Ο Φώτος Φωτιάδης πάντα σφριγηλός και γεμάτος δημιουργικές ιδέες
Είχα πολύ καιρό να δω τον Δρα Φώτο Φωτιάδη, Πρόεδρο του Ομίλου Εταιριών Φώτος Φωτιάδης, όπως και του ομώνυμου κοινωφελούς επιστημονικού και πολιτιστικού ιδρύματος, αθλητικό και πολιτιστικό παράγοντα, έναν από τους ελάχιστους επιτυχημένους επιχειρηματίες του τόπου που αγαπά το βιβλίο και την πνευματική καλλιέργεια (κάθε νύχτα πριν κοιμηθεί, είναι απαραίτητη γι’ αυτόν, μια ώρα ανάγνωσης, όπως με πληροφόρησε). Για ευχάριστη έκπληξή μου, η χειραψία του είναι όπως πάντα στιβαρή, η φυσική του κατάσταση αθλητική, το πνευματικό του παράστημα ζωηρό και σπινθηροβόλο. Κι όμως έκλεισε τα 90 τον Οκτώβρη που μας πέρασε! Τα γιόρτασε, όπως κάθε χρόνο, με ένα μεγάλο οικογενειακό πάρτι. «Ήταν για μένα μεγάλη συγκίνηση γιατί είχα κοντά μου όλα τα παιδιά και τα εγγόνια μου», μου είπε.
Δυο μάτια ήλιοι στο ποδήλατο
Ο Φώτος Φωτιάδης έχει 5 παιδιά, τη Γιολάντα (από τον πρώτο του γάμο με την μ. Αίγλη), τον Παύλο, την Ιλόνα, τον Αλέξη και τη μικρότερη Καρολίνα, τη γνωστή πρωταθλήτρια τένις. Τα τέσσερα μεγαλύτερα παιδιά του, του χάρισαν 13 εγγόνια και ένα δισέγγονο, κοριτσάκι τριών μηνών, από τον εγγονό του Χάρη, γιο της μεγάλης κόρης του Γιολάντας.
Είναι προφανές ότι η οικογένειά του, μαζί με τη δουλειά του, είναι οι μεγάλες αγάπες και το πάθος της ζωής του. «Έζησα πλήρη αφοσίωση και απορρόφηση στην οικογένεια, στα παιδιά μου, στη γυναίκα μου Μαρία, που είναι εξαιρετική μητέρα και σύζυγος, άνθρωπος γνήσιων αισθημάτων και ηθικός χαρακτήρας», μου είπε. Κρατώ την περιγραφή του για την πρώτη φορά που την αντίκρισε, δέκα χρόνια μετά το διαζύγιό του από την πρώτη του σύζυγο: «Εκείνη την ημέρα περπατούσα στο δρόμο πηγαίνοντας στο φαρμακείο. Είδα ξαφνικά δυο μάτια ήλιους πάνω σε ένα ποδήλατο, μαζί με τη ρακέτα της. Επέστρεφε από το τένις. Αυτό ήταν, την αναζήτησα παντού μέχρι που τη βρήκα». Την παντρεύτηκε το 1961 κι έκαναν το μήνα του μέλιτος στο ξενοδοχείο «Βερεγγάρια» στον Πρόδρομο, όπως και με την πρώτη του σύζυγο (το συγκεκριμένο ξενοδοχείο ήταν ένα από τα πιο κοσμικά της Κύπρου, την περίοδο 1930-1970).
Άσκηση για μια ζωή
Ο αθλητισμός, βέβαια, είναι η τρίτη βασική παράμετρος στη ζωή του Φώτου Φωτιάδη, που υπήρξε στα νιάτα του πρωταθλητής στο δίσκο, στη σφαίρα, στο βόλεϊ, ενώ είναι μέχρι σήμερα, χειμερινός κολυμβητής. Είναι ένας από τους πρώτους πέντε χιονοδρόμους της Κύπρου που εισήγαγαν στο νησί το άθλημα αυτό από το 1942. Το 1945, στους πρώτους χιονοδρομικούς αγώνες της Κύπρου, κατετάγη πρώτος (μου έδειξε περήφανος το μικρό ασημένιο κύπελλο που του απονεμήθηκε, όπου γράφει «Cyprus Ski Cοmpetition First Prize Photos Photiades Troodos 1945»). Όπως είναι γνωστό, το αθλητικό κύτταρο πέρασε και στα παιδιά του, αφού ο Αλέξης, ο Παύλος και η Καρολίνα εκπροσώπησαν την Κύπρο κατ’ επανάληψιν σε χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες στο άθλημα του σκι. «Είναι όλοι και πολύ καλοί στο τένις. Τους άρχισα και στα δύο αυτά αγωνίσματα από τα τρία τους χρόνια καθώς και ιππασία. Διατηρούσαμε πάντα άλογα. Έχουμε γήπεδο τένις στο σπίτι και εγώ μέχρι πριν από τέσσερα χρόνια έπαιζα κάθε πρωί στις έξι».
Η άθληση είναι κομμάτι της μέρας του στα 90 του χρόνια. «Ξυπνώ καθημερινά στις 6 το πρωί, γυμνάζoμαι για μια ώρα στο σπίτι, διαβάζω όλες τις εφημερίδες, κάνω κάποια επαγγελματικά τηλεφωνήματα και πάω στο γραφείο μου γύρω στις 10. Επιστρέφω στις 2.30 μ.μ. στο σπίτι για ξεκούραση και μεσημεριανό ύπνο μιας ώρας περίπου, που μου κάνει πολύ καλό επειδή συνήθως εργάζομαι μέχρι αργά. Επανέρχομαι στο γραφείο γύρω στις 5.30 και αν δεν έχω να πάω πουθενά το βράδυ, μπορεί να δουλέψω και μέχρι τις 10-11μ.μ.».
Ένα πανεπιστήμιο διαρκείας
ΜΙΑ από τις πρώτες μου ερωτήσεις προς τον Δρα Φωτιάδη αφορούσε βέβαια την πορεία του επιχειρηματικού του ομίλου και έσπευσε να εκφράσει την ικανοποίησή του γιατί όλα τα παιδιά του «εργάζονται στην εταιρεία». Και πρόσθεσε: «Είναι μια οικογενειακή επιχείρηση, που ίδρυσα με αίμα και ιδρώτα και τη λατρεύω. Ευτυχώς όλα τα παιδιά μου, με δική τους πρωτοβουλία, χωρίς να προσπαθήσω να τους επηρεάσω καθόλου, αποφάσισαν να την ακολουθήσουν» - προφανώς γιατί έζησαν δίπλα του από κοντά και εκτίμησαν τη ζωή του επιχειρηματία, τις ευκαιρίες που του προσφέρονται για να διευρύνει τους ορίζοντες του πνεύματος και της ζωής, να ταξιδέψει στον κόσμο, να έρθει σε επαφή με πολλούς ανθρώπους και πολιτισμούς στο εξωτερικό και να κερδίσει όλην αυτήν την καταπληκτική, κοινωνική και γενική μόρφωση.
Και την περιπέτεια, αντιλαμβάνομαι…
Μια περιπέτεια είναι ολόκληρη η ζωή μας, που περιλαμβάνει βέβαια και τα λάθη μας, αφού κάνουμε όλοι λάθη, φτάνει να μαθαίνουμε από αυτά. Όμως η επιχείρηση, όταν ξέρεις να τη δαμάσεις και να τη χειριστείς σωστά, είναι από μόνη της ένα πανεπιστήμιο διαρκείας. Αν ένας έχει ανοικτά τα μάτια του και μελετά τον κόσμο, την κουλτούρα και τη νοοτροπία των άλλων, είναι σαν να διαβάζει κάθε φορά ένα ολόκληρο βιβλίο, όταν πηγαίνει σε μια ξένη χώρα. Όσα και να διαβάσεις, τίποτα δεν μπορεί να αντικαταστήσει την προσωπική εμπειρία και επαφή. Ο επιχειρηματίας, λοιπόν, γνωρίζει στο βάθος τους τούς ανθρώπους. Ο άνθρωπος δείχνει τον πραγματικό του εαυτό, μόνο όταν θίγεται το συμφέρον του. Και ένας σωστός επιχειρηματίας που προσέχει τις λεπτομέρειες και εμβαθύνει στα πράγματα, διδάσκεται από το συνομιλητή του, το συνεργάτη του, αυτόν με τον οποίο διαπραγματεύεται, μαζεύοντας εμπειρίες και γνώσεις και μόρφωση πολύ χρήσιμα στην καθημερινή του ζωή. Γι’ αυτό ευχαριστήθηκα πολύ όταν τα παιδιά μου επέλεξαν να σπουδάσουν οικονομικά και διοίκηση επιχειρήσεων - γιατί σε λίγα επαγγέλματα είσαι τόσο ανεξάρτητος, κύριος του εαυτού σου και σου χαρίζει τόση ευρύτητα πνεύματος όσο η σωστή επιχείρηση. Σε βάζει μέσα στην ψυχή του άλλου. Και όταν διαπραγματεύεσαι με κάποιον, είναι πολύ χρήσιμο να χρησιμοποιείς το ένστικτο και τη διαίσθησή σου για να διαγνώσεις μέσα από το λόγο του συνομιλητή σου, τις προθέσεις του και μέχρι πού φθάνει η υποχωρητικότητά του, ώστε να αποφασίσεις την πορεία σου για καλύτερα αποτελέσματα. Είναι επιστήμη η διαπραγμάτευση. Είναι κάτι που δυστυχώς λείπει από τους πολιτικούς και κρατικούς μας και γι’ αυτό λέω -και το έγραψα και σε άρθρο μου πρόσφατα- ότι κυβερνητικοί υπάλληλοι που μπαίνουν σε έναν άγνωστο τομέα για να διαπραγματευτούν τεράστιες, κολοσσιαίες επιχειρήσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων με πεπειραμένους διαπραγματευτές, θα πρέπει να συνοδεύονται από ειδικούς και έμπειρους που είναι γνώστες, χορτάτοι του θέματος.
Πρωτεύον η ικανοποίηση της δημιουργίας, δευτερεύον το χρήμα
Ο πατέρας μου ήταν ήσυχος, κέρδισα την εμπιστοσύνη του. Έτσι, χωρίς να το συνειδητοποιήσω, πήρα το βάπτισμα του επιχειρηματικού πυρός
Ποια είναι η σχέση σας με το χρήμα;
Το χρήμα είναι το μέσον για να δημιουργήσεις, ειδικά όταν είσαι στον τομέα των επιχειρήσεων. Το μέτρο που μετριέται η επιτυχία ενός επιχειρηματία, είναι το πόσα λεφτά κάνει, όπως το μέτρο που μετριέται η επιτυχία ενός επιστήμονα, είναι οι επιστημονικές έρευνες και μελέτες που παρουσιάζει. Όμως, μετά από ένα σημείο που ο επιχειρηματίας εξασφαλίζει το μέλλον των παιδιών και της οικογένειάς του και μπαίνει η επιχείρηση σε ανοδική πορεία και εξελίσσεται με βάση τις ιδέες και τα σχέδιά του, τότε το πρωτεύον πλέον είναι η ικανοποίηση της δημιουργίας. Αυτή είναι η πραγματική αμοιβή του επιτυχημένου επιχειρηματία.
Εκτός από χρήματα, τι σας έδωσε ο κόσμος των επιχειρήσεων;
Την ευκαιρία να σπουδάσω τον άνθρωπο και να μορφωθώ πραγματικά. Σημείωσε ότι δεν μπόρεσα να πάω να σπουδάσω στο εξωτερικό μετά το Παγκύπριο Γυμνάσιο, λόγω του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, αλλά λόγω δίψας για μάθηση, σπούδασα με αλληλογραφία και πήρα διάφορα πτυχία ξεκινώντας από το επάγγελμά σου, δηλαδή Δημοσιογραφία, «Short Story Writing» λογιστική, εμπορικήν αλληλογραφία, διοίκηση επιχειρήσεων και οικονομικά, ενώ μελέτησα και νομικά. Πήρα δοκτοράτο στα 69 μου χρόνια στο πανεπιστήμιο του Μπέβερλι Χιλς των ΗΠΑ». Η διατριβή μου είχε θέμα: «Cyprus, the Nature Blessed Sunkised Island».
Ο Χατζηγιακουμής και το βάπτισμα του πυρός
Γεννημένος το 1920 στη διάρκεια της βρετανικής αποικιοκρατίας, ο τέταρτος στη σειρά από οκτώ αδέλφια μιας εύπορης επιχειρηματικής οικογένειας, ο Φώτος Φωτιάδης τέλειωσε το δημοτικό σχολείο του χωριού του Αγκαστίνας Αμμοχώστου, πριν φοιτήσει και αποφοιτήσει από το μεγάλης επιρροής τότε, Παγκύπριο Γυμνάσιο Λευκωσίας. Μου μίλησε για τον πατέρα του Ιάκωβο - Κουμή - αυτοδημιούργητο εκ του μηδενός, τον άνθρωπο που του φύτεψε στην καρδιά και στο μυαλό του, τον σπόρο της επιχειρηματικότητας.
«Ο πατέρας μου Κουμής, που έγινε αργότερα Χατζηκουμής, έχασε στα 5 του χρόνια τον πατέρα του και έμεινε με μόνη περιουσία του, πέντε πρόβατα και μια φιλάσθενη μητέρα. Πήγε στο δημοτικό μέχρι την τετάρτη τάξη. Στα 9 χρόνια του, ένας προύχοντας του χωριού, εκτίμησε την ποιότητα και εργατικότητά του και του έδωσε ένα "στιάδι" (σκεπασμένος ηλιακός σπιτιού), 25 δράμια καφέ, μια οκά ζάχαρη, ένα "τζισβέ" (δοχείο του καφέ), μερικά ποτήρια φτιαγμένα με κονσέρβες συμπυκνωμένου γάλακτος και άνοιξε το πρώτο καφενείο στην Αγκαστίνα. Είχε για τραπέζι, μια πέτρα που φτιάχνουν το ρέσι μ’ ένα πανέρι από πάνω και μερικές πέτρες για καρέκλες. Όλο το χωριό αγκάλιασε τον "προκομμένο" Κουμή και σιγά - σιγά το καφενείο εξελίχθηκε σε μπακάλικο, ταβέρνα, εστιατόριο, επεξετάθη σε χάνι και ξενώνα.
»Στη συνέχεια αγόρασε κτήματα για γεωργία, ένα σπίτι με μεγάλη αυλή που το έκανε μάντρα για διάφορα ζώα για το "κασαπιό" του, κάθε Σάββατο πουλούσε ψητό κρέας στο φούρνο, "μαντζιπιό" (ψωμιά), κατασκεύαζε σε κωμοδρομιό του και πουλούσε γεωργικά εργαλεία, υφάσματα, παπούτσια, ποδίνες, ξυλεία, σίδερο, τσιμέντο, λιπάσματα, μέχρι και βοϊδάμαξες. Εργοστάσιο τούβλων και κεραμιδιών κ.ά. Έκανε πολυεπιχείρηση και έγινε ο Χατζηκουμής με το νάμι, που εξυπηρετούσε ολόκληρη την περιοχή. Εμένα τα σαββατοκυρίακα και τα καλοκαίρια», είπε ο Φώτος, «μου άρεσε να βοηθώ τον πατέρα μου. Ήταν σοφός άνθρωπος, πολύ αγαπητός και τίμιος έμπορος. Πωλούσε επί πιστώσει για όλο το χρόνο, μέχρι να «γιωρκίσουν» το καλοκαίρι για να τον ξοφλήσουν χωρίς τόκο, γιατί τα θεωρούσε αμαρτία.
Όταν ήμουν στην τρίτη τάξη Γυμνασίου, έπαθε ένα πρόβλημα με τη μέση του και πήγαινε για ιαματικά λουτρά σε διάφορα μέρη της Κύπρου. Έτσι, για μερικά χρόνια με άφηνε να διαχειριστώ την τεράστια επιχείρηση, στην απουσία του. Και έτσι πήρα πλούσια εμπειρία με όλη εκείνη την ευρύτητα των ειδών που εμπορευόταν και το βάπτισμα του επιχειρηματία με σωστές αρχές. Κάθε καλοκαίρι γύριζα τα χωριά με το άλογο και ένα αμάξι, για να εισπράξω από τους πελάτες τα χρωστούμενα σε είδος: Σιτάρι, κριθάρι, βρώμη, φαβέτα, λινόσπορο, σισάμι, κ.ά. τα οποία πουλούσαμε στους εμπόρους στη Λευκωσία. Για ένα παιδί 16-17 χρονών όπως ήμουν τότε, αυτό ήταν ένα τεράστιο εγχείρημα, που μου σφυρηλάτησε το χαρακτήρα και με έκανε πρόωρα άνδρα. Ο πατέρας μου ήταν ήσυχος, κέρδισα την εμπιστοσύνη του. Έτσι, χωρίς να το συνειδητοποιήσω, πήρα το βάπτισμα του επιχειρηματικού πυρός».
Καθηγητής από τα 18 του!
ΠΑΡ’ όλα αυτά, όμως, δεν ήθελε να συνεχίσει τη δουλειά του πατέρα του. Ήθελε να κάνει κάτι μόνος του. Κάτι δικό του. «Ο πατέρας ήθελε να σπουδάσω γιατρός, αλλά εγώ αποφάσισα να πάω αξιωματικός στη Σχολή Ευελπίδων στην Αθήνα. Όμως έφερε ένσταση η μητέρα μου και απεφάσισα να σπουδάσω ηλεκτρολόγος μηχανικός, εργαζόμενος στο Βέλγιο. Όταν τέλειωσα όμως το Γυμνάσιο το 1939, ξέσπασε ο πόλεμος και έτσι έμεινε απραγματοποίητη εκείνη η πρόθεσή μου. Αντί τούτου, σε ηλικία μόλις 18 χρονών, λόγω της επιρροής που είχε τότε το Παγκύπριο Γυμνάσιο και της άριστης βαθμολογίας μου, μου πρότειναν από το ιδιωτικό Ελληνο-Αγγλικό English High School Αμμοχώστου να διδάσκω, Αρχαία, Νέα Ελληνικά, Ιστορία και Γυμναστική. Έγινα λοιπόν καθηγητής με μισθό 4 λίρες το μήνα για 10 μήνες, που ήταν καλός μισθός για τότε. Στο τέλος του χρόνου με επαίνεσε ο διευθυντής για τα πολύ καλά αποτελέσματά μου. Τον επόμενο χρόνο, δίδαξα τα ίδια μαθήματα, πλέον Αγγλικά, στο Γυμνάσιο Λευκονοίκου, που μόλις είχε ιδρυθεί, με σχεδόν διπλάσιο μισθό. Ταυτόχρονα διάβαζα και Αγγλικά για να περάσω εξετάσεις. Ήταν μια περίοδος πολύ εντατικής εργασίας, που απαιτούσε συγκέντρωση και αυτοπειθαρχία από μέρους μου. Παραμέρισα όλες τις νεανικές κοινωνικές χαρές και απολαύσεις.
Ο Φώτος Φωτιάδης αποφάσισε ότι δεν τον γέμιζε η διδασκαλία και ήθελε κάτι που να τον γεμίζει περισσότερο. Μετά από ένα σύντομο διάστημα στο Ναυαρχείο, βρήκε το δρόμο σε αυτό που ήταν το φυσικό του ταλέντο, τις επιχειρήσεις και ξεκίνησε τη δική του επιχείρηση με κεφάλαιο £100. Σύντομα πέτυχε τις πρώτες εισαγωγές εμπορευμάτων. Μετά που έσωσε κάτω από μυθιστορηματικές συνθήκες τη ζωή μιας νεαρής Ελληνίδας της Αιγύπτου, που βρισκόταν στην Κύπρο με τους γονείς της για διακοπές και κινδύνευσε να πνιγεί στη θάλασσα της Λάρνακας, ο Φώτος Φωτιάδης γνωρίστηκε με τον καπετάνιο του πλοίου «Φουατιέ», που θα τους μετέφερε στην Αλεξάνδρεια. Πρόκειται για το πλοίο που μετέφερε το ταχυδρομείο στο νησί κάθε εβδομάδα. Ήταν η γνωριμία που του άνοιξε την πόρτα στο εισαγωγικό εμπόριο, κατά τη διάρκεια του πολέμου που δεν υπήρχαν εισαγωγές.
«Παρακάλεσα τον καπετάνιο και μου έφερνε από τα διάφορα λιμάνια που
περνούσε -της Αλεξάνδρειας, Πορντ-Σάιντ, Χάιφας και Βηρυτού- διάφορα
εμπορεύματα. Έτσι, έκανα στην Κύπρο τις πρώτες εισαγωγές, κυρίως διάφορα
δερμάτινα είδη, γάντια, τσάντες, πλέον ξηρούς καρπούς κ.λπ. Το 1949
άνοιξα γραφείο στην Αλεξάνδρεια, μετά στη Βηρυτό, στην Αθήνα και
ακολούθως στις πλείστες σοσιαλιστικές χώρες, στο Λονδίνο και στη Λοζάνη,
καθώς και αποθήκες στο Free Zone της Βηρυτού και του Rotterdam».
Την επομένη δε της ανακήρυξης της Ανεξαρτησίας της Κύπρου, στις 17
Αυγούστου 1960 (!), είχε έτοιμες μελέτες και κατέθεσε αιτήσεις για άδεια
δημιουργίας ζυθοποιείου, τσιμεντοποιείου και εργοστασίου μπισκότων.
«Σκανδαλωδώς, όμως», όπως μου είπε, «η άδεια για τσιμεντοποιείο δόθηκε
στην ΕΜΕ». Η άδεια για ζυθοποιείο ουδέποτε του εδόθη και το 1962 αγόρασε
το ζυθοποιείο Πλατάνη, με την άδεια του οποίου εξασφάλισε την
Carlsberg, πρώτος στον κόσμο.
«Μέσα στην ψυχή μου ένα καρφί»
Έτσι περιέγραψε ο Φ. Φωτιάδης την απογοήτευσή του για το ότι «αγωνίζεται
από το 1965 χωρίς αποτέλεσμα», να εξασφαλίσει μέχρι σήμερα, την άδεια
τουριστικής αξιοποίησης ενός κτήματός του στη Φοντάνα Αμορόζα στον
Ακάμα. Χαρακτήρισε τη μελέτη που ετοίμασε, «ένα πρωτοποριακό, ένα
μεγαλούργημα, όχι μόνο για τη φυσική του καλλονή, αλλά και γιατί βάζει
τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό στο τουριστικό του προϊόν, αξιοποιεί το
μύθο της Αφροδίτης, του Άδωνη, τις παραδόσεις, το Αρχαίο Ελληνικό
Βασίλειο της Ακαμαντίδας, γεγονός που θα ελκύει τουρισμό της ανώτατης
εισοδηματικής τάξης από όλο τον κόσμο».
Μου είπε ότι το κτήμα το είδε για πρώτη φορά όταν ήταν μαθητής του
Παγκυπρίου Γυμνασίου, το 1937, στη διάρκεια εκδρομής του σχολείου, στον
Ακάμα και από τότε μπήκε στην ψυχή του.
Λάτρεψα την περιοχή. Το 1943 ιδρύθηκε ο Εκδρομικός Σύνδεσμος Λευκωσίας, του οποίου υπήρξα πρόεδρος. Με πέντε-έξι εκδρομές το χρόνο γνώρισα κάθε «παθκιάν» του Ακάμα. Το κτήμα μου, ήταν τουρκικό τσιφλίκι από τον 17ον αιώνα. Το 1945 παρακάλεσα τους Τούρκους ιδιοκτήτες και μας επέτρεψαν να εγκαταστήσουμε κάτω από μια πηγή ένα αντίσκηνο που μας δώρισε ο πατέρας ενός φίλου μου και κάναμε εκεί κατασκήνωση τα σαββατοκύριακα και συχνά μια ολόκληρη βδομάδα τα καλοκαίρια. Το 1946 οργάνωσα στην Κύπρο το πρώτο πανελλήνιο φυσιολατρικό συνέδριο και η ομιλία μου εκ μέρους της Κύπρου, είχε θέμα τον Ακάμα. Αυτό είναι ενδεικτικό για το πόσο πίστεψα σε αυτήν την περιοχή. Και από τότε έλεγα ότι πρέπει να αξιοποιηθεί αυτός ο πανέμορφος χώρος τουριστικά, με ένα εξαιρετικό έργο». Είκοσι χρόνια μετά, το 1965, το κτήμα εκείνο επτώχευσε και η Κυβέρνηση το πρόσφερε διά δημοπρασίας και το αγόρασε ο Φώτος Φωτιάδης στην εξωφρενικά υψηλή για την εποχή, τιμή των 26 χιλιάδων λιρών.