Με δαμόκλειο σπάθη τις απειλές της Ευρωπαϊκής Ένωσης να επικρέμονται πάνω του, το Γενικό Χημείο του Κράτους κρούει τον κώδωνα του κινδύνου στην Κυπριακή Δημοκρατία και επιμένει στην άμεση στελέχωσή του με μόνιμο προσωπικό και την αναδιοργάνωσή του για να μπορέσει να επιβιώσει, να αναπτυχθεί και να μετεξελιχθεί σε αυτόνομο οργανισμό.
Παρά το γεγονός ότι το πρόβλημα στελέχωσης που αντιμετωπίζει, χρονολογείται από το 2001, εντούτοις επανέρχεται σήμερα στην επιφάνεια, αφού ο κόμπος έφτασε στο χτένι και οι «απειλές» της Ευρωπαϊκής Ένωσης γι’ απόσυρση του κονδυλίου, που έχει δώσει για ανάπτυξη του Συστήματος Ασφάλειας Τροφίμων μετατράπηκαν πλέον σε σαφέστατες προειδοποιήσεις.
Το κονδύλι, ύψους 1.2 εκατομμυρίου ευρώ που έχει δοθεί, κινδυνεύει να χαθεί, εάν δεν πεισθεί σύντομα η Ε.Ε. για τη βιωσιμότητα του συστήματος Ασφάλειας Τροφίμων που έχει αναπτυχθεί.
Η Διευθύντρια του Κρατικού Χημείου, Δρ Στέλλα Κάννα-Μιχαηλίδου, ανέφερε στη «Σ»: «Το ΓΧΚ είναι ο βασικός Φορέας Επίσημου Εργαστηριακού Ελέγχου, Κέντρο Αναφοράς και ο Σύμβουλος της Κυπριακής Δημοκρατίας σε θέματα Τροφίμων, Δημόσιας Υγείας και Περιβάλλοντος, Δικαιοσύνης και Προστασίας του Καταναλωτή. Είναι διαπιστευμένο και έχει 19 εξειδικευμένα Εργαστήρια με άρτια και τελευταίας τεχνολογίας υποδομή. Εφαρμόζει αναλυτικά συστήματα με ψηλή διαγνωστική ικανότητα, ώστε έγκαιρα να προσδιορίζονται και να προλαμβάνονται τα προβλήματα. Έχουμε φτάσει σε ένα πολύ ψηλό επιστημονικό επίπεδο και έχουμε καταξιωθεί και στην Ευρώπη και διεθνώς. Στόχος μας είναι να αναδειχθεί το ΓΧΚ σε Περιφερειακό Κέντρο Αριστείας της Ανατολικής Μεσογείου με οικονομικά και κυρίως πολιτικά οφέλη για την Κύπρο. Μετά από δική μας πρόταση και πολλές προσπάθειες, σε συνεργασία με το Γραφείο Προγραμματισμού, η Ευρωπαϊκή Ένωση επιχορήγησε με 1.2 εκ. ευρώ πρόγραμμα ανάπτυξης ενός πολύ ψηλού επιπέδου συστήματος ασφάλειας τροφίμων, το οποίο περιλαμβάνει και εκτίμηση κινδύνου από διατροφικούς κινδύνους για τον καταναλωτή. Βασική πρόνοια της συμφωνίας ήταν η διασφάλιση της διαχρονικής βιωσιμότητας. Δηλαδή, μετά την ολοκλήρωσή του διετούς Προγράμματος η Κυπριακή Δημοκρατία θα δημιουργούσε τις αναγκαίες θέσεις για τη στελέχωση του ΓΧΚ, ώστε το πρόγραμμα να συνεχίσει, προσφέροντας έτσι άριστες υπηρεσίες στους πολίτες. Ανάλογο Πρόγραμμα υλοποιήθηκε και για τα Νερά, σε συνεργασία με το Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων.
Τα δύο Έργα ολοκληρώθηκαν με επιτυχία και η Κυβέρνηση διέθεσε πιστώσεις για 12 συμβασιούχους χημικούς και μικροβιολόγους, για να λειτουργήσουν προσωρινά τα προγράμματα. Όμως αυτό δεν είναι αρκετό.
Η Ε.Ε. απαιτεί βιωσιμότητα και τη βιωσιμότητα θα τη δει όταν θα αρχίσουμε να επενδύουμε σε μόνιμες θέσεις για την ασφάλεια των τροφίμων και των νερών. Το Γραφείο Προγραμματισμού έχει προειδοποιήσει επανειλημμένα ότι εάν δεν πεισθεί η Ε.Ε. ότι η Κυπριακή Δημοκρατία διασφαλίζει τη βιωσιμότητα των συστημάτων ασφάλειας τροφίμων και νερών, που είναι πολύ σημαντικά για τον Κύπριο, αλλά και τον Ευρωπαίο πολίτη, θα ζητήσει επιστροφή των χορηγιών της. Θέλω να χαιρετίσω με ικανοποίηση την πολύ πρόσφατη απόφαση του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού να εγκρίνει δύο θέσεις Χημικών για το πρόγραμμα των Νερών. Όμως θα πρέπει άμεσα ν’ αντιμετωπιστούν και οι ανάγκες του Προγράμματος των Τροφίμων. Η Ε.Ε. το παρακολουθεί με αυστηρότητα, γιατί η Κύπρος αποτελεί το ανατολικότερο σημείο εισόδου τροφίμων στην Κοινότητα».
Πρόβλημα στελέχωσης
Η κ. Μιχαηλίδου, σε μια εκ βαθέων εξομολόγηση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει το Κρατικό Χημείο, κατέστησε σαφές ότι όλα αρχίζουν και τελειώνουν στο θέμα του προσωπικού: «Το μέλλον και η ανάπτυξη του Κρατικού Χημείου βασίζεται και πάντα θα εξαρτάται από τους ανθρώπους του και το πολύ ψηλό επιστημονικό επίπεδο του προσωπικού. Αυτό το μέλλον αρχίζει σιγά-σιγά να διακυβεύεται. Από το 2001 δεν προσλήφθηκε μόνιμο επιστημονικό προσωπικό. Με την ένταξή μας στην Ε.Ε., το ΓΧΚ αναγκάστηκε να προσλάβει έναν πολύ μεγάλο αριθμό εκτάκτων και συμβασιούχων για ν' ανταποκριθεί στις απαιτήσεις, με αποτέλεσμα, σήμερα, το 52% του προσωπικού να είναι έκτακτοι και συμβασιούχοι. Επιπρόσθετα, στο ΓΧΚ εργάζονται επιστήμονες καθηλωμένοι για δεκαετίες στη θέση τεχνικού, ενώ εκτελούν επιστημονική εργασία. Αποτελούν το 44% του προσωπικού, είναι αξιόλογοι επιστήμονες, οι πλείστοι με μεταπτυχιακά προσόντα, και έχουν εξελιχθεί με τα χρόνια σε ικανότατα στελέχη. Όμως, αν και θεωρούν το Χημείο ένα κέντρο που συμβάλει και στην προσωπική τους επιστημονική ανάπτυξη, φεύγουν για θέσεις ανάλογες των προσόντων τους. Οι έκτακτοι και οι συμβασιούχοι επίσης φεύγουν διαρκώς, αναζητώντας τη μονιμότητα και μια καλύτερη θέση. Οι επιστήμονές μας δεν θα φεύγουν εάν αρχίσουν να δίνονται κάποιες μόνιμες θέσεις, δημιουργώντας την αναγκαία προοπτική. Η απόδοση και παραγωγικότητα θα είναι πολύ μεγαλύτερες, αν η επένδυση σε προσωπικό γινόταν σε μόνιμα στελέχη δεσμευμένα και ταυτισμένα με το μέλλον του οργανισμού, που θα αναπτύσσονταν και δεν θα έφευγαν». Η βιωσιμότητα και η αναπτυξιακή πορεία του Χημείου κρέμεται από μια κλωστή!
Η άμεση στελέχωσή του με μόνιμο προσωπικό επιβάλλεται και πρέπει να προωθηθεί με τη διαδικασία του κατεπείγοντος, αλλιώς οι αναπτυξιακές προοπτικές του Γενικού Χημείου του Κράτους κινδυνεύουν να χαθούν.
Ο άρτιος εξοπλισμός τελευταίας τεχνολογίας και η εμπειρογνωμοσύνη δεν μπορούν να αξιοποιηθούν πλήρως, όπως αναξιοποίητα μένουν το μομέντουμ και η δυνατότητα του Χημείου να αναδειχθεί σε περιφερειακό Κέντρο της Ανατολικής Μεσογείου. Το Χημείο είναι ένα γίγαντας που κινδυνεύουν τα θεμέλιά του, γιατί το 52% δεν είναι μόνιμο προσωπικό, και μόνο ένα 56% του επιστημονικού δυναμικού κατέχει θέση ανάλογα με τα προσόντα του».
Χρειάζονται 35 μόνιμες θέσεις
ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ Χημείο απασχολεί 174 άτομα. Το 98% είναι επιστήμονες. «Για να λειτουργήσει σωστά», σημείωσε η κ. Μιχαηλίδου, «χρειάζεται να δημιουργηθούν σταδιακά 35 μόνιμες επιστημονικές θέσεις με ταυτόχρονη ανάλογη μείωση του αριθμού των θέσεων τεχνικών, εκτάκτων και συμβασιούχων. Το πρόσθετο κόστος θα είναι περιορισμένο και θα υπερκαλυφθεί από την αύξηση της παραγωγικότητας και την αξιοποίηση των επενδύσεων. Με 35 νέες μόνιμες θέσεις αντιμετωπίζονται πολλά προβλήματα. Αυτήν τη στιγμή το Χημείο είναι, ίσως, από τα μοναδικά Ινστιτούτα του είδους του στην Ευρώπη, που το 98% του προσωπικού μας είναι επιστήμονες. Κάτι που δίδει μια φοβερή δυνατότητα και ευελιξία στο Χημείο να ανταποκρίνεται άμεσα στις νέες προκλήσεις και επιστημονικές εξελίξεις, νοουμένου ότι το προσωπικό θα είναι μόνιμο στην πλειοψηφία του και όχι το αντίθετο. Όταν επενδύω σε κάποιον και φεύγει σε πέντε μήνες, μόλις δηλαδή αρχίζει να αποδίδει, σημαίνει αρχίζω πάλι από την αρχή, σημαίνει ουσιαστικά πάω πίσω».
Θα μπορούσαν να γίνουν στην Κύπρο με μισό κόστος
Η ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ του Χημείου δήλωσε πως η αποστολή αναλύσεων στο εξωτερικό, στην περίπτωση του επίσημου φορέα εργαστηριακού ελέγχου, είναι γενικά ασύμφορος γιατί οι πολύπλοκες αναλύσεις, που στέλλονται στο εξωτερικό, θα μπορούσαν να γίνουν στην Κύπρο με το μισό κόστος. «Επιπλέον, αν δεν έχεις τη δική σου εργαστηριακή υποδομή, όταν έρχεται μια κρίση που πρέπει να τη διαχειριστείς άμεσα, γρήγορα και κατά προτεραιότητα, είσαι αποδυναμωμένος, εξαρτάσαι από άλλους και είναι πολύ δύσκολο να το κάνεις αποτελεσματικά μέσω αγοράς υπηρεσιών από το εξωτερικό». Όπως εξήγησε, «το κράτος είναι υποχρεωμένο να διατηρεί τον επίσημο φορέα ελέγχου, όπως το ΓΧΚ, συνεχώς σε πολύ ψηλά επίπεδα (state-of-the art) γνώσης και τεχνολογίας. Αυτό το επενδυτικό κόστος πρέπει να γίνεται, είτε αναλύονται 10 είτε 100 δείγματα, και μπορεί και πρέπει να αξιοποιηθεί για ευρύτερη κάλυψη των υποχρεώσεων ελέγχου. Υπολογίζεται ότι το 60% του κόστους των τελών ανάλυσης για αναλύσεις, όπως π.χ. τα φυτοφάρμακα, οι αφλατοξίνες κ.ά., αφορά ακριβώς το επενδυτικό κόστος εξοπλισμού και εκπαίδευσης, που ούτως ή άλλως δαπανάται, ενώ το 40% είναι το εργατικό κόστος και τα αναλώσιμα. Είναι φανερό ότι, αν μέρος των τελών που θα πληρώνονταν στο εξωτερικό διατεθούν για τη εργοδότηση νέων επιστημόνων, οι αναλύσεις θα γίνονται στην Κύπρο με το μισό κόστος. Εκτός από την πτυχή του μειωμένου κόστους και της διαχρονικής αποτελεσματικότητας, η εκτέλεση των ελέγχων στην Κύπρο θα συμβάλει στους στόχους της πολιτικής της Λισαβόνας και ιδίως στη μέγιστη αξιοποίηση των επενδύσεων, στη συνεχή ανάπτυξη της εμπειρογνωμοσύνης και της υποδομής στον τόπο μας, και της απασχόλησης του νέου επιστημονικού δυναμικού».
Κίνδυνος για τις προοπτικές του ως Περιφερειακού Κέντρου
ΟΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ του ΓΧΚ για ανάδειξή του σε περιφερειακό Κέντρο Αριστείας της Ανατολικής Μεσογείου περιορίζονται λόγω και πάλι της μη στελέχωσής του από μόνιμο προσωπικό. Η κ. Μιχαηλίδου διευκρίνισε πως:
«Η γεωπολιτική θέση της Κύπρου και το πολύ ψηλό επίπεδο του Γενικού Χημείου δημιουργούν άριστες προοπτικές, και όργανα όπως είναι η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων EFSA εξέφρασαν την υποστήριξή τους. Εργαζόμαστε ήδη προς την κατεύθυνση αυτή. Μια τέτοια διεκδίκηση, όμως, για να είναι επιτυχής, θα πρέπει -εκτός από την Αριστεία, Αξιοπιστία και την Εμπειρογνωμοσύνη- να αποδεικνύει διαχρονική σταθερότητα και βιωσιμότητα, που αυτήν τη στιγμή, δυστυχώς, κλυδωνίζεται όταν η στελέχωσή μας βασίζεται μόνο κατά 52% σε μόνιμο προσωπικό».
Παρόλο που το Γενικό Χημείο περνά μια δύσκολη περίοδο, η Διευθύντριά του δηλώνει αισιόδοξη και έτοιμη να παλέψει για επίλυση του προβλήματος της στελέχωσης μέσα και από το Σχέδιο Αναδιοργάνωσης του ΓΧΚ. Στήριγμά της το υπουργείο και ιδίως ο Υπουργός Υγείας Δρ Πατσαλίδης, οι στενοί συνεργάτες της και όλο το προσωπικό που μαζί θα υλοποιήσουν το όραμα που ΓΧΚ, που είναι: Η ανάδειξή του σε Περιφερειακό Κέντρο Αριστείας ελέγχου, έρευνας και μεταφοράς τεχνογνωσίας και η μεγιστοποίηση της κοινωνικο-οικονομικής συνεισφοράς προς τον πολίτη μέσω της ουσιαστικής συμβολής στην πρόληψη των ασθενειών και της ρύπανσης, και στην επίλυση προβλημάτων. «Στην πορεία μας αυτή», κατέληξε η κ. Μιχαηλίδου, «η «διαφύλαξη του δημόσιου συμφέροντος, η ικανοποίηση του πολίτη και ο σεβασμός προς τον άνθρωπο και το περιβάλλον παραμένουν για μας οι αμετάβλητοι και διαχρονικοί μας στόχοι. Το Γενικό Χημείο είναι ένας γίγαντας από άποψη εμπειρογνωμοσύνης με διεθνή αναγνώριση και η Κύπρος το χρειάζεται. Ωστόσο, τα θεμέλιά του τρίζουν όσο ποτέ. Πρέπει άμεσα να στηριχθεί».
Αναξιοποίητος εξοπλισμός
ΤΟ ΓΧΚ διαθέτει εξοπλισμό τελευταίας τεχνολογίας, ο οποίος, όμως, δεν μπορεί να αξιοποιηθεί σωστά. Η κ. Μιχαηλίδου είπε ότι θα μπορούσε να αξιοποιηθεί περισσότερο, αν υπήρχε προσωπικό. «Θα μπορούσαμε τουλάχιστον κατά 30% να έχουμε καλύτερη παραγωγικότητα, μόνο με την πλήρη αξιοποίηση των οργάνων, τα οποία υπάρχουν. Τα πλείστα των οποίων, σε τρία με πέντε χρόνια, θα χρειαστούν ούτως ή άλλως ανανέωση για ν' ανταποκρίνονται στις εξελίξεις και τα συνεχώς μειούμενα από τη νομοθεσία της Ε.Ε. αποδεκτά όρια ασφάλειας».
Τα ακίνητα της εβδομάδας
