Η πράσινη επιχειρηματικότητα έχει πλέον εδραιωθεί σε αρκετές χώρες με μεγάλη επιτυχία, προσφέροντας στους πολίτες καθαρή ενέργεια

Η παγκόσμια κρίση έχει οδηγήσει σε κοντόφθαλμες αποφάσεις και πολιτικές. Παράλληλα, όμως, αποτελεί και ευκαιρία για μεγάλες ανατροπές. Όσον αφορά τον ενεργειακό τομέα, αυτές οι ανατροπές έχουν τα χαρακτηριστικά μιας εν εξελίξει νέας ενεργειακής εποχής. Όχι στη μετεξέλιξη του σημερινού ενεργειακού μοντέλου που, αφού εφαρμόστηκε για τα τελευταία πενήντα χρόνια, απαιτεί πλέον εκσυγχρονισμό. Αλλά στην ανατροπή βασικών παραδοχών που για δεκαετίες στήριξαν το μοντέλο αυτό. Επιπλέον, χρειάζεται να ληφθούν σοβαρά υπόψη οι παγκόσμιες αλλαγές που καθορίζουν την ενεργειακή πολιτική μιας χώρας σε ένα νέο, διαρκώς απελευθερούμενο και παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον.

Σήμερα, πρώτιστο ζήτημα μιας χώρας είναι η ασφάλεια του εφοδιασμού των ενεργειακών της πόρων. Όμως, η γεωγραφική κατανομή των ορυκτών καυσίμων αναγκάζει τις πλούσιες βιομηχανικές χώρες να αναζητούν αποθέματα είτε σε ευαίσθητες γεωπολιτικά περιοχές, είτε στα τελευταία σύνορα του πλανήτη και στα ευαίσθητα οικοσυστήματα του αρκτικού κύκλου. Η εποχή του πετρελαίου ήταν και παραμένει μια εποχή που πυροδότησε πολέμους και συγκρούσεις για τον έλεγχο των αποθεμάτων του μαύρου χρυσού. Η ειρήνη δεν είναι δυνατή όσο τα ορυκτά καύσιμα θα είναι τόσο αναγκαία για να συνεχίσει να κινείται η παγκόσμια οικονομική μηχανή.

Η απάντηση εδώ έρχεται με τη χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Όχι μόνο εγγυώνται την προστασία του περιβάλλοντος και την αποτροπή της αλλαγής του κλίματος, αλλά και έναν κόσμο πιο ειρηνικό. Κι αυτό γιατί η ευρεία γεωγραφική εξάπλωσή τους, η διαθεσιμότητά τους σε όλες τις χώρες και ο αποκεντρωμένος και συνεπώς δημοκρατικότερος χαρακτήρας τους δεν δημιουργούν τις εξαρτήσεις με τις οποίες είναι τόσο ταυτισμένες οι συμβατικές ενεργειακές πηγές. Η ενέργεια για την ειρήνη είναι συνεπώς μία από τις υποσχέσεις της νέας ενεργειακής εποχής.

Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έχουν αρχίσει να χρησιμοποιούνται εδώ και μερικά χρόνια. Ήδη έχουν γίνει ανταγωνιστικές ως προς τη σημερινή οικονομία του άνθρακα, απειλώντας να εκτοπίσουν οριστικά τα συμβατικά ορυκτά καύσιμα που σφράγισαν τη βιομηχανική εποχή κατά τους δύο τελευταίους αιώνες. Πρόκειται ουσιαστικά για μια σημαντική επιτάχυνση της χρήσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Η τάση αυτή συνοψίζεται στη φράση: «λιγότερος άνθρακας - περισσότερες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και υδρογόνο». Αναμένεται ότι οι αλλαγές από δω και μπρος θα γίνουν σε διάστημα λίγων δεκαετιών, θα είναι δηλαδή σαρωτικές, συγκρινόμενες με τη μέχρι τώρα εξέλιξη. Συνάμα, με τους σημερινούς ρυθμούς απεξάρτησης από την οικονομία του άνθρακα, εκτιμάται ότι το υδρογόνο θα πετύχει μερίδιο 90% της αγοράς γύρω στο 2100. Εκτός βέβαια κι αν υπάρξει επιτάχυνση των αλλαγών και μια πιο αποφασιστική στροφή σε μια οικονομία του υδρογόνου.

Επίσης, η περιβαλλοντική και κοινωνική διάσταση της ενεργειακής πολιτικής είναι η νέα και ίσως η πιο καθοριστική συνιστώσα που προβάλλει στο προσκήνιο. Η αλλαγή του κλίματος και η επακόλουθη έξαρση των ακραίων καιρικών φαινομένων αποτελούν πλέον επιστημονικά τεκμηριωμένα γεγονότα. Πλημμύρες, ξηρασίες, τυφώνες, μειωμένη αγροτική παραγωγή, επανεμφάνιση ασθενειών όπως η ελονοσία, σημαντικές οικονομικές ζημιές, καταστροφή οικοσυστημάτων, εξαφάνιση ειδών, είναι μερικές μόνο από τις συνέπειες. Οι προβλεπόμενες καταστροφές περιλαμβάνουν σημαντικές απώλειες ανθρώπινων ζωών από τις άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, απώλεια της βιοποικιλότητας, ενώ (κάτω από εξαιρετικά αισιόδοξες υποθέσεις) 60-350 εκατομμύρια άνθρωποι θα αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο της πείνας, κυρίως στις αναπτυσσόμενες χώρες. Ποτέ στο παρελθόν η ανθρωπότητα δεν βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα τόσο μεγάλο και σύνθετο πρόβλημα, που αγγίζει κάθε πτυχή της ζωής πάνω στον πλανήτη μας.

Την ίδια στιγμή, νέες θεσμικές ρυθμίσεις και νέα οικονομικά εργαλεία διαμορφώνουν μια τελείως διαφορετική προοπτική στον χώρο της ενέργειας. Μέσω της υποχρέωσης μείωσης των εκπομπών διοξιδίου του άνθρακα και της υποχρεωτικής συμμετοχής των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας με συγκεκριμένα ποσοστά στο ενεργειακό ισοζύγιο, οι καθαρές πηγές ενέργειας εκτοπίζουν γοργά τα μη φιλικά προς το περιβάλλον ορυκτά καύσιμα. Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται και μηχανισμοί αγοράς, όπως η εμπορία δικαιωμάτων εκπομπών θερμοκηπιακών αερίων, οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να στείλουν ηχηρά μηνύματα στις ενεργειακές αγορές.

Η τελευταία μεγάλη πρόκληση αφορά την ίδια την τεχνολογία. Λίγα χρόνια πριν, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ήταν επιθυμητές αλλά δυστυχώς μη ανταγωνιστικές, μη αποδοτικές, ακριβές και ανέτοιμες. Η κατάσταση αυτή έχει αλλάξει δραστικά τα τελευταία χρόνια. Η νέα ενεργειακή εποχή θα βασίζεται πλέον σε τεχνολογίες ώριμες και οικονομικά αποδοτικές, οι οποίες θα συμπληρώνονται με συστήματα αποθήκευσης ενέργειας. Οι περισσότερες τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (π.χ. φωτοβολταϊκά και αιολικά) είναι ήδη φθηνότερες από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο και σύντομα μπορούν να γίνουν φθηνότερες και από τον άνθρακα. Εδώ και αρκετά χρόνια, επίσης, έχει γίνει σαφές και έχει τεκμηριωθεί στην πράξη ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας συνεισφέρουν σημαντικά και στην ενίσχυση της απασχόλησης, ενώ δημιουργούν συγκριτικά περισσότερες θέσεις εργασίας από αυτές των ορυκτών καυσίμων που εκτοπίζονται.

Συμπερασματικά, η νέα ενεργειακή εποχή έχει αρχίσει να αναπτύσσεται με επίκεντρο τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και γενικά τις πράσινες τεχνολογίες. Η πράσινη επιχειρηματικότητα έχει πλέον εδραιωθεί σε αρκετές χώρες με μεγάλη επιτυχία, προσφέροντας στους πολίτες καθαρή ενέργεια. Βρίσκεται πλέον στα χέρια, όχι μόνο της Πολιτείας μας, αλλά και των επιχειρήσεων και του κάθε πολίτη της χώρας μας για να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις της νέας ενεργειακής εποχής για ένα καλύτερο αύριο.

ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΟΥΛΛΙΚΚΑΣ
PhD, DTech, Πρόεδρος Συμβουλίου Ενεργειακής Στρατηγικής, Αναπληρωτής Καθηγητής Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου