Πώς δημιουργούνται και θεραπεύονται οι πέτρες στο ουροποιητικό σύστημα
Τα ούρα περιέχουν ουσίες και άλατα τα οποία είναι με τη μορφή διαλύματος και αποβάλλονται. Μερικές φορές, όμως, αυτά τα άλατα σχηματίζουν κρυστάλλους, που ενώνονται μεταξύ τους και δημιουργούν τους λίθους


Λιθίαση ουροποιητικού ορίζεται ως η δημιουργία λίθου ή λίθων σε οποιοδήποτε σημείο του ουροποιητικού συστήματος. Έτσι, ανάλογα με την εντόπιση, διακρίνεται σε νεφρολιθίαση (όταν οι λίθοι εντοπίζονται στους νεφρούς), σε ουρητηρολιθίαση (όταν ανιχνεύονται στους ουρητήρες), σε λιθίαση της ουροδόχου κύστης και τέλος σε λιθίαση της ουρήθρας. Είναι μια από τις συχνότερες παθήσεις του ουροποιητικού συστήματος και εμφανίζεται συχνότερα στους άνδρες. Τα ούρα, εκτός των άλλων, περιέχουν ουσίες και άλατα τα οποία είναι με τη μορφή διαλύματος και έτσι αποβάλλονται χωρίς πρόβλημα. Μερικές φορές όμως, κάτω από ορισμένες συνθήκες, αυτά τα άλατα σχηματίζουν κρυστάλλους, που ενώνονται μεταξύ τους και δημιουργούν τους λίθους.

Τι το προκαλεί

Οι παράγοντες που ευνοούν στον σχηματισμό ουρολίθων είναι οι εξής: Η υπερέκκριση αδιάλυτων ουσιών στα ούρα. Σε καταστάσεις όπου παρατηρείται αυξημένη αποβολή ασβεστίου στα ούρα (υπερασβεστιουρία), οι νεφροί δεν μπορούν να αποβάλλουν όλη την ποσότητα του ασβεστίου διαλυμένη. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργούνται κρύσταλλοι, οι οποίοι και αποτελούν το εφαλτήριο για τη δημιουργία λίθων. Τέτοιες καταστάσεις είναι: α. Η παρατεταμένη ακινητοποίηση (μετά από τροχαία ατυχήματα ή κατάγματα) β. Ο πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός γ. Παθήσεις των οστών όπως η νόσος Paget, μεταστατικοί όγκοι και το πολλαπλό μυέλωμα δ. Η υπερβιταμίνωση D ε. Η αυξημένη κατανάλωση ύδατος αυξημένης σκληρότητας.
Προκαλείται, επίσης, όταν υπάρχει αυξημένη συγκέντρωση κυστίνης στα ούρα (κυστινουρία) και όταν υπάρχει αυξημένη συγκέντρωση ξανθίνης και ουρικού οξέος στα ούρα.

Άλλοι παράγοντες συμπεριλαμβάνουν την αυξημένη πυκνότητα αλάτων και οργανικών ενώσεων στα ούρα σε μειωμένη πρόσληψη νερού ή ακόμα και μετά από μεγάλη απώλεια νερού (πυρετό, υπερβολική εφίδρωση), τη μεταβολή του pH των ούρων και τη δημιουργία πυρήνων σχηματισμού λίθων. Επίσης η ουρολοίμωξη από μικρόβια που διασπούν την ουρία και δημιουργούν κατάλληλες συνθήκες καθιζήσεως και σχηματισμού λίθων από εναμμώνιο φωσφορικό μαγνήσιο (φλεγμονώδεις λίθοι) και οι γονιδιακοί παράγοντες. Σημειώνεται ότι η κλινική εικόνα της λιθίασης του ουροποιητικού ποικίλλει από ασυμπτωματικό ασθενή μέχρι και κωλικό νεφρού, αιματουρία, εμπύρετο, συχνουρία, δυσουρία και υδρονέφρωση.

Θεραπεία
Κοινή θεραπεία είναι η Εξωσωματική Λιθοτριψία (ESWL). Η αρχή λειτουργίας της στηρίζεται στην ύπαρξη τριών στοιχείων:
1. Μιας πηγής ενέργειας που παράγει κρουστικά κύματα
2. Μηχανισμό μεταφοράς ενέργειας στο σώμα του ασθενούς
3. Μέθοδο εστίασης των κρουστικών κυμάτων στον λίθο

Οι πηγές ενέργειας είναι τριών τύπων: ηλεκτροϋδραυλική, ηλεκτρομαγνητική και πιεζοηλεκτρική. Ο κατακερματισμός του λίθου επιτυγχάνεται με εστίαση των κρουστικών κυμάτων στον λίθο που προκαλεί αρχικά διάβρωση και εν συνεχεία δημιουργία ρωγμών και διάσπαση αυτού. Η εστίαση της πηγής ενέργειας γίνεται είτε ακτινοσκοπικά (C-arm) ή μέσω υπερήχων. Πριν από την ESWL επιβάλλεται η ακριβής γνώση της θέσης του λίθου και της ανατομίας του ουροποιητικού με ενδοφλέβιο ουρογραφία (IVU) ή αξονικής τομογραφίας για να αποκλείσουμε πιθανή απόφραξη.

Η μέθοδος αυτή αντενδεικνύεται απόλυτα σε περίπτωση εγκυμοσύνης, απόφραξης στην αποχετευτική μοίρα, ανευρύσματος κοιλιακής αορτής ή νεφρικής αρτηρίας και διαταραχών πηκτικότητας. Σχετικές αντενδείξεις αποτελούν η παχυσαρκία, οι ασθενείς με αρρυθμία ή βηματοδότη, οι ανωμαλίες της σπονδυλικής στήλης και η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια. Σε ό,τι αφορά τα παιδιά, γίνεται χρήση μικρής τάσης κρουστικών κυμάτων <17 KV. Ο αριθμός χτυπημάτων κρούσης <200 και ενδείκνυται σε μονήρεις μη φλεγμονώδεις λίθους της πυέλου <2cm. Είναι ευκολότερη η αποβολή λιθιασικών συγκριμάτων σε σχέση με τους ενήλικες.

Πιθανές επιπλοκές

Ο έλεγχος του αποτελέσματος γίνεται με α/α ΝΟΚ ή υπερηχογράφημα 15 περίπου μέρες μετά τη συνεδρία ESWL. Στις επιπλοκές περιλαμβάνονται το περινεφρικό αιμάτωμα, η πυελονεφρίτιδα, η αιματουρία, ο νεφρικός κωλικός και η λιθιασική άλυσος (steinstrasse) στον ουρητήρα. Όσον αφορά τα αποτελέσματα της ESWL, σε λιθίαση του νεφρού έχει αποτελεσματικότητα από 65-85% κατά μέσο όρο ανάλογα με το μέγεθος του λίθου, ενώ σε λιθίαση του ουρητήρα 50-90% για το μέσο τριτημόριο και 75-90% κατά μέσο όρο στο άνω τριτημόριο.

Oυρητηροσκόπηση (URS)

Η ουρητηροσκόπηση αποτελεί ενδοσκοπική μέθοδο ελέγχου του ουρητήρα από το ουρητηρικό στόμιο μέχρι και τη νεφρική πύελο. Μπορεί να γίνει με άκαμπτο, ημιάκαμπτο (semi rigid) και εύκαμπτο ουρητηρησκόπιο, με το πλεονέκτημα του τελευταίου να είναι ότι μπορεί να διεισδύσει και μέσα στο νεφρό, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα αφαίρεσης λίθων νεφρού ή και όγκων πυέλου με χρήση laser.

Ενδείξεις ουρητηροσκόπησης:
· Λιθίαση ουρητήρα
· Απόφραξη ουρητήρα με συνοδό υδρονέφρωση
· Ακτινοδιαβατός λίθος
· Υπέρβαροι ασθενείς >135 kg, βραχύσωμοι ασθενείς < 100cm
· Λιθίαση ουρητήρα κατά την κύηση
· Αποτυχία ESWL, λιθιασική αλυσίδα ουρητήρα μετά ESWL ή PCNL
· Αντενδείξεις ουρητηροσκόπησης:
· Διαταραχές του πηκτικού μηχανισμού
· Λοίμωξη του ουροποιητικού χωρίς αγωγή
· Επιπλοκές ουρητηροσκόπησης:
· Άλγος 3,5-9%
· Διάτρηση ουρητήρα 1-4,5%
· Ουρολοίμωξη 1%
· Πυρετός 2-6%
· Αιματουρία 0,4-2%
· Στένωμα ουρητήρα 0,5-1,5% (ως απώτερη επιπλοκή) και
· Ολική ρήξη ουρητήρα <0,6% που είναι και η σοβαρότερη επιπλοκή.

Συστήματα
Τα συστήματα που χρησιμοποιούνται για τον κατακερματισμό του λίθου κατά τη διάρκεια της ουρητηροσκόπησης είναι ηλεκτροϋδραυλικά συστήματα, το Laser (Holmium: YAG laser) και ο βαλλιστικός λιθοτρίπτης.

Στην πρώτη περίπτωση ο κατακερματισμός του λίθου γίνεται με κύματα κρούσης που δημιουργούνται από ηλεκτρική εκκένωση σε υδάτινο περιβάλλον, με εξάτμιση ύδατος. Απαιτείται τοποθέτηση του ηλεκτροδίου πολύ κοντά στον λίθο με αυξημένο κίνδυνο κάκωσης του βλεννογόνου και διάτρησης του ουρητήρα. Με αυτήν τη μέθοδο το ποσοστό διάσπασης του λίθου αγγίζει το 90-93%. Στη δεύτερη περίπτωση ο κατακερματισμός του λίθου επιτυγχάνεται μέσω απελευθέρωσης ηλεκτρονίων και δημιουργία «φυσαλίδας», η διάσπαση της οποίας προκαλεί κρουστικό κύμα. Το ηλεκτρόδιο τοποθετείται σε επαφή με τον λίθο και το ποσοστό διάσπασης του λίθου αγγίζει το 95-98%. Η τρίτη μέθοδος λειτουργεί με παλμική κίνηση μεταλλικού τμήματος μέσω συμπιεσμένου αέρα και απαιτεί επαφή με τον λίθο. Τα ποσοστά επιτυχίας είναι μικρότερα των άλλων μεθόδων και ανέρχονται στο 73-96%.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΠΟΥΡΟΥΣΑΣ
Χειρουργός ουρολόγος - ανδρολόγος