Ευρωπαίοι διπλωμάτες ανησυχούν για ενδεχόμενη αύξηση της επιρροής και θέσης της Τουρκίας στην ΕΕ
Προβληματίζει το σενάριο εξυπηρέτησης των συμφερόντων του Τούρκου Προέδρου Ταγίπ Ερντογάν, μέσω της χρήσης του δικαιώματος βέτο από τους Τουρκοκυπρίους μετά από ενδεχόμενη λύση
Ανήσυχοι είναι οι Ευρωπαίοι διπλωμάτες για την πορεία του Κυπριακού, αφού, σύμφωνα με άρθρο της Deutsche Welle, θεωρούν πως ενδεχόμενη λύση θα αυξήσει την επιρροή και θα ενισχύσει τη θέση της Τουρκίας σε σχέση με την ΕΕ. Με τίτλο «Ενίσχυση Τουρκίας έναντι ΕΕ με επίλυση του Κυπριακού;», η ιστοσελίδα της «DW» γράφει ότι η ένωση της Κύπρου μετά από 40 και πλέον χρόνια διχοτόμησης είναι ορατή.
Ωστόσο, Ευρωπαίοι διπλωμάτες ανησυχούν ότι η επίλυση του Κυπριακού θα αύξανε εμμέσως την επιρροή της Τουρκίας στην ΕΕ. Όπως αναφέρεται στο άρθρο, τα Ηνωμένα Έθνη εκφράζουν την αισιοδοξία ότι η διχοτόμηση της Κύπρου μπορεί σύντομα να αποτελεί παρελθόν. Ένα αποφασιστικό βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση μπορεί να γίνει αυτή την εβδομάδα στο Μον Πελεράν της Ελβετίας, εκτιμούν εκπρόσωποι του OHE, που θα λάβουν μέρος της διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό μεταξύ 7 και 11 Νοεμβρίου.
Η συγκυρία για λύση φαίνεται ευνοϊκή. Δύο μετριοπαθείς ηγέτες, ο Κύπριος Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης και ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Μουσταφά Ακιντζί, εργάζονται τα τελευταία 2,5 χρόνια γι' αυτόν τον σκοπό, έχοντας επιτύχει προσεγγίσεις.
Αγκάθι για τις Βρυξέλλες
Ωστόσο, το όλο ζήτημα περιλαμβάνει ένα «αγκάθι» για τις Βρυξέλλες. Η Κύπρος είναι μέλος της ΕΕ από το 2004. Εάν Αναστασιάδης και Ακιντζί κατορθώσουν να καταλήξουν σε συμφωνία, η ΕΕ θα κληθεί σύντομα να υποδεχθεί ένα ομοσπονδιακό κράτος, με όλα τα προβλήματα και τις εκκρεμότητές του.
Και εμμέσως ενδέχεται και η Άγκυρα να αποκτήσει «φωνή» στις Βρυξέλλες. Για όσο διάστημα μένει άλυτο το Κυπριακό, το ευρωπαϊκό δίκαιο ισχύει μόνο στο ελληνοκυπριακό τμήμα. Ως γνωστόν, ο «τουρκοκυπριακός Βορράς» της Μεγαλονήσου αναγνωρίζεται μόνον από την Τουρκία, η οποία διατηρεί εκεί στρατεύματα κατοχής.
Κύπρος όπως… Βαλλονία;
Η επιδιωκόμενη λύση, αναφέρεται στο άρθρο, προβλέπει χονδρικά την αναδιάρθρωση της διχοτομημένης από το 1974 Κύπρου σε ομοσπονδία με δύο ομόσπονδα κρατίδια. Καθοριστικό σημείο συνιστά ότι καμία απόφαση δεν θα λαμβάνεται σε ομοσπονδιακό επίπεδο, εάν δεν έχει εγκριθεί προηγουμένως ξεχωριστά από τις δύο ομόσπονδες κρατικές οντότητες.
Ως εκ τούτου, η ΕΕ ενδέχεται να βρεθεί αντιμέτωπη με σοβαρά προβλήματα σε περίπτωση που, για παράδειγμα, οι Τουρκοκύπριοι έκαναν χρήση του δικαιώματος βέτο που θα αποκτούσαν, εξυπηρετώντας συμφέροντα του Τούρκου Προέδρου Ταγίπ Ερντογάν.
Η Τουρκία είναι εγγυήτρια δύναμη των Τουρκοκυπρίων, οι οποίοι επιθυμούν να διατηρήσει ή Άγκυρα αυτό το στάτους. «Μετά τις εμπειρίες με τη Βαλλονία και τις τελευταίες εξελίξεις στην Τουρκία, δεν θέλω καν να σκεφτώ τι θα μπορούσε να σημαίνει αυτό για την ΕΕ», σχολιάζει Ευρωπαίος διπλωμάτης που υπηρέτησε επί σειρά ετών στην Κύπρο.
Το τουρκικό βέτο
Η γαλλόφωνη βελγική περιφέρεια μπλόκαρε τον Οκτώβριο επί εβδομάδες την υπογραφή της εμπορικής συμφωνίας μεταξύ ΕΕ και Καναδά (CETA), ασκώντας βέτο στις σχετικές διαπραγματεύσεις εντός του Βελγίου. Η εμπλοκή αυτή ήρθη μόνο έπειτα από νέες διαπραγματεύσεις και τροποποιήσεις που ικανοποιούσαν τους εκπροσώπους της Βαλλονίας.
Σε περίπτωση επίλυσης του Κυπριακού, ενδέχεται για πρώτη φορά ένα κράτος εκτός ΕΕ -η Τουρκία- να έχει λόγο στις ευρωπαϊκές αποφάσεις μέσω του βέτο της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Το πώς θα μπορούσε αυτό το ζήτημα να διευθετηθεί θεσμικά παραμένει ένα αίνιγμα, που δεν προσπαθεί να λύσει κανείς, λέγεται από διπλωματικές πηγές στη Λευκωσία.
Λύση όχι στο άμεσο μέλλον
Πολλοί διπλωμάτες δεν είναι βέβαιοι ότι το πρόβλημα έχει γίνει αντιληπτό στην πλήρη του διάσταση. Η ΕΕ εκπροσωπείται μόνο με παρατηρητές στις ενδοκυπριακές συνομιλίες. Η λύση του Κυπριακού διαφαίνεται μεν, αλλά όχι στο άμεσο μέλλον. Ένα από τα προβλήματα που πρέπει να επιλυθούν είναι το ζήτημα των εγγυήσεων. Η τουρκοκυπριακή πλευρά ζητεί να παραμείνει η Τουρκία εγγυήτρια δύναμη, σημείο στο οποίο επιμένει και η Άγκυρα. Η ελληνοκυπριακή πλευρά το απορρίπτει αυστηρά, με το επιχείρημα ότι δεν χρειάζονται εγγυητές εντός ΕΕ, καταλήγει το άρθρο.