Καταγγελίες ότι το ΤΕΠΑΚ οικοδομείται πάνω στην αναξιοκρατία, την αδιαφάνεια, τη διαπλοκή και τη διαφθορά, έκανε σήμερα ο βουλευτής του ΔΗΣΥ Ανδρέας Θεμιστοκλέους, μέλος της Επιτροπής Ελέγχου.

Σε διάσκεψη στη Βουλή, ο κ. Θεμιστοκλέους τόνισε ότι «με τις ευλογίες και τις εντολές μελών της πρώην, της τέως και της νυν Διοικούσας Επιτροπής, αλλά και ανωτάτων στελεχών του ΤΕΠΑΚ, το νέο δημόσιο και κρατικό μας πανεπιστήμιο θεμελιώθηκε και οικοδομείται στην αναξιοκρατία, την αδιαφάνεια, τη διαπλοκή και τη διαφθορά, αλλά και στον πρωτοφανή παραλογισμό ότι τα δεδομένα και οι ανάγκες της χώρας δικαιολογούσαν ή δικαιολογούν την ύπαρξη διπλών πολυτεχνικών τμημάτων, που στοιχίζουν στους φορολογούμενους πολίτες, παντελώς αδικαιολόγητα, εκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο».

Ο κ. Θεμιστοκλέους καταγγέλλει ότι τα όσα έχουν συμβεί στο ΤΕΠΑΚ κατά τη δημιουργία του και τα όσα συνεχίζουν να συμβαίνουν επί τριών Διοικουσών Επιτροπών αναφορικά «με τα κτήρια, τις προσφορές, τις προσλήψεις και τις προκλητικές και παράνομες και εκ των υστέρων» αναβαθμίσεις, «ελάχιστη ή καθόλου σχέση έχουν με τη νομιμότητα, τη διαφάνεια, τον δημόσιο έλεγχο και τη χρηστή διοίκηση».

«Η πολιτική κάλυψη που ανευθύνως παρέχεται από τον Υπουργό Παιδείας και το ΑΚΕΛ στη Διοικούσα, την οδήγησε ακόμα και τον Κώδικα Καλής Πρακτικής αναφορικά με τη σύσταση Εκλεκτορικών Σωμάτων/Ειδικών Επιτροπών για την εκλογή και ανέλιξη μελών του Δ.Ε.Π, που η ίδια υιοθέτησε, να τον καταστρατηγεί. Οπως ακριβώς καταστρατηγεί και τις πρόνοιες του νόμου για τη σύγκρουση συμφερόντων και τ’ ασυμβίβαστα που προνοούνται σ’ αυτόν», ανέφερε.

Ο κ. Θεμιστοκλέους είπε πως θα ήθελε να προειδοποιήσει τόσον τον Υπουργό Παιδείας όσον και την πρόεδρο της Διοικούσας Επιτροπής, «ότι οι όποιες προσπάθειες τους για να καταστεί το ΤΕΠΑΚ σε παράρτημα του ΑΚΕΛ θα μας βρουν αντιμέτωπους σ’ όλα τα επίπεδα».

Επίσης, ανέφερε ότι ο πρόεδρος της πρώτης Διοικούσας Επιτροπής και νυν Υπουργός Παιδείας θα πρέπει ν’ απαντήσει στα εξής ερωτήματα :

«Πρώτον, γιατί στις 22 Οκτωβρίου τρέχοντος έτους εσπευσμένα πήγε στη Λεμεσό και απαίτησε και είχε από τα μέλη της τωρινής Διοικούσας τις παραιτήσεις τους; Ηταν η ενέργεια του αυτή εις γνώση του Υπουργικού Συμβουλίου και του Προέδρου της Δημοκρατίας»;

Δεύτερον, συνέχισε, «προς τι αυτή η απαίτηση όταν η θητεία της παρούσας Διοικούσας θα έληγε στο τέλος του επόμενου Δεκεμβρίου; Τρίτον, γιατί απαιτήθηκαν οι παραιτήσεις των μελών της Διοικούσας και ενώ αυτές υπεβλήθησαν άμεσα, ακόμα να διοριστεί η νέα Διοικούσα; Σε τι άραγε να υποθέσουμε ότι οφείλεται η αδικαιολόγητη απαίτηση για παραιτήσεις και η ακόμα πιο αδικαιολόγητη δυστοκία διορισμού νέας»;

Τέλος, ο κ. Θεμιστοκλέους θέτει το ερώτημα «πώς μπορεί μια ‘αυτοβούλως’ παραιτηθείσα Διοικούσα να εξακολουθεί να λαμβάνει σοβαρές αποφάσεις για το πανεπιστήμιο και ποια η εγκυρότητα και η νομιμότητα αυτών των αποφάσεων»;