Με την ομόφωνη ψήφιση σε νόμο της πρότασης, η οποία κατατέθηκε στη Βουλή από τον Πρόεδρο της Επιτροπής Συγκοινωνιών και βουλευτή του ΔΗΚΟ Ζαχαρία Κουλία και τους βουλευτές Γεώργιο Γεωργίου από τον ΔΗΣΥ και Φειδία Σαρίκα από το ΚΣ ΕΔΕΚ, ρυθμίζεται το θέμα της ακινητοποίησης μηχανοκίνητων οχημάτων, η διαδικασία επανεγγραφής αυτών, τα αδικήματα που στοιχειοθετούνται και οι σχετικές ποινές.

Οι πρόνοιες του νέου νόμου αναφέρονται στη διαδικασία ακινητοποίησης οχήματος με παράδοση από τον εγγεγραμμένο ιδιοκτήτη ειδοποίησης στον Εφορο Μηχανοκινήτων Οχημάτων ότι δεν προτίθεται να θέσει σε κυκλοφορία ή να χρησιμοποιήσει το όχημά του, καθώς και την έκδοση από τον Εφορο πιστοποιητικού παραλαβής της ειδοποίησης, νοουμένου ότι δεν υπάρχουν καθυστερημένα τέλη για άδεια κυκλοφορίας.

Το πιστοποιητικό ισχύει για το χρόνο που αναφέρει ο ιδιοκτήτης του οχήματος στην ειδοποίηση ή για απεριόριστη χρονική περίοδο, εφ' όσον δεν αναφέρεται συγκεκριμένη περίοδος σε αυτή.

Σε περίπτωση, κατά την οποία ο ιδιοκτήτης οχήματος, το οποίο έχει ακινητοποιηθεί και η εγγραφή του έχει ακυρωθεί επειδή δεν εκδόθηκε άδεια κυκλοφορίας για τρία συναπτά έτη, επιθυμεί να το εγγράψει ξανά, μπορεί να το πράξει, αφού προηγουμένως παρουσιάσει πιστοποιητικό καταλληλότητας και καταβάλει το 10% του φόρου εγγραφής που ισχύει την ημέρα επανεγγραφής του, ή το φόρο εγγραφής που καταβλήθηκε για την αρχική εγγραφή του οχήματος, ανάλογα με το ποιος από τους δύο φόρους είναι ο χαμηλότερος.

Σε περίπτωση κατά την οποία το όχημα έχει διαγραφεί λόγω μη ανανέωσης της άδειας κυκλοφορίας για τρία συναπτά έτη, χωρίς αυτό να έχει δηλωθεί ως ακινητοποιημένο για την περίοδο αυτή, ο φόρος επανεγγραφής που πρέπει να καταβληθεί, σύμφωνα με τις προτεινόμενες διατάξεις, είναι ο φόρος που ισχύει την ημέρα της επανεγγραφής του.