Sigmalive

O καλός, ο κακός κι ο άσχημος... Ο Κύκλωψ


Ο Κυκλωψ του Ομήρου.

Αρνειός γαρ έην, μήλων οχ' άριστος απάντων. Ήταν και κριάρι, το καλύτερο από όλα τα πρόβατα (ι 432)

Η σκηνή εδώ, ελεγχόμενη από την τραγική ειρωνεία των σχεδίων του «βυσσοδομεύοντος» Οδυσσέα, συνδυάζει πάλι την, πιο τραγική και για τον Κύκλωπα τώρα, κωμικότητα: την κωμικοτραγικότητα των φυσικών, ρουτινιέρικων του νοικοκύρη τελετουργιών στο φιλοξενό του σπιτικό. Στην σπηλιά, δηλαδή, του θηρίου. Έχει ήδη, πάλι, αφού έκατσε κι άρμεξε τις κατσίκες του - 'εζόμενος ήμελγεν όις και μηκάδας αίγας' - καταβροχθίσει δυό συντρόφους του Οδυσσέα: 'αύτε δύο μάρψας οπλίσσατο δόρπον'. Η ρουτίνα του δείπνου έχει 'εξοπλιστεί', εμπλουτιστεί και με μια 'ρουτινιέρικη' ανθρωποφαγία ακόμη ('αύτε') δύο συντρόφων του Οδυσσέα. Οι αντιθέσεις ανάμεσα στο βουκολικά αθώο και το ύπουλα εχθρικό, το αστικά καλότροπο και το λυσσαλέα κακόβουλο αναδιπλασιάζονται στο κείμενο: στο 'πίονα μήλα', τους μαλακούς στα υγρά και ένρινα δακτύλους με τους οποίους κλείνει ο στίχος 315, περιγράφοντας τον αμέριμνα σφυρίζοντα βουκόλο Πολύφημο, αντιστοιχεί το κλείσιμο του αμέσως επόμενου, 316, με το τυπικά Οδυσσαϊκό «κακά βυσσοδομεύων» - παρατηρείστε τις συνηχήσεις με το 'Οδυσσεύς'.


Αθώος Πολύφημος, ύπουλος Οδυσσέας; Οποία αντιστροφή στις εκκλήσεις των στίχων στην συμπάθειά μας. Ποιός ο κακός εδώ; Και ποιός ο καλός, ειδικά εδώ, στην κρίσιμη σκηνή, όταν καλοπιάνει ύπουλα τον αγαθιάρη βοσκό ο πολύμητις Οδυσσέας, ντύνοντας με ειρωνεία τις αποτρόπαιες λέξεις: «Κύκλωψ, πίε οίνον, επεί φάγες ανδρόμεα κρέα!» 'Πιές Κυκλωπα (φίλε μου) κρασί, αφού ανθρώπους έφαγες' - την ανθρωποφαγία των συντρόφων μου, γλεντώντας την να την χωνέψεις; Ουδέν το παράδοξον διαβάζει στην κακεντρεχώς ειρωνική πρόταση ο (αγαθιάρης) Κύκλωψ! Και πίνει, εύκολα εξαπατημένος, το κρασί! Αμβλύνοντας με το κρασί και τον συνοδό του ύπνο την δύναμη του θεριού, ο 'βυσσοδομεύων' Οδυσσεύς έχει μεταφέρει το παιχνίδι στο δικό του γήπεδο, και στα δικά του μέτρα. Συνωμοτεί μαζί του 'το σύμπαν' - δηλαδή οι συνεργοί του ομηρικοί θεοί, όπως με χαρά του κι ο ίδιος αναγνωρίζει ο πανούργος Οδυσσέας. Δυό φορές, μάλιστα: όταν, επιστρέφοντας έβαλε ο Πολύφημος όλα τα πρόβατα στην σπηλιά, ώστε να αρκέσουν να τα χρησιμοποιήσουν οι συντρόφοι κι ο Οδυσσέας για να το σκάσουν το πρωί απ' την σπηλιά. Κι όταν 'οινοβαρής' πέφτει να κοιμηθεί 'ύπτιος', με την προσεκτική οικονομία του ποιητού κάνοντας το μάτι του προσβάσιμο στην πυρακτωμένη 'δοκό', κάτι που δεν θα συνέβαινε αν είχε κοιμηθεί μπρούμητα.


Με σαδιστικές κι αιμοχαρείς λεπτομέρειες, σαν να απολαμβάνει πάλι την ανατριχιαστική στιγμή του θριάμβου του, περιγράφει στους Φαίακες ο Οδυσσέας την σκηνή της εξόρυξης του οφθαλμού: «εν οφθαλμώ πυριήκεα μοχλόν ελόντες», το πυρακτωμένο δοκάρι μπήγοντας στο μάτι. Που ωστόσο, μόνο συμπεραίνεται (κι όχι ασφαλώς) από την τύφλωση πως είναι ένα, αφού ουδαμού ο ποιητής δεν μας λέγει ότι ο Κύκλωψ είναι μονόφθαλμος, μόνο ότι είναι Κύκλωψ, με ολοστρόγγυλο μάτι. Εικοσιπέντε στίχους (ι 475-500) παίρνει η περιγραφή της ειδεχθούς σκηνής από τον Οδυσσέα στους Φαίακες. Και δεν συγκρατεί κανείς την σκέψη ότι απολαμβάνει θριαμβικά κάθε σιχαμερή πινελιά της περιγραφής του... ξεματιάσματος αυτού. Διανθισμένου και με τα «ηχητικά πάλι εφφέ» μιας από τις πιο εντυπωσιακές παρομοιώσεις του Ομήρου (όπως υποδεικνύει η Όλγα Κακριδή): τον χαλκιά και το πυρακτωμένο σίδερο που βουτιέται τσιρίζοντας στο νερό για να κρυώσει: «ως δ' ότ' ανήρ χαλκεύς πέλεκυν μέγαν ηέ σκέπαρνον / εν ύδατι ψυχρώ βάπτη μεγάλα ιάχοντα / φαρμάσσων» (ι 391-3). Έτσι, περιγράφει ο Οδυσσέας, βουτιέται στο υγρό του ματιού ο σιδηρούς λοστός, «φαρμάσσων»: μια άλλη αμφίσημη λέξη, που παίζει και με την περιρρέουσα ιατρική δοξασία για τις φαρμακευτικές ιδιότητες του σιδήρου, αλλά, εδώ, την άλλη πλευρά της έννοιας, την καταστροφική, αντίθετα, 'φαρμακεία'. Δεν έλειψαν κι οι σχολιαστές που έδωσν και την σεξουαλική χροιά στην διατρύπηση του υγρού οφθαλμού του Πολυφήμου, ειδικά με κείνην άγρια ηδονή του Οδυσσαϊκού «τρυπώι τρυπάνω» (384-5).


Η υπερηφάνεια του Οδυσσέα είναι διάχυτη στην κορύφωση της περιγραφής της νίκης του δόλου του, αφού απαντώντας στα ερωτήματα των γειτόνων του Κυκλώπων που άκουσαν την κραυγή του, εξηγεί με το όνομα «Ούτίς με κτείνει, δόλω ουδέ βίηφιν», προκαλώντας το νικητήριο, επιχαιρέκακο γέλιο του Οδυσσέα, «εμόν δ' εγέλασσε φίλον κηρ» (413). Το 'δόλω ουδέ βίηφιν' (με δόλο κι όχι με βία), συνιστά, άλλωστε, την υψίστη αναγνώριση της ταυτότητας του Οδυσσέα, έστω, για την ώρα, χωρίς το όνομα. Δείτε τον νικητήριο πανηγυρισμό του Οδυσσέα, που γελάει η καρδιά του θριαμβικά, «ως όνομα εξαπάτησεν εμόν και μήτις αμύμων», ι 414. Και πώς το κρύψιμο κάτω από την κοιλιά του κριαριού, ('αρνειός ήν μέγας'), παραπέμπει στην 'αμύμονα μήτιν' του Δουρείου Ίππου.


Επιχαίρει, λοιπόν, ο Οδυσσέας, αγνοώντας τα επίχειρα που κρύβει η ειρωνική προτροπή των άλλων Κυκλώπων στον Πολύφημο: «σύ δ' εύχεο πατρί Ποσειδάωνι άνακτι» (412). Κενή η απειλή, για την ώρα, όσο ο Οδυσσέας κρύβεται ανώνυμος πίσω από την δόλια ψευδωνυμία του «Ούτις». Αλλά, ο ήρως της Δολώνειας, στο Κ της Ιλιάδος, δεν μπορεί να παραμείνει ανώνυμος ήρως. Η Ιλιάδα συναντά, εδώ, και απορροφά στο ηρωικό ήθος της την Οδύσσεια. Ο ήρως της μπορεί να επιβιώνει με το ψέμμα του δόλου, ζει όμως με το όνομα, και για το όνομα. Κι η όποια αθανασία ελπίζεται από την μοίρα 'τανυλεγέως θανάτοιο', είναι η δόξα που κλέβεται από τα δόντια της άτεγκτης, άφευκτης μοίρας. Η σωτηρία του ονόματος, 'μέγα τι ρέξας και εσσομένοισι πυθέσθαι'.


Η Οδύσσεια, άλλωστε, είναι το έπος της ταυτότητας. Που πεισμόνως διεκδικεί ο ήρως της, ενάντια στις προκλήσεις που απειλούν να του την αρνηθούν: την καταστροφική βία, ενάντια στους Κίκονες, τους Λαιστρυγόνες και τον Κύκλωπα, αλλά και την αδιάκριτη βία της Φύσης, την θάλασσα του Ποσειδώνα, την λήθη, στα νησιά των Λωτοφάγων, την ερωτική της γυναίκας σαγήνη που τον καλεί είτε πίσω στην μήτρα (Καλυψώ), είτε πιο πίσω στην προανθρώπινη ζωϊκή κατάσταση (η Κίρκη) είτε και στην νιρβάνα της αναστολής και παραίτησης από την διακριτή ταυτότητα, με κόστος τον ανώνυμο θάνατο, πέραν και ενάντια σε κάθε «ταυτότητα», στο άχρονο «τώρα» που απορροφά κι ακυρώνει παρελθόν και μέλλον, στο τραγούδι των Σειρήνων.


Αρχή κι εδώ των εννοιών της τραγωδίας, το «πλούσιο τραπέζι» του Ομήρου δείχνει και στον Σοφοκλή του Οιδίποδα πώς όλες οι προκλήσεις κι όλα τα αινίγματα καταλήγουν στο πλέον κρίσιμο, πιο αγωνιστικό, πιο ηθικά γνήσιο και τραγικά καθαρτικό ερώτημα του «ποιός είμαι». Όπως έδειξε και στον Αισχύλο της Ορέστειας: ότι η τελική κάθαρση, με την βοήθεια της θεάς της αθηναϊκής πόλης, της Αθηνάς, στο ω της Οδύσσειας, έρχεται με την αποκατάσταση της πολιτικής δικαιοσύνης στην Ιθάκη. Τον κύκλο του αίματος, του «δόλου» και του «βίηφιν», καθαίρει σε μια ανώτερη τάξη η «δίκη», η δικαιοσύνη της πόλης.

Τα ακίνητα της εβδομάδας

Altamira doValue Group
Youtube logo

SigmaLive App

Κατεβάστε την εφαρμογή στο κινητό σας για άμεση και γρήγορη ενημέρωση.

AppStore App LinkGoogle PlayStore App Link

Ακολουθήστε μας

Παρακολουθήστε τις εξελίξεις μέσω των social media του SigmaLive


Newsletter

Εγγραφείτε στο Newsletter και μείνετε πάντα ενήμεροι!

Εγγραφή στο Newsletter