμούς.

Λαμβάνοντας υπ’ όψιν όλα τα δεδομένα, θεωρώ ότι κανένας πολιτικός ηγέτης από μόνος του ή καμία παράταξη δεν μπορεί να αντέξει το βάρος τέτοιων διλημμάτων. Είναι ατυχές το γεγονός ότι σήμερα, ενώ η Κύπρος βρίσκεται μπροστά σε αυτά τα δεινά διλήμματα, υπάρχει ένα πολιτικό κλίμα που δεν συμβάλλει στην καλύτερη δυνατή αντιμετώπιση των προβλημάτων. Ταυτόχρονα, η απαξίωση που έχει δημιουργηθεί σε διάφορα κοινωνικά στρώματα είναι ένα επιπρόσθετο ανησυχητικό στοιχείο.

Θα πρέπει να υπάρξουν πρωτοβουλίες, ούτως ώστε, στο πλαίσιο ευρύτερων συναινέσεων, να υπάρξουν οι σωστές κατευθυντήριες γραμμές για αντιμετώπιση των προβλημάτων. Η στάση της κυβέρνησης σε σχέση με την οικονομική κρίση δεν συμβάλλει προς μια τέτοια κατάσταση, καθώς δεν φαίνεται να έχει την πρόθεση ή την ικανότητα να διαπραγματευτεί διαφοροποιήσεις στο Μνημόνιο, το οποίο δυστυχώς οδηγεί σε σαφή επιδείνωση της οικονομίας.