Sigmalive

Αλήθεια και δημοσιογραφία


Αλήθεια, διαφήμιση και πολιτική

 

«Στην Δημοσιογραφία λέμε πάντα αλήθεια, στο PR, τις Δημόσιες Σχέσεις δηλαδή, δεν λέμε ποτέ ψέματα» - ή, φροντίζουμε να μην μας τσακώσουν, όπερ το ίδιο! Αμφιλεγόμενη η σχέση της διαφήμισης των προσώπων, που είναι οι Δημόσιες Σχέσεις, με την αλήθεια, αφού σκοπός τους είναι ο εξωραϊσμός και μόνο του «πωλούμενου», η προβολή της καλύτερής του εικόνας. Ρετούς της πραγματικότητας το PR κι όχι παραστατική, αληθής κι αντικειμενική απεικόνισή της (όπως υποτίθεται είναι η δημοσιογραφία), μόνο «ηθικό» ενδοιασμό διατηρεί όχι, βεβαίως, να υπηρετηθεί η αλήθεια κι η ακριβής κι αντικειμενική πληροφόρηση του δέκτη, του κοινού της διαφήμισης, ούτε καν να μην ειπωθούν ψέματα και παραπλανητικές υπερβολές κι αποκρύψεις, αλλά…να μην μας τσακώσουν να λέμε ψέμματα. Να μην πληγεί το κύρος κι η πειθώ της διαφήμισης. Όχι η αλήθεια, αλλά κάτι λιγότερο από την αλήθεια: το μη ψέμα, ή, το μη… φανερό ψέμα. Μισή αλήθεια που, ωστόσο, οι λίγοι δημοσιογράφοι της«αγωνιστικής» έννοιας της αλήθειας θα κατήγγελλαν ως «ολόκληρο ψέμα».

Σε μια εποχή κυριαρχίας της εικόνας κι όχι του λόγου, της πειθούς δια του θετικώς και υπερβαλλόντως, έως και φορτικώς “φαίνεσθαι” δηλαδή κι όχι δια του λόγου και της κατά λόγον αληθείας, όπως θα ζητούσαν οι αρχαίοι μας φιλόσοφοι, του «ουκ έστιν πειθούς ιερόν άλλον πλην λόγος». Σε μια εικονική εποχή κατασκευής της πραγματικότητας κι ελεγχόμενης διαμεσολάβησης της αντίληψής μας για αυτή, σε μια κενόδοξη εποχή όταν η πολιτική φανερά προκρίνει το παιχνίδι της «επικοινωνίας» του μηνύματος κι όχι της «κοινωνίας» της έλλογης πειθούς. Εποχή, το βλέπουμε κι εδώ στην Κύπρο, όταν περισσεύουν στο Προεδρικό οι χρυσοπληρωμένοι «επικοινωνιολόγοι» κι οι «φινιριστές» ‘image makers’ της εικόνας του Προέδρου. Ποιά βαρύτητα να έχει στα πολιτικά – πείτε τα πωλητικά –μηντιοκρατικά μηνύματα των πολιτικών η αλήθεια του λόγου;

 

Δημοσιογραφία κι αντικειμενικότητα

Όρος και αρετή της συγγραφής της ιστορίας είναι η «αντικειμενικότητα». Τα γεγονότα πρέπει να παρασταθούν ως συνέβησαν, η πραγματικότητα να γίνει σεβαστή, η αφήγηση να διαλέγεται αντικειμενικά κι αμερόληπτα με την «αλήθεια εκεί έξω».

Η αντικειμενικότητα στην παρουσίαση των γεγονότων αποτελεί, εξ άλλου, την πρώτιστη αρετή του δημοσιογραφικού λόγου, οι «ιστορίες» του οποίου, τα «stories», αφορούν την καταγραφή της ιστορίας, εν τω γίγνεσθαί της. Πρόκειται για την αξιωματικά κανονιστική περιγραφή του τρόπου λειτουργίας του δημοσιογραφικού λόγου και των καθηκόντων του δημοσιογράφου, απέναντι στο γεγονός κι απέναντι στο κοινό του.

Από τις πρώτες ώρες στο θρανίο στις σχολές δημοσιογραφίας ο πρωτόλειος δημοσιογράφος μαθαίνει την διάκριση γεγονότος κι ερμηνείας του. Με τις πρώτες τους, εξ άλλου, μελανιές στην σελίδα, οι επίδοξοι των μελλοντικών Πούλιτζερ, μυούνται στις πιο βασικές τεχνικές διασφάλισης της αντικειμενικότητας, της καθαρότητας και του κύρους στην παρουσίαση της είδησης, μακράν από κάθε ίχνος προσωπικού κι υποκειμενικού χρώματος, που θα μείωνε κι έθετε σε αμφισβήτηση το κύρος τους. Η καθαρή δημοσιογραφία των γεγονότων, η ειδησεογραφία των ‘hard news’, σε αντίθεση προς το ρεπορτάζ και τους «λογοτεχνικούς» όρους γραφής του δευτέρου, πρέπει να κρατά μακριά και να μην διαποτίζεται με το ανθρώπινο στοιχείο: η πραγματικότητα να μην παίρνει το χρώμα του φίλτρου μέσα από το οποίο αυτή μας δίνεται. Η κρίση του δημοσιογράφου φροντίζεται να μένει μακράν του προβαλλομένου γεγονότος, και πάντως, να διαχωρίζεται σαφώς το… αποστειρωμένο ‘γεγονός’ από την ‘ερμηνεία’ του.

Από νωρίς, ωστόσο, ο δόκιμος δημοσιογράφος μυείται και στην τεχνική πώς να ικανοποιήσει και το γεγονός ότι το «γιατί», η ερμηνεία, το πέμπτο «W» (με τις αναπόφευκτες συμπαραδηλώσεις της ερμηνείας, και άρα της υποκειμενικότητας), συνιστά ουσιαστική ανάγκη ώστε να εκτιμηθεί το γεγονός στις πραγματικές διαστάσεις του και στο πλαίσιο (context) που το νοηματοδοτεί. η ερμηνεία. Τεχνική εδώ, οι ερμηνείες «να αποδίδονται κάπου», και τούτο να γίνεται ισότιμα, αμερόληπτα και, έτσι, «αντικειμενικά»: η ερμηνεία του γεγονότος γίνεται γεγονός της ερμηνείας, κι η αντικειμενικότητα δεν αφορά μόνο το «τι», το «καθαρό γεγονός» (αν υπάρχει τέτοιο) αλλά την διαδικασία, την τεχνική της «έγκυρης» κι «αντικειμενικής» γραφής. Στο επιστημολογικό κριτήριο της είδησης σαν ακριβούς, πιστής, αναπαράστασης μιας «πραγματικότητας έξω από μας», προστίθεται το πραγματιστικό κριτήριο της αμεροληψίας κι ισότιμης μεταχείρισης των «ανθρώπινων» πηγών, το κριτήριο της «fairness», της ισόρροπης προβολής δηλαδή όλων των απόψεων.

Η μετανεωτερική αμφισβήτηση της φιλοσοφικής βάσης της «αντικειμενικότητας»

Αλλά, βεβαίως, η έννοια της αντικειμενικότητας δεν γεννήθηκε με την δημοσιογραφία. Ήδη, από τον 17ο αιώνα, τις μεταφυσικές και επιστημολογικές προϋποθέσεις της αναγνώρισης μιας «αντικειμενικής» πραγματικότητας έξω από μας, προσβάσιμης στην γνώση μας, προσυπογράφει η φιλοσοφική σχολή του θετικισμού κι η αισιοδοξία του διαφωτισμού πριν και πίσω από αυτόν. Αναγνωρίζεται, εξ άλλου, στην αντικειμενικότητα σαν τρόπο του ενεργείν της δημοσιογραφίας, μια οντολογική, μια επιστημολογική και μια μεθοδολογική - διαδικαστική διάσταση. Αυτές συγκλίνουν στις κανονιστικές επιταγές για περιγραφή του κόσμου όπως υπάρχει έξω από μας, με την μέγιστη ακρίβεια κι αναπαραστατικότητα που μπορούμε να τον γνωρίζουμε και με τις πιο πρόσφορες μεθόδους και τεχνικές που διασφαλίζουν κι εγγυούνται ή πάντως εγκυροποιούν την γνώση μας και τις προτάσεις ή αποφάνσεις μας γι’ αυτόν.

Υπόκειται, εξ άλλου, εδώ ένας «αφελής» ρεαλισμός, η κοινή αποδοχή πίσω από τις καθημερινές μας πρακτικές, ότι υφίσταται μια τέτοια πραγματικότητα έξω από μας, προσβάσιμη στην αντίληψή μας κι η οποία επαληθεύει ή διαψεύδει τις προτάσεις ή αποφάνσεις (ειδήσεις μας) γι’ αυτήν. Κοντολογίς, υπάρχει κι είναι δυνατή η αλήθεια.

Ο επίθεση που δέχθηκε η ποζιτιβιστική έννοια της αλήθειας στις τελευταίες «μετα-νεωτερικές» δεκαετίες είχε δραστικές συνέπειες στην διατύπωση των προταγμάτων του «αντικειμενικού δημοσιογραφικού λόγου». Η επιστημολογία που ανήγαγε την αντικειμενικότητα στο «μόνο τα γεγονότα» έπρεπε να αναμετρηθεί με την ανατροπή της επιστημολογίας της αναπαράστασης της αλήθειας έξω από μας ως μιας άχρηστης «μεταφοράς», όπως και με την απόρριψη της αφελούς μεταφυσικής μιας πραγματικότητας ανεξάρτητης από τους όρους πρόσληψής της. Την εγκατάλειψη των θετικιστικών προϋποθέσεων που ώριζαν την καταγραφή των γεγονότων με έννοιες ενός παθητικού εμπειρισμού.

Κύμα στο κύμα φιλοσόφων απορρίπτουν την δυνατότητα της «αντικειμενικής» αλήθειας, καν της χρησιμότητας η ανάγκης μιας θεωρίας της αλήθειας, π.χ ο Rorty ή ο Putnam. Οι διέξοδοι που προτείνουν στο επιστημολογικό αδιέξοδο συγκλίνουν στο «πραγματισμό», στην διαλογικότητα (π.χ. του Dewey) και την διυποκειμενική συμφωνία στους όρους της κοινής λογικότητας. ‘Ομοια πραγματιστικό επαναπροσδιορισμό παίρνει κι η αντικειμενικότητα σαν πρόταγμα αξιακό της δημοσιογραφίας σαν διαλογικής πρακτικής. Όχι η εξεύρεση μιας έξω από οπτικές γωνίες και εννοιολογικά πλαίσια «απόλυτης» περιγραφής της πραγματικότητας, αλλά η ανάπτυξη μεθόδων για έλεγχο της εγκυρότητας των επιλογών μιας ιστορίας, σε ό,τι προβάλλει ως γεγονότα, πηγές και οπτικές γωνίες.

 

Αντικειμενικότητα εκ των πραγμάτων ή... πραγματιστική αντικειμενικότητα;

Ο πρακτικός στόχος είναι να μεθερμηνευτούν τα γενικά κι ευρέα κριτήρια του προτάγματος της αντικειμενικότητας, σε συγκεκριμένα πρότυπα και διαδικασίες ελέγχου και κύρωσης (νεωστί: εγκυροποίησης), διαφορετικά, ίσως κι εξειδικευμένα σε διάφορους χώρους του επιστητού.

Εκεί που η παραδοσιακή αντικειμενικότητα απορρίπτει την ιδέα του δημοσιογράφου ερμηνευτού, η πραγματιστική αντικειμενικότητα δέχεται τον δημοσιογράφο σαν ένα ενεργητικό, ερμηνεύον και πολιτιστικά δρών υποκείμενο. Σκοπός του δημοσιογράφου δεν είναι ο ανεδαφικός στόχος να αποφύγει κάθε ερμηνεία, για να φτάσει σε ένα ανέφικτο καθαρό γεγονός έξω από τα εννοιολογικά μας σχήματα, αλλά να δώσει μια εικόνα ή ερμηνεία που ικανοποιεί αντικειμενικά κριτήρια αξιολόγησης.

Η πραγματιστική αντικειμενικότητα, δηλαδή, υπείκει σε μια αντικειμενική στάση κατασκευής της ιστορίας που σέβεται καθορισμένα κριτήρια και διαδικασίες, και που συνδυάζει επιστημικές και διαδικαστικές έννοιες της αντικειμενικότητας, όπως αυτές ορίζουν την έλλογη, αντικειμενική έρευνα στην δημοσιογραφία. Η θεμελίωση σε μια πραγματικότητα έξω από μας, ανταλλάσσεται με την πραγματικότητα της θεμελίωσης σε διϋποκειμενικά κριτήρια εγκυρότητας, βασιμότητας και έλλογης διαλογικότητας. Ο λόγος βρίσκει το θεμέλιο του στον διάλογο και τους όρους της ιδεατής λογικότητας.

Σαν καλοί πολίτες οι φοιτητές μας της δημοσιογραφίας, μαθαίνουν να σέβονται τα διυποκειμενικά καθωρισμένα αυτά κριτήρια ελέγχου της εγκυρότητας του δημοσιογραφικού των λόγου, προκρίνοντας την διαφάνεια μεθόδων και προθέσεων, την σαφή διάκριση της πρόθεσης προβολής γεγονότος ή ερμηνείας του, αλλά πάνω από όλα, αναγνωρίζοντας το δικαίωμα και την δυνατότητα του δέκτη να γνωρίσει και να γνωρίζει ή να έχει την κρίση να διακρίνει πότε πιο έγκυρα γνωρίζει. Οι δόκιμοι δημοσιογράφοι μας σέβονται κι υπηρετούν αυτή την κρίση, αλλά, πάνω από όλα, σαν οιονεί φιλόσοφοι, γνωρίζοντας να διακρίνουν σαφώς την διαφορά ανάμεσα στο να πιστεύει κανείς ότι γνωρίζει και να γνωρίζει ότι (απλά) πιστεύει.

 

Τα ακίνητα της εβδομάδας

Altamira doValue Group
Youtube logo

SigmaLive App

Κατεβάστε την εφαρμογή στο κινητό σας για άμεση και γρήγορη ενημέρωση.

AppStore App LinkGoogle PlayStore App Link

Ακολουθήστε μας

Παρακολουθήστε τις εξελίξεις μέσω των social media του SigmaLive


Newsletter

Εγγραφείτε στο Newsletter και μείνετε πάντα ενήμεροι!

Εγγραφή στο Newsletter