Αν σε μια δεκαετία από σήμερα κοιτάξουμε πίσω στο χρόνο και προσπαθήσουμε να φέρουμε στο μυαλό μας τη φετινή σεζόν του ιταλικού πρωταθλήματος, το πρώτο πράγμα που θα θυμηθούμε δεν θα είναι η κατάκτηση του «σκουντέντο» από την Ίντερ, ούτε η επιστροφή της Γιουβέντους στα σαλόνια των μεγάλων, ούτε φυσικά η παρουσία του Ροναλντίνιο στη Μίλαν. Το φετινό «Καμπιονάτο» θα μείνει στην ιστορία σαν η χρονιά που αποφάσισαν να βάλουν τέλος στην καριέρα τους τρία από τα μεγαλύτερα ονόματα της σύγχρονης ιστορίας του αθλήματος.
Από την Κυριακή 31 Μαΐου, το ιταλικό αλλά και το παγκόσμιο ποδόσφαιρο έγιναν κατά πολύ φτωχότερα, αφού με την ολοκλήρωση του πρωταθλήματος ολοκληρώθηκε και η καριέρα τριών τεράστιων ποδοσφαιριστών και προσωπικοτήτων. Των Πάβελ Νέντβεντ, Λουίς Φίγκο και φυσικά του μεγάλου αρχηγού, Πάολο Μαλντίνι.

Στην πορεία του χρόνου, στο ποδοσφαιρικό στερέωμα εμφανίστηκαν αρκετοί παίκτες οι οποίοι προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν το όνομα και την ιστορία των πατεράδων τους και για να κτίσουν και αυτοί αντάξια καριέρα. Τις περισσότερες φορές, φυσικά, το γονίδιο και η κληρονομικότητα δεν ήταν από μόνα τους αρκετά για να τους την εξασφαλίσει, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό του Τζόρντι Κρόιφ. Η οικογένεια Μαλντίνι, όμως, ήταν μια ξεχωριστή, ιδιαίτερη περίπτωση.
Το καλοκαίρι του 1968, όταν ο Τσέζαρε αποφάσιζε να βάλει τέλος στην ποδοσφαιρική του καριέρα, ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο άνοιγε στη ζωή του, αλλά και για την ιστορία του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Στις 26 Ιουνίου, η σύζυγος του Τσέζαρε έφερνε στη ζωή ένα υγιέστατο αγοράκι ονόματι Πάολο, το οποίο έμελλε να γίνει ένας ζωντανός θρύλος της Μίλαν και του ιταλικού ποδοσφαίρου.

Υποστήριζε «Γιούβε»!
Τι και εάν ο πατέρας του φόρεσε περισσότερες από 400 φορές και για 12 χρόνια τη φανέλα της Μίλαν, ο Πάολο υποστήριζε από μικρός τη Γιουβέντους! Δεν άργησε όμως να καταλάβει πως το πεπρωμένο του είχε απόχρωση «κόκκινου» με «μαύρο». Το 1978, σε ηλικία 10 ετών, γράφτηκε στις Ακαδημίες της μεγάλης Μίλαν. Μπορεί τότε να μην το είχε καταλάβει, όμως η ιστορία άρχισε να γράφεται.

Γεννημένος αρχηγός!
Από πολύ μικρή ηλικία, ο Πάολο φανέρωσε τις ηγετικές του αρετές και φυσικά το τεράστιο ποδοσφαιρικό του ταλέντο. Δεν λέμε, σίγουρα βοήθησε και το όνομα του πατέρα, από μόνο του όμως δεν θα μπορούσε να του χαρίσει το περιβραχιόνιο σε όλες τις «μικρές» ομάδες της Μίλαν. Στα 16 του χρόνια, το όνειρο του Πάολο έγινε πραγματικότητα. Στις 20 Ιανουαρίου του 1985 κλήθηκε στην αποστολή των «ροσονέρι» για το παιχνίδι με την Ουντινέζε. Η παρουσία του φάνταζε τυπική, έλα όμως που τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά. Ο τραυματισμός του Σέρτζιο Μπατιστίνι, σε συνδυασμό με κάποιες άλλες απουσίες, αναγκάζει τον τότε προπονητή της ομάδας Νιλς Λίντχολμ να τον ρίξει στο παιχνίδι. Αυτή ήταν η πρώτη του επαφή με το «Καμπιονάτο», αν και χρειάστηκε να περάσουν έξι μήνες για να αγωνιστεί ξανά.

Οι πρώτοι τίτλοι
Με την έναρξη της επόμενης σεζόν (1987-88) και σε ηλικία 17 ετών, ο Μαλντίνι ήταν πλέον σε θέση να διεκδικήσει θέση βασικού. Δέκα μήνες αργότερα, πανηγύρισε τον 1ο από τους 7 τίτλους πρωταθλήματος. Την ίδια χρονιά, κλήθηκε στη Εθνική Ελπίδων της «σκουάντρα ατζούρα», με προπονητή τον… πατέρα του. Κανείς όμως δεν τόλμησε να μιλήσει για οικογενειακή εύνοια, αφού με το καλημέρα ο Πάολο απέδειξε πως ήταν μια ξεχωριστή πάστα ποδοσφαιριστή. Όπως αναμενόταν, η κλήση για την Εθνική Ανδρών ήταν θέμα χρόνου και, όντως, δεν άργησε. Αμέσως μετά το ντεμπούτο του με την Εθνική Ιταλίας (31/03/1988), ένα ολόκληρο έθνος να μιλάει για το ανερχόμενο αστέρι του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, και ο Πάολο δεν τους απογοήτευσε…
Το Μάιο του 1989 ήρθε και ο πρώτος ευρωπαϊκός τίτλος. Θύμα της μεγάλης Μίλαν της δεκαετίας του '80 και του '90 η Στεάουα Βουκουρεστίου, την οποία συνέτριψε με 4-0 στον τελικό. Ένα χρόνο αργότερα δήλωσε παρών στο Μουντιάλ της Ιταλίας και τα υπόλοιπα είναι λίγο-πολύ γνωστά σε όλους.

Τα πήρε όλα!
Εφτά πρωταθλήματα Ιταλίας, δύο κύπελλα, πέντε Σούπερ Καπ, πέντε Τσάμπιονς Λιγκ (τα δύο Πρωταθλητριών), πέντε Σούπερ Καπ Ευρώπης, δύο Διηπειρωτικά Κύπελλα και ένα Κύπελλο Συνομοσπονδιών. Αμέτρητες και οι ατομικές διακρίσεις του Πάολο Μαλντίνι. Καλύτερος Ευρωπαίος παίκτης κάτω των 21 (1989), ΜVΡ τελικού του Τσάμπιονς Λιγκ (2003), Καλύτερος αμυντικός του Καμπιονάτο (2004), Μέλος της Κορυφαίας ομάδας του Μουντιάλ (1994), Μέλος της Κορυφαίας ομάδας του Τσάμπιονς Λιγκ (1996, 2000), Μέλος της Καλύτερης ομάδας Ουέφα (2003, 2005), Καλύτερος αμυντικός του Τσάμπιονς Λιγκ (2007), Αρχηγός της Εθνικής Ιταλίας (1994-2002) και Ρεκόρ συμμετοχών στην Εθνική Ιταλίας (126) ήταν οι πιο σημαντικές.

Το αντίο της «ντροπής»
Φέτος, πήρε τη μεγάλη απόφαση να πει αντίο στο ποδόσφαιρο. Στις 24 Μαΐου, πραγματοποίησε την τελευταία του εμφάνιση στο Σαν Σίρο, όπου η Μίλαν γνώρισε την ήττα με 3-2 από τη Ρόμα. Η φιέστα είχε στηθεί για το "αντίο" του μεγάλου αρχηγού, το οποίο δεν στιγματίστηκε μόνο από την ήττα από του Ρωμαίους, αλλά και από τη στάση των φανατικών οπαδών της Μίλαν στην «Curva Sud». Η στάση των φίλων των «ροσονέρι» ήταν επικριτική καθ’ όλην τη διάρκεια του αγώνα, με μηνύματα και πανό κατά του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, τον οποίο καλούσαν να δώσει χρήματα για μετεγγραφές ή να αποχωρήσει.
Όταν ο Μαλντίνι έκανε για τελευταία φορά το γύρο του θριάμβου στο «Σαν Σίρο», αναρτήθηκε ένα πανό με το εξής μήνυμα: «Ευχαριστούμε αρχηγέ: Στο γήπεδο αιώνιος πρωταθλητής, αλλά έχασες το σεβασμό σου προς αυτούς που σε έκαναν πλούσιο».
Αμέσως μετά, οι οπαδοί της «Curva Sud» άρχισαν να τραγουδούν «υπάρχει μόνο ένας αρχηγός» φορώντας τη φανέλα του Φράνκο Μπαρέζι, από τον οποίο ο Μαλντίνι πήρε το περιβραχιόνιο το 1997. Η αντίδραση του 40χρονου αμυντικού ήρθε άμεσα: «Είμαι χαρούμενος που δεν είμαι δικός σας».