Τι σημαίνει η άσκηση της Προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Η προεδρεύουσα χώρα εκπροσωπεί την ΕΕ σε διεθνείς διασκέψεις, διοργανώνει συναντήσεις και καταρτίζει την ημερήσια διάταξη του Συμβουλίου, της Επιτροπής και της ΚΟΡΕΠΕΡ

Η ΧΩΡΑ ΜΑΣ αποτελεί το τρίτο κομμάτι του παζλ στο «τρίο» Πολωνίας-Δανίας-Κύπρου, που ασκεί την Προεδρία από πέρσι τον Ιούλιο

Η ανάληψη της Προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ γίνεται εκ περιτροπής, απ’ όλα τα κράτη μέλη και διαρκεί έξι μήνες, είτε από την 1η Ιανουαρίου μέχρι την 30ή Ιουνίου, είτε από την 1η Ιουλίου μέχρι την 31η Δεκεμβρίου. Όπως έχει διαμορφωθεί ο σχεδιασμός της ΕΕ, οι Προεδρίες πλέον ασκούνται από τα «τρίο» χωρών, δηλαδή από τρία προκαθορισμένα κράτη-μέλη, τα οποία διαμορφώνουν, σε μεγάλο βαθμό, κοινό προγραμματισμό, για τον ενάμιση χρόνο που θα λαμβάνουν με τη σειρά τα ηνία του Συμβουλίου. Στόχος του «τρίο Προεδρίας» είναι να δίδεται η δυνατότητα πιο μακροχρόνιου προγραμματισμού και μεγαλύτερης συνοχής στην εναλλαγή της σκυτάλης, ανάμεσα στις προεδρεύουσες χώρες. Η Κύπρος θα κληθεί να ασκήσει εκ νέου την Προεδρία μετά το 2020, έτος κατά το οποίο ολοκληρώνεται ο κύκλος των προγραμματισμένων «τρίο».

Το «τρίο» μας


Η χώρα μας αποτελεί το τρίτο κομμάτι του παζλ στο «τρίο» Πολωνίας-Δανίας-Κύπρου, που ασκεί την Προεδρία από πέρσι τον Ιούλιο. Ως είθισται, το «τρίο» μας ετοίμασε 18μηνο Πρόγραμμα, κατόπιν συνεργασίας μεταξύ των αρμοδίων των τριών κρατών-μελών, το οποίο καταρτίστηκε σε συνεργασία με άλλα θεσμικά όργανα της ΕΕ. Σε στρατηγικό επίπεδο, καταγράφονται οι βασικές, τρέχουσες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ένωση και οι γενικές θεματικές που θα απασχολήσουν τις τρεις Προεδρίες. Σε επιχειρησιακό επίπεδο, περιλαμβάνονται τα κύρια θέματα, ανά σύνθεση του Συμβουλίου της ΕΕ. Το πρόγραμμα εγκρίθηκε από το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων τον Ιούνιο του 2011, λίγο πριν ξεκινήσει η Πολωνία να ασκεί την Προεδρία της.

Βασικές αρμοδιότητες

Όπως επισημαίνεται στην επίσημη ιστοσελίδα της Κυπριακής Προεδρίας www.cy2012.eu, «η ανάληψη της Προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ αποτελεί προνόμιο και υποχρέωση του κάθε κράτους-μέλους της ΕΕ, που εισήχθη με τη Συνθήκη για την Εγκαθίδρυση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το 1957». Η προεδρεύουσα χώρα του Συμβουλίου της ΕΕ είναι επιφορτισμένη με τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας του Συμβουλίου, εκπροσωπεί την ΕΕ σε διεθνείς διασκέψεις, διοργανώνει συναντήσεις και καταρτίζει την ημερήσια διάταξη για το Συμβούλιο, την Επιτροπή των Μόνιμων Αντιπροσώπων (στην οποία πιο συχνά οι αξιωματούχοι και οι διπλωμάτες αναφέρονται με το ακρωνύμιο ΚΟΡΕΠΕΡ, το οποίο προκύπτει από τη γαλλική ονομασία της, που είναι Comit? des Repr?sentants Permanents, αν και κάποτε χρησιμοποιείται στα Ελληνικά το ακρωνύμιο ΕΜΑ) και τις συναντήσεις άλλων προπαρασκευαστικών οργάνων του Συμβουλίου.

Συχνά η προεδρεύουσα χώρα καλείται να διαδραματίσει ρόλο μεσολαβητή, προωθώντας πολιτικές ανάμεσα στους εταίρους και προσπαθώντας να επιλύσει διαφωνίες οι οποίες προκύπτουν επί διαφόρων ζητημάτων, ώστε να επιτυγχάνεται συναίνεση, όταν τα θέματα οδηγηθούν στα αρμόδια όργανα. Έχει, επίσης, την ευθύνη των φακέλων και εργάζεται με στόχο το κλείσιμό τους. Όταν ένα κράτος-μέλος ασκεί την Προεδρία, η συνήθης πρακτική είναι να προωθεί και κάποια ζητήματα τα οποία θεωρεί το ίδιο σημαντικά, αναδιαμορφώνει, δηλαδή, την ατζέντα του Συμβουλίου, προσδίδοντάς της και τον δικό του πολιτικό χαρακτήρα.

Γενικές ευθύνες

Η προεδρεύουσα χώρα ενεργεί υπό εκτελεστική ιδιότητα. Πέραν των οργανωτικών της αρμοδιοτήτων, εκπροσωπεί το Συμβούλιο σε συναντήσεις με τα άλλα σώματα της ΕΕ -κυρίως με το Κοινοβούλιο και την Επιτροπή- και είναι υπεύθυνη να προωθεί πρωτοβουλίες για την προαγωγή της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και την ομαλή λειτουργία των θεσμικών οργάνων της ΕΕ. Φροντίζει, επίσης, για τη διασφάλιση της συνέχειας στην ευρωπαϊκή πολιτική. Μια από τις σημαντικότερες «δουλειές» της Προεδρίας είναι η συνομολόγηση διεθνών συμφωνιών εκ μέρους της Ένωσης.

Το μέγεθος μετρά;

Το κράτος-μέλος που ασκεί την Προεδρία επιδίδεται σε ένα ιδιαίτερα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων, το οποίο, πολλές φορές, στις μικρές χώρες φαίνεται «βουνό». Όπως, όμως, επισημαίνουν Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, τα μικρότερα κράτη, φοβούμενα την αδυναμία τους να ανταποκριθούν στις διάφορες δράσεις που πρέπει να αποπερατώσουν με την ανάλογη ευχέρεια που τις αντιμετωπίζουν οι μεγάλες χώρες, συχνά είναι καλύτερα προγραμματισμένα και προετοιμασμένα, ώστε να υπερκαλύψουν σε προπαρασκευαστικό επίπεδο τις αδυναμίες που προκαλεί το μέγεθός τους. Κατά πόσον αυτό ισχύει και στην περίπτωση της Κύπρου, θα αρχίσουμε να το διαπιστώνουμε από σήμερα. Αν και στην πραγματικότητα το μέγεθος του κράτους-μέλους δεν μετρά κατά την ενάσκηση της Προεδρίας (άλλωστε συχνά προστρέχουν να προσφέρουν βοήθεια και μεγαλύτερες χώρες) εκεί που διαδραματίζει ρόλο είναι στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.

Τι είναι το Συμβούλιο της ΕΕ και πώς λειτουργεί νομοθετικά

Το Συμβούλιο της ΕΕ, το οποίο θεσπίζει, συνήθως μαζί με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, πράξεις που έχουν άμεσες συνέπειες στη ζωή των πολιτών, είναι το όργανο της Ένωσης στο οποίο συμμετέχουν οι εκπρόσωποι των κυβερνήσεων των κρατών μελών, δηλαδή οι υπουργοί εκάστου κράτους μέλους που έχουν την αρμοδιότητα ενός συγκεκριμένου τομέα. Υπάρχουν 10 διαφορετικές συνθέσεις, τις οποίες προεδρεύει η χώρα που ασκεί την Προεδρία, με εξαίρεση αυτήν των Εξωτερικών Υποθέσεων, της οποίας προεδρεύει η Ύπατη Εκπρόσωπος της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας. Οι υπόλοιπες εννέα είναι:

1. Γενικών Υποθέσεων
2. Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων
3. Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Θεσμών
4. Απασχόλησης, Κοινωνικής Πολιτικής, Υγείας και Καταναλωτών
5. Ανταγωνιστικότητας
6. Μεταφορών, Τηλεπικοινωνιών και Ενέργειας
7. Γεωργίας και Αλιείας
8. Περιβάλλοντος
9. Παιδείας, Νεολαίας, Πολιτισμού και Αθλητισμού

Τα βασικά καθήκοντα του Συμβουλίου των Υπουργών, όπως αναφέρονται στην ιστοσελίδα του ww.consilium.europa.eu είναι να:

· εκδίδει νομοθετικές πράξεις (κανονισμούς, οδηγίες, κλπ.), συνηθέστερα σε «συναπόφαση» με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
· συμβάλλει στον συντονισμό των πολιτικών των κρατών μελών όπως, πχ, στα οικονομικά ζητήματα,
· χαράσσει την εξωτερική πολιτική και την πολιτική ασφάλειας, βάσει στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών που έχει καθορίσει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (το οποίο δεν ασκεί νομοθετική λειτουργία),
· συνάπτει, εξ ονόματος της Ένωσης, διεθνείς συμφωνίες,
· καθορίζει, από κοινού με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τον προϋπολογισμό της Ένωσης.

Το Συμβούλιο, μαζί με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, διεκπεραιώνει το νομοθετικό έργο της Ένωσης. Στις περισσότερες περιπτώσεις, το Συμβούλιο μπορεί να νομοθετεί μόνο βάσει προτάσεων που του υποβάλλει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Το Συμβούλιο δύναται να ζητήσει από την Επιτροπή να του υποβάλει κατάλληλες προτάσεις. Μεταξύ άλλων, έχει τη βασική ευθύνη για τον συνολικό συντονισμό των οικονομικών πολιτικών και εγκρίνει, μαζί με το Κοινοβούλιο, τον προϋπολογισμό της ΕΕ. Από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, ένα εκατομμύριο πολίτες μπορούν, με την υπογραφή τους, να ζητήσουν από την Επιτροπή να υποβάλει κάποια πρόταση.

Για να επιτευχθεί πλειοψηφία στο Συμβούλιο, θα πρέπει η πλειοψηφία των κρατών-μελών να δώσουν την έγκρισή τους (σε ορισμένες περιπτώσεις τουλάχιστον τα δύο τρίτα) και επί του συνόλου των 345 ψήφων, να συγκεντρωθούν τουλάχιστον 255 υπέρ της πρότασης. Ένα κράτος-μέλος μπορεί επίσης να ζητήσει να ελεγχθεί κατά πόσον η πλειοψηφία αντιπροσωπεύει το 62% τουλάχιστον του συνολικού πληθυσμού. Εάν αυτό δεν ισχύει, η πρόταση δεν μπορεί να εγκριθεί. Στις ψηφοφορίες που αφορούν ευαίσθητα θέματα, όπως η ασφάλεια, οι εξωτερικές υποθέσεις και η φορολογία, οι αποφάσεις του Συμβουλίου πρέπει να είναι ομόφωνες. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και μία μόνον χώρα μπορεί να θέσει βέτο σε μιαν απόφαση.

Εδώ είναι, λοιπόν, που το μέγεθος μετράει (αλλά δεν σχετίζεται με το καθεστώς της κάθε χώρας, αν δηλαδή προεδρεύει ή όχι). Οι ψήφοι κατανέμονται αναλογικά. Ως εκ τούτου Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία και ΗΒ έχουν από 29, Ισπανία και Πολωνία από 27, η Ρουμανία έχει 14, οι Κάτω Χώρες 13, Το Βέλγιο η Τσεχία, η Ελλάδα, η Ουγγαρία και η Πορτογαλία έχουν από 12 ψήφους, η Βουλγαρία η Αυστρία και η Σουηδία 10, η Δανία, η Ιρλανδία, η Λιθουανία, η Σλοβακία και η Φινλανδία 7, η Κύπρος, η Εσθονία, η Λετονία, το Λουξεμβούργο και η Σλοβενία 4 ψήφους και η Μάλτα μόνο 3.