Ο Άρθουρ Σκάργκιλ ήταν το πιο μισητό πρόσωπο της Βρετανίας τη δεκαετία του 1980. Ήταν ο Γ.Γ. της συντεχνίας των ανθρακωρύχων και είχαν γίνει, αυτός και η συντεχνία του, κράτος εν κράτει. Τα συνδικάτα της Βρετανίας ήταν ανέκαθεν ανεύθυνα, αλαζονικά και τους έτρεμαν οι Κυβερνήσεις, οι πολιτικοί και τα ΜΜΕ.
Οι πάντες. Κατά τη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, η συντεχνία λιμενεργατών του Λίβερπουλ αρνείτο να ξεφορτώσει όπλα από τα πλοία που είχε στείλει η Αμερική, εκτός αν ικανοποιούντο απαιτήσεις της. Αναγκάστηκε τότε ο Τσόρτσιλ να πάει επί τόπου -εν μέσω πολέμου- να τους εξηγήσει το κακό που θα έκαναν στο ηθικό των παιδιών της χώρας που πολεμούσαν. Νομίζω ήταν η εποχή της πανωλεθρίας της Δουνκέρκης.
Ο Άρθουρ Σκάργκιλ είχε γίνει υπερ-πρωθυπουργός, αλαζόνας, εριστικός και παρασύρθηκε σε έναν αγώνα όπου μόνο τα συμφέροντα των ανθρακωρύχων είχαν προτεραιότητα έναντι των εθνικών συμφερόντων και η προσωπική, εγωιστική του νίκη στην αντιπαράθεση με το κράτος. Αγνόησε, όμως, ότι δεν ήταν με το κράτος που τα έβαζε, αλλά με την κοινή γνώμη της χώρας.
Καταδίκασαν τη συντεχνία
Με τις συνεχείς απεργίες απέκοπτε τις προμήθειες άνθρακα, την πρώτη ύλη με την οποία λειτουργούσαν οι βασικές υπηρεσίες ηλεκτρισμού, από τον ηλεκτρισμό δε εξαρτώντο τα πάντα… Αεροδρόμια, υδατοπρομήθεια, θέρμανση. Όλα. Ήταν το πιο παγωμένο εννιάμηνο, ψυχολογικά και πραγματικά, για τον βρετανικό λαό. Τόσο διήρκεσαν οι απεργίες του Άρθουρ Σκάργκιλ, του πιο μισητού ανθρώπου της Βρετανίας τη δεκαετία του 1980.
Ευτυχώς για το βρετανικό έθνος, Πρωθυπουργός τότε ήταν μια ισχυρή προσωπικότης, η κ. Μάργκαρετ Θάτσερ, η οποία δεν ενδιαφερόταν για το πολιτικό της μέλλον, αλλά για το μέλλον του έθνους. Άφησε τους ανθρακωρύχους να απεργούν επί εννέα συνεχείς μήνες, ζήτησε από το έθνος να αντέξει, προνόησε να έχει αποθέματα άνθρακα και κίνησε νομικές διαδικασίες εναντίον της συντεχνίας, η οποία χρησιμοποιούσε τη δύναμή της κατά παράβαση των νόμων για υπηρεσίες δημόσιας ωφέλειας. Τα δικαστήρια καταδίκασαν τη συντεχνία με βαρύτατες αποζημιώσεις.
Έσωσε το έθνος
Αν δεν με λανθάνει η μνήμη μου (δεν έκανα αναζήτηση στο διαδίκτυο για την περίοδο εκείνη), το μεν συνδικάτο των ανθρακωρύχων χρεοκόπησε, ο δε Άρθουρ Σκάργκιλ εξευτελίστηκε με την ήττα που υπέστη και μετά από λίγα χρόνια πέθανε. Και η κ. Θάτσερ έσωσε το έθνος από τη διαχρονική ανευθυνότητα μερικών επηρμένων και ανόητων συνδικαλιστών, οι οποίοι διαφύλατταν τη θέση και την εξουσία τους στηρίζοντας τις αχόρταγες απαιτήσεις μελών τους, χωρίς να ενδιαφέρονται αν το υπόλοιπο έθνος ψωμοζεί.
Πρόσεξε, αγαπητέ Γλαύκο Χατζηπέτρου, μη γίνεις κι εσύ το πιο μισητό πρόσωπο της χώρας. Σε άκουγα στο ραδιόφωνο να μιλάς και να μην συνειδητοποιείς πού οδηγείς τη χώρα, αλλά να λαϊκίζεις περί μισθών βουλευτών, περί φοροφυγάδων κ.λπ. Κάνε εσύ αυτό που οφείλεις στην πατρίδα και οι υπόλοιποι θα μιμηθούν τον πατριωτισμό σου. Διαφορετικά, είτε έχουμε ηγέτες με την αποφασιστικότητα της κ. Θάτσερ (που δεν έχουμε και που αργά συνειδητοποίησαν οι σημερινοί την καταστροφή που επέφεραν στην πατρίδα μας με τους αναξιοκρατικούς διορισμούς υπεραρίθμων και κατά το πλείστον ανίκανων δημοσίων υπαλλήλων με αντάλλαγμα τις ψήφους τους), η καταστροφή που θα προκαλέσεις, Γλαύκο, θα βαραίνει εξολοκλήρου εσένα και τη συντεχνία σου.
Η κοινή γνώμη
Η κοινή γνώμη θα είναι αδυσώπητη μ’ εσένα και την ΠΑΣΥΔΥ. Θα μπορούσε ένας αποφασιστικός Πρόεδρος, αν είχαμε, να κινήσει νομικές διαδικασίες εναντίον σας όταν μας κλείσατε τα αεροδρόμια, τις κυβερνητικές υπηρεσίες (όχι πως δουλεύουν τώρα αυτές, έτσι κι αλλιώς) και όλες τις υπηρεσίες κοινής ωφελείας. Και να σας χρεοκοπήσει, όπως έκανε η κ. Θάτσερ για να τους συμμαζέψει.
Όμως, το ξαναείπα πολλές φορές: «Χρειάζεται να έχουν αρετήν, τόλμην και σωφροσύνη», ένας ηγέτης και μια παρέα πολιτικών για να κυβερνούν μια χωρά. Τέτοιο είδος ηγετών σπανίζει στη χώρα μας. Ίσως εμφανιστεί κάποιος, αν μας λυπηθεί ο Θεός, μετά την καταστροφή για να μαζέψει τα ερείπια και να ξανακάμει κράτος.
ΑΚΗΣ Γ. ΛΟΡΔΟΣ
Ένας συντετριμμένος πολίτης, που έζησε τα γεγονότα πριν από το 1974 και τώρα τα ξαναζεί, παρακολουθώντας την ανευθυνότητα και την ανικανότητα να επαναλαμβάνονται.