Οι επερχόμενες μειώσεις μισθών, οι αναμενόμενοι επαχθείς φόροι, ο κλονισμός του τραπεζικού συστήματος και η έλλειψη εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση εκ μέρους των πολιτών, παρατείνουν την αβεβαιότητα, που παραλύει την οικονομία και τον κοινωνικό ιστό.

Η μοναδική πρόταση, που υπόσχεται «γρήγορη έξοδο από την κρίση», έχει κατατεθεί από τον Ανεξάρτητο Υποψήφιο Πρόεδρο Γιώργο Λιλλήκα. Μέχρι στιγμής, αυτή η πρόταση έχει σχολιαστεί, κυρίως, από κομματικούς εκπροσώπους και όχι από τους καθ’ ύλην αρμοδίους.

Είναι καιρός, λοιπόν, να αξιολογηθεί, από τους ειδικούς, για να έχουν οι πολίτες μια πιο ξεκάθαρη εικόνα για τις αναλύσεις περί οικονομίας, που καθημερινά διαβάζουν και ακούνε.

Τέσσερις οικονομολόγοι σχολιάζουν την πρόταση του υποψήφιου Προέδρου Γιώργου Λιλλήκα, που στοχεύει σε γρήγορη έξοδο από την κρίση και η οποία προβάλλει, ως αιχμή του δόρατος, την αξιοποίηση του φυσικού αερίου. Αναφέρουν, πως η συγκεκριμένη πρόταση είναι στην σωστή κατεύθυνση, τονίζουν, όμως, την ανάγκη, να τύχει περαιτέρω επεξεργασίας, έτσι ώστε, ορισμένες σημαντικές παράμετροι της πρότασης, να καταστούν πιο ξεκάθαρες.

Ενδεχομένως, οι παρατηρήσεις, αλλά και οι προτάσεις των ειδικών για βελτίωση αυτής της πρότασης, να αποδειχθούν πολύτιμες, την στιγμή, που η πατρίδα μας βρίσκεται σε εξαιρετικά δυσμενή θέση και η τρόικα έχει ήδη μπει στα σπίτια μας…

Δρ. Στέλιος Πλατής

Η πρόταση του κ. Λιλλήκα για γρήγορη έξοδο από την οικονομική κρίση, είναι μία πάρα πολύ καλή ιδέα, υποστηρίζει ο οικονομολόγος και καθηγητής χρηματοοικονομικών Δρ. Στέλιος Πλατής και εξηγεί ότι τα πολύτιμα έσοδα, που θα προκύψουν από την εκμετάλλευση του ορυκτού μας πλούτου, είναι πολύ πιο σημαντικά και αναγκαία σήμερα, απ’ ότι ενδεχομένως, να είναι στο μέλλον, προκειμένου, να δημιουργηθούν, άμεσα, συνθήκες ανάπτυξης.

Σημειώνει, όμως, πως επιβάλλεται, να υπάρξει μεγαλύτερη ανάλυση ορισμένων σημαντικών στοιχείων της πρότασης του κ. Λιλλήκα, έτσι ώστε, να καταστεί πιο συγκεκριμένη και να μπορεί να κριθεί με τεχνοκρατικούς όρους.

-          Πώς, για παράδειγμα, τα έσοδα που θα προκύψουν από την υλοποίηση αυτής της πρότασης θα κατανεμηθούν στο χρόνο, και πώς αυτά θα χρησιμοποιηθούν στην οικονομία;

Τονίζει, μάλιστα, πως επιβάλλεται να παρουσιαστούν συγκεκριμένοι αριθμοί, που αφορούν στην επίδραση αυτών των χρημάτων στην οικονομία και στις επιχειρήσεις, αλλά και ποιά μπορεί να είναι η επίδραση αυτής της πρότασης στην κερδοφορία αλλά και στη βιωσιμότητα της κρατικής εταιρείας υδρογονανθράκων. Συγκεκριμένα, ο Δρ. Πλατής παραθέτει τα πιο κάτω ερωτήματα:

-          Ποιο θα είναι το μέγεθος του πακέτου των ομολόγων, που θα διατεθούν στο επενδυτικό κοινό, σε σχέση, πάντοτε, με τα αναμενόμενα έσοδα, αλλά και το μέγεθος της κρατικής εταιρείας, που θα δημιουργηθεί;

-          Πόσα χρήματα θα αντλήσουμε σήμερα από τα ομόλογα, σε σχέση με το πόσα θα παίρναμε στο μέλλον, όταν θα λαμβάνονταν απευθείας τα έσοδα, χωρίς έκδοση ομολόγων.

-          Ποια θα είναι η έκπτωση σήμερα σε σχέση με μια ενδεχόμενη έκδοση ομολόγων στο μέλλον (μετά τη βεβαιότητα των σχετικών ποσοτήτων των υδρογονανθράκων);

-          Ποιο θα είναι το πραγματικό επιτόκιο σ’ αυτά τα ομόλογα και επομένως, ποιο θα είναι το κόστος εξυπηρέτησης του δανεισμού για την κρατική εταιρεία καθεχρονικά;

-          Και κατ’ επέκταση, πώς αυτό επηρεάζει την βιωσιμότητα της κρατικής εταιρείας, σε περίπτωση καθυστέρησης του προγράμματος εξόρυξης ή άλλων λειτουργικών ή επιχειρησιακών δυσκολιών;

Ο Δρ. Στέλιος Πλατής σημειώνει, επίσης, πως αυτό το οποίο απαιτείται, είναι μία σοβαρή και εμπεριστατωμένη μελέτη βιωσιμότητας της πρότασης με αριθμούς και σενάρια. Τονίζει, μάλιστα, πως, η όποια στήριξη ή απόρριψη της πρότασης, προτού εξεταστούν τα πιθανά σενάρια με τεχνοκρατικούς όρους, γίνεται βάσει πολιτικών και όχι επιστημονικών κριτηρίων.

Διευθυντής CIIM Θεόδωρος Παναγιώτου

«Η πρόταση του κ. Λιλλήκα για ανάκαμψη από την κρίση είναι προς την ορθή κατεύθυνση και μπορεί να αποτελέσει τον “από μηχανής θεό” για αποφυγή της ελλαδικής τραγωδίας», τονίζει ο Διευθυντής του CIIM, Θεόδωρος Παναγιώτου. Προειδοποιεί όμως, πως εμπεριέχει και κινδύνους. Ως εκ τούτου, ξεκαθαρίζει ότι θα πρέπει να μελετηθεί διεξοδικά, να διαμορφωθεί στρατηγικά και να εκτελεσθεί χωρίς πολιτικές σκοπιμότητες και γραφειοκρατικά εμπόδια.

Ένας από τους κινδύνους, αναφέρει ο Δρ. Παναγιώτου, είναι το κόστος, δηλαδή πόση έκπτωση (discount rate)  θα χρειαστεί να γίνει, προκειμένου, να πάρουμε σήμερα, μελλοντικά έσοδα από την αξιοποίηση του φυσικού αερίου. Ζητεί, επίσης, να διευκρινιστεί, ποιο θα είναι το ασφάλιστρο (risk premium) που θα πληρώσουμε τις αβεβαιότητες (uncertainties) γύρω από τον χρόνο, την ποσότητα και την δυνατότητα αξιοποίησης του ορυκτού μας πλούτου, με δεδομένες και τις απειλές Τουρκίας. Ο Δρ. Θεόδωρος Παναγιώτου τονίζει, πως και τα δύο μαζί, μπορεί να φτάσουν μέχρι και το 25-30%.

Ο Διευθυντής του CIIM υποδεικνύει, πως ακόμη μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος, να χρησιμοποιηθεί το φυσικό αέριο, για αποφυγή των διορθωτικών και διαρθρωτικών μέτρων, που ζητά η τρόικα, τα οποία θεωρεί ως απολύτως αναγκαία.  

«Στο βαθμό, που είναι ακόμη εφικτή αυτή η πρόταση», αναφέρει ο Καθηγητής Ηθικής και Επιχειρηματικότητας, «με κανέναν τρόπο δεν θα πρέπει, να αποβλέπει στην αποφυγή του μνημονίου ή στο “νέρωμα” των μέτρων, που προτείνει η τρόικα» και ξεκαθαρίζει, πως «σε τέτοια περίπτωση θα κάνουμε κακό, αντί καλό».

Ο Διευθυντής του CIIM, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η πρόσβαση στα μελλοντικά έσοδα από το φυσικό αέριο με την έκδοση ομολόγων ή υποθήκευση και δανεισμό θα πρέπει, να αποτελέσει την αντιστάθμιση, και όχι την αντικατάσταση, των μέτρων, που προτείνει η τρόικα, έτσι ώστε, να αποφευχθεί η περαιτέρω εμβάθυνση της κρίσης, αλλά και για να επιτευχθεί η ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, το ταχύτερο δυνατό.

Ο Διευθυντής του CIIM προχωρεί ακόμη περισσότερο και προτείνει τρόπους αξιοποίησης των μελλοντικών εσόδων από το φυσικό αέριο

-          Να αυξηθεί η ρευστότητα των τραπεζών και να μειωθεί το κόστος δανεισμού. Μια τέτοια εξέλιξη, συμπληρώνει, θα λειτουργήσει ως κίνητρο για νέες επενδύσεις και θα επιτρέψει στις επιχειρήσεις, να αναπνεύσουν και πάλι. Παρατηρεί, μάλιστα, πως κάτι τέτοιο θα επιτευχθεί μόνο, όταν οι τράπεζες σταματήσουν, να συμπεριφέρονται καιροσκοπικά και κερδοσκοπικά, και επιστρέψουν στον αρχικό τους ρόλο, δηλαδή ως κοινωνικοί μηχανισμοί ανάπτυξης.

-          Να χρηματοδοτηθεί η μετατροπή κτηρίων και εγκαταστάσεων από ενεργοβόρες σε ενεργειακά αποδοτικές, προκειμένου, να μειωθεί το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας.

-          Να χρηματοδοτηθεί η νεανική επιχειρηματικότητα και η καινοτομία. Τονίζει, μάλιστα, πως  για να έχει αποτέλεσμα αυτή η προσπάθεια, χρειάζεται επιμόρφωση των νέων στις δεξιότητες, που απαιτούνται για δημιουργική σκέψη και το «επιχειρείν», καθώς, επίσης και η απάλειψη των αντικινήτρων, που αποθαρρύνουν την ανάληψη επιχειρηματικού ρίσκου.

Ο Θεόδωρος Παναγιώτου, προτείνει, επίσης ότι τα κεφάλαια αυτά θα πρέπει, να τοποθετούνται σε ένα ειδικό Ταμείο Μελλοντικών Γενεών, στο πρότυπο, πάντοτε, του Νορβηγικού μοντέλου. Η επιλογή αυτή, εξηγεί ο Καθηγητής Ηθικής και Επιχειρηματικότητας, θα ήταν πολύ πιο εύκολη και επωφελής, αν τίθετο σε εφαρμογή πριν από ένα και πλέον χρόνο, πολύ πριν προσφύγουμε στον μηχανισμό στήριξης και την τρόικα.

Σχολιάζοντας και τις τρέχουσες εξελίξεις, ο Δρ. Παναγιώτου επισημαίνει ότι δεν πρέπει να υπάρξει αύξηση του εταιρικού φόρου και διασύνδεση του φυσικού αερίου με την αποπληρωμή του δανείου, που ενδεχομένως, να δοθεί στην Κύπριακή Δημοκρατία από την τρόικα. «Η τρόικα ίσως να μας έκανε αυτή τη χάρη αν συμφωνούσαμε στα υπόλοιπα πικρά αλλά αναγκαία φάρμακα», καταλήγει.

 Δρ. Γιώργος Θεοχαρίδης

«Αξίζει να τύχει λεπτομερούς μελέτης από τους αρμόδιους φορείς, η πρόταση του κ. Λιλλήκα, καθώς μπορεί να είναι εφικτή», υποστηρίζει ο Γιώργος Θεοχαρίδης, Αναπληρωτής Καθηγητής Οικονομικών στο CIIM.

Παρόλα αυτά, ο Δρ. Θεοχαρίδης τονίζει, πως καλό θα ήταν, να διευκρινιστούν κάποιες σημαντικές λεπτομέρειες της πρότασης και θέτει ένα σημαντικό ερώτημα: «Ποιο θα είναι το επιτόκιο, που θα πρέπει, να πληρώνουμε γι αυτά τα δεκαετή ή δωδεκαετή ομόλογα;»

Εξηγεί, πως το επιτόκιο αυτό θα αντικατοπτρίζει το ρίσκο, που θα λάβουν οι ξένοι επενδυτές, όπως είναι το πιστωτικό και πληθωριστικό ρίσκο, καθώς, επίσης και το ρίσκο της ρευστότητας των ομολόγων. Εντοπίζει, ακόμη, κίνδυνο επιτοκίου, κυρίως λόγω της μακράς διάρκειας των ομολόγων.

Ο Γιώργος Θεοχαρίδης υπενθυμίζει ότι τα Κυπριακά ομόλογα ανήκουν, αυτή την στιγμή, στην κατηγορία «σκουπίδια», γεγονός, που αυτομάτως υποδηλώνει και πολύ υψηλό επιτόκιο. Εξηγεί ότι το φυσικό αέριο του Οικοπέδου 12 θα αποτελέσει την εγγύηση γι αυτά τα ομόλογα και λογικά το επιτόκιο, που θα πρέπει, να πληρώσουμε θα μειωθεί.

Εκφράζει, ωστόσο, τις επιφυλάξεις του για το κατά πόσον αυτή η μείωση αρκεί, ώστε οι ξένες αγορές, να δανείσουν στην Κυπριακή Δημοκρατία με ένα χαμηλό επιτόκιο. Αυτό, τονίζει, θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την αξιολόγηση, που θα τύχουν τα εταιρικά ομόλογα, από τους διάφορους οίκους αξιολόγησης.

Οι οίκοι αξιολόγησης, αναφέρει, θα πρέπει να εκτιμήσουν την αξία του φυσικού αερίου, που θα εξορυχτεί στο μέλλον και στη συνέχεια θα πρέπει να «εκπτώσουν» αυτά τα μελλοντικά έσοδα σε σημερινές τιμές. Ο Δρ. Θεοχαρίδης εξηγεί ότι η αβεβαιότητα για την τιμή του φυσικού αερίου στο μέλλον προσθέτει ακόμη ένα ρίσκο στην όλη αξιολόγηση, και κατ’ επέκταση στο ύψος του επιτοκίου. «Αν το επιτόκιο είναι πολύ ψηλό τότε μπορεί να είναι μη εξυπηρετήσιμο, έστω και αν θα λαμβάνουμε τα όποια κεφάλαια από δανειστές και όχι από μετόχους αυτής της καινούργιας κρατικής εταιρείας», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Ο Αναπληρωτής Καθηγητής Οικονομικών του CIIM τονίζει, πως σε κάθε περίπτωση, δεν θα πρέπει, να σταματήσουμε, να εργαζόμαστε προς τη βελτίωση των δημοσιονομικών, τραπεζικών, και διαρθρωτικών προβλημάτων, που αντιμετωπίζει η κυπριακή οικονομία.  Μόνο έτσι θα μπορέσουμε, να επιστρέψουμε στις διεθνείς αγορές, κάτι, που, όπως, υποστηρίζει ο Δρ. Θεοχαρίδης είναι και το ζητούμενο.

Οικονομολόγος Παναγιώτης Ιακωβίδης

«Η πρόταση του κ. Λιλλήκα για τη δημιουργία μιας ιδιωτικής εταιρείας, η οποία θα έχει την ιδιοκτησία και την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων ακούγεται λογική και κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες πρακτικά βιώσιμη», υποστηρίζει ο Οικονομολόγος και Σύμβουλος επιχειρήσεων, Παναγιώτης Ιακωβίδης.

Η συγκεκριμένη πρόταση, αν εφαρμοστεί σωστά, θα λύσει, άμεσα, το σημερινό πρόβλημα ρευστότητας, μέσα από τα ομόλογα της κρατικής εταιρείας, που θα δημιουργηθεί με νόμο, για την αξιοποίηση μελλοντικών εσόδων από το φυσικό αέριο. Με αυτό τον τρόπο, θα επέλθει εξομάλυνση των εξαιρετικά σκληρών μέτρων λιτότητας, που έχουν προταθεί από την Τρόικα και τα οποία, αν εφαρμοστούν ως έχουν, θα παγώσουν την ανάπτυξη της οικονομίας μας, για τα επόμενα 3 χρόνια τουλάχιστον.

Ο κ. Ιακωβίδης εξηγεί ότι η άμεση ανάγκη χρηματοοικονομικών εισροών στην Κυπριακή οικονομία είναι η κύρια αιτία, που τεχνικά και λογικά οδηγεί στην έκδοση ομολόγων ή μετοχών, έναντι άλλων κλασσικών επενδυτικών εργαλείων, όπως τα «futures» και τα «options», τα οποία, ενώ είναι λιγότερο δεσμευτικά και δαπανηρά για την εταιρεία, που τα εκδίδει, δεν είναι πληρωτέα προκαταβολικά.

Όσον αφορά το δίλημμα έκδοσης ομολόγων ή μετοχών, ο Οικονομολόγος Παναγιώτης Ιακωβίδης ξεκαθαρίζει ότι τα ομόλογα είναι σαφώς καλύτερη επιλογή, καθώς αναμένεται να φέρει ρευστό και θέσεις εργασίας στην Κύπρο, χωρίς, βέβαια, η Κυπριακή Δημοκρατία, να εκχωρεί από την κρατική της κυριαρχία.

Ο κ. Ιακωβίδης παρατηρεί ότι η έκδοση μετοχών και η εισαγωγή της εταιρείας στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, είναι μια επ’ αόριστον παραχώρηση δικαιωμάτων και μέρους της ιδιοκτησίας του κράτους σε τρίτους. Μια τέτοια εξέλιξη, αναφέρει ο κ. Ιακωβίδης, επιβάλλει σε συγκεκριμένες συνθήκες, να συναποφασίζουμε με τρίτους για το μέλλον της οικονομίας μας. Ένα νομικά αναπόφευκτο ενδεχόμενο, σημειώνει, είναι να αγοραστούν μετοχές και από Τούρκους επενδυτές στο χρηματιστήριο, με τους οποίους θα πρέπει να συναποφασίζουμε επ’ αόριστον.

Αντίθετα, η έκδοση ομολόγων, παρόλο που παραχωρεί δικαιώματα σε τρίτους, είναι μία λύση διάρκειας 10 ή 12 ετών, κατά τη λήξη της οποίας, η απόλυτη ιδιοκτησία των πηγών ενέργειας επιστρέφει στην Κυπριακή Δημοκρατία και διασφαλίζεται, με αυτό τον τρόπο, η εθνική μας κυριαρχία.    

Ο κ. Ιακωβίδης υποστηρίζει ότι η εταιρεία, που θα δημιουργηθεί θα πρέπει, να είναι ιδιωτική, με μοναδικό μέτοχο το κράτος και η οποία θα απαρτίζεται από εξειδικευμένους και ανεξάρτητους με τον κρατικό μηχανισμό τεχνοκράτες. Κάτι τέτοιο θα είναι πιο ελκυστικό για τους επενδυτές, σύμφωνα με τον Οικονομολόγο και Σύμβουλο επιχειρήσεων Παναγιώτη Ιακωβίδη. Κανένας επενδυτής δεν προτίθεται, να επενδύσει σε οποιαδήποτε κρατικά ομόλογα, δεδομένης της κατάστασης της οικονομίας μας και της χρημ&alph