Μεγάλη κόντρα ξέσπασε ανάμεσα στην κυβέρνηση και την αντιπολίτευση σε σχέση με το ζήτημα των εγγυήσεων που θα παρέχει το κράτος στην Ελληνική σε περίπτωση ζημιών από τα περιουσιακά στοιχεία που θα λάβει από τον Συνεργατισμό.
Συγκεκριμένα, η παραχώρηση εγγυήσεων απαιτεί την έγκριση της Ολομέλειας της Βουλής η οποία αναμένεται να συνεδριάσει την ερχόμενη Παρασκευή, μετά την έκτακτη και κατεπείγουσα συνεδρίαση της Επιτροπής Οικονομικών που πραγματοποιήθηκε σήμερα Τετάρτη.
Μιλώντας στην εκπομπή «Μεσημέρι και κάτι» του SIGMA, η βουλευτής του ΔΗΣΥ Αννίτα Δημητρίου απέρριψε από την συζήτηση τον όρο «κινδυνολογία» και μίλησε περί «ρεαλιστικών δεδομένων» επί της επιλογής που βρίσκεται ενώπιον της Βουλής.
«Θεωρώ ότι η Βουλή δεν έχει άλλη επιλογή, όπως έχουν τα πράγματα. Υπήρξε μια μεγάλη προσπάθεια όλα αυτά τα χρόνια για να διορθώσουμε το τραπεζικό σύστημα, υπήρξαν αλλαγές προς το καλύτερο, ωστόσο εξακολουθεί να υπάρχει πρόβλημα στο Συνεργατισμό. Για εμένα είναι ικανοποιητικό το ότι υπάρχει συγκεκριμένη κατεύθυνση από τις εποπτικές Αρχές κι αυτό δεν μπορούμε να το παραγνωρίσουμε. Όπως δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε τη συμβολή των εποπτικών Αρχών για όλα αυτά που βιώσαμε, για να μπορέσουμε να είμαστε σήμερα σε μια οικονομική σταθερότητα. Δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ανάθεμα αυτή η στήριξη των εποπτικών Αρχών», είπε.
Όσον αφορά τις επικρίσεις για ελλιπή ενημέρωση όσον αφορά στη συμφωνία, η κα Δημητρίου εξέφρασε την άποψη ότι κάποια πράγματα δεν είναι σωστό να συζητιόνται δημοσίως.
«Τώρα, νοουμένου ότι ενημερώνονται η Επιτροπή Οικονομικών και η Επιτροπή Ελέγχου, θα πάρει θέση η Ολομέλεια», είπε προσθέτοντας ότι είναι πολύ πιο επικίνδυνο τα πράγματα να αφεθούν ως έχουν χωρίς να διασφαλιστούν τόσο η σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος όσο και οι καταθέσεις.
Διερωτήθηκε επίσης αν η Κύπρος έχει την πολυτέλεια να τοποθετηθεί «ενάντια στο πράσινο φως το οποίο άναψαν οι εποπτικές Αρχές για την συγκεκριμένη πώληση», προσθέτοντας ότι άπαντες θα πρέπει να αφήσουν τα πράγματα να εξελιχθούν, παραπέμποντας για οποιεσδήποτε ευθύνες στο πόρισμα της επιτροπής ελέγχου που θα διορίσει ο Γενικός Εισαγγελέας, όταν αυτό δημοσιευτεί.
Από την πλευρά της η βουλευτής του ΑΚΕΛ Ειρήνη Χαραλαμπίδου εξέφρασε την άποψη ότι είναι «άδικο και αδόκιμο» ο Υπουργός Οικονομικών να καταλήγει σε μια συμφωνία «εν πλήρη συσκότιση, χωρίς να ενημερώσει κανένα, να έχει κωφεύσει στην κριτική που του ασκούσαμε ως προς τα άτομα που επέλεξε η Κυβέρνηση και ο ίδιος, να διαχειριστούν μια τόσο δύσκολη υπόθεση όπως ο Συνεργατισμός» την ώρα που ζητάει από τους βουλευτές να βάλουν την υπογραφή τους και να επωμιστούν μια ευθύνη που είναι εξ ολοκλήρου δική του.
Πρόσθεσε δε ότι, ενώ από τη συμφωνία το δημόσιο θα έπρεπε να εξαργυρώσει τα δύο ομόλογα το 2033, η Ελληνική Τράπεζα απαίτησε να πληρωθούν το 2019 και το 2021 αντιστοίχως, κάτι που θα επιβαρύνει το δημόσιο χρέος.
Σύμφωνα με την ίδια, στη συνεδρίαση ο Υπουργός παραδέχτηκε ότι η συμφωνία είναι ετεροβαρής υπέρ των μετόχων της Ελληνική, προσθέτοντας ότι πάνω από το κεφάλι του Κύπριου φορολογούμενου «επικρέμεται ένα χρέος το οποίο είναι εξαιρετικά επικίνδυνο για την κυπριακή οικονομία».
Σημείωσε δε ότι την ώρα που ο Κύπριος φορολογούμενος αναλαμβάνει ρίσκο αρκετών δισεκατομμυρίων, οι μέτοχοι της Ελληνικής θα εισπράξουν όλο το κέρδος, γεγονός που χαρακτήρισε «απαράδεκτο», επικρίνοντας παράλληλα την Κυβέρνηση για την επιλογή των προσώπων που στελέχωσαν την παρούσα διοίκηση.
Ο βουλευτής του Κινήματος «Αλληλεγγύη» Μιχάλης Γιωργάλλας εξέφρασε την άποψη ότι ναι μεν η Βουλή ενδέχεται να μην εγκρίνει την παραχώρηση εγγυήσεων, ωστόσο η συμφωνία είναι «άλλου παπά ευαγγέλιο».
«Δεν άκουσα κανένα στη συνεδρίαση, ούτε καν τον Υπουργό Οικονομικών να πει ότι η συμφωνία θα τιναχτεί στον αέρα. Αυτό που ξεκαθάρισε είναι πως είναι δύσκολο να γίνει επαναδιαπραγμάτευση ή κάτι άλλο. Οι κρατικές εγγυήσεις ήταν μέρος της προσφοράς που έκανε η Ελληνική Τράπεζα κι ως εκ τούτου αν η Βουλή πάρει απόφαση αυτές να μην δοθούν, τότε ίσως να ανοίγει ένα νέο πεδίο, όχι επαναδιαπραγμάτευσης αλλά αλλαγής στάσης απέναντι στη συμφωνία από πλευράς Κυβέρνησης», είπε εισηγούμενος προς όλους να μην επιδίδονται σε κινδυνολογία.
Σημείωσε δε ότι οι εξηγήσεις που έδωσε ο Υπουργός στην συνεδρίαση ήταν «αρκούντως» ικανοποιητικές κι εξέφρασε την άποψη πως με τον τρόπο που εξελίχθηκαν τα πράγματα, οι αποφάσεις λαμβάνονται από άλλους, εκτός Κύπρου, κάτι που αποτελεί αποτυχία της Κυβέρνησης, των εποπτικών Αρχών και των διοικήσεων των τραπεζών.
«Η Κεντρική Τράπεζα Κύπρου ουσιαστικά έχασε την αξιοπιστία της έναντι των ευρωπαϊκών εποπτικών Αρχών και από την ώρα που η διοίκηση της ΣΚΤ, η οποία μπήκε για να λύσει τα προβλήματα και να επαναφέρει την κατάσταση δεν κατάφερε και πολλά, μπήκαν οι ευρωπαίοι και “καθάρισαν” με ένα βίαιο, επιβλητικό και επιχείρημα», είπε.





