Η ΜΠΙΛΙΑ ΠΕΡΙΣΤΡΕΦΕΤΑΙ ΓΥΡΩ ΑΠΟ 5+1 ΚΟΜΜΑΤΑ
Όταν το εκλογικό σώμα γυρίζει την πλάτη στα κόμματα που κυβέρνησαν. Σήμερα το βράδυ, θα έχουμε τις απαντήσεις που ζητάμε αλλά και τις ανατροπές που άλλοι ευχόμαστε και άλλοι απευχόμαστε.
1. Μετά τον περασμένο Ιούλιο, ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα έπαψε να αποτελεί επιλογή διαμαρτυρίας, γιατί κυβέρνησε επί 7 μήνες φέροντας το φορτίο μιας διαπραγμάτευσης που όλο κατέληγε σε συμφωνία κι όλο ξεκινούσε από την αρχή
2. Η Νέα Δημοκρατία του Ευάγγελου Μεϊμαράκη, αν και κατάφερε να επιτύχει σχετικά καλή συσπείρωση, εξακολουθεί να φέρει στις πλάτες της βαρέως τις αμαρτίες της Μεταπολίτευσης, των σκανδάλων, των Μνημονίων και της αποτυχίας χειρισμού της κρίσης
3. Το ΠΑΣΟΚ είναι αφοσιωμένο στην επιχείρηση επαναπατρισμού των ψηφοφόρων της Κεντροαριστεράς, με κάθε προσπάθεια αποτίναξης του παρελθόντος να αποβαίνει άκαρπη
4. Το Ποτάμι μάχεται να αποδείξει ότι δεν πρόκειται για κόμμα διαμαρτυρίας, αλλά επιζητά τη συνειδητή ψήφο για να εφαρμόσει τη νέα πολιτική χωρίς πολιτικούς, την οποία ευαγγελίζεται
5. Η μπίλια της διαμαρτυρίας περιστρέφεται, λοιπόν, γύρω από 5+1 κόμματα: ΚΚΕ, Λαϊκή Ενότητα, ΑΝΕΛ, Ένωση Κεντρώων, Χρυσή Αυγή και ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Δεν έχουν όλα την ίδια δυναμική, δεν έχουν την ίδια ιστορία…
Σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις από το 2009 κι έπειτα, τα πράγματα ήταν πάνω-κάτω ξεκάθαρα όσον αφορά τα κομματικά μπλοκ που σχηματίστηκαν. Υπήρχαν δύο μεγάλα κόμματα που έδιναν μάχη για την Κυβέρνηση, ένα τρίτο κόμμα που φιλοδοξούσε να παίξει τον ρόλο του ρυθμιστή σε περίπτωση μη-αυτοδυναμίας, αναλαμβάνοντας κάποια χαρτοφυλάκια στο κυβερνητικό σχήμα (τάζοντας στον κόσμο ενδοκυβερνητική αντίσταση κι έλεγχο) και τα υπόλοιπα κόμματα που είτε είχαν δογματικά ιδεολογικά άλλοθι για να κερδίσουν ψήφους είτε προσδοκούσαν να αντλήσουν ψήφους διαμαρτυρίας και όχι εμπιστοσύνης.
Το 2012, τα “διαμαρτυρόμενα” αυτά κόμματα έπαιξαν σημαντικό ρόλο στους μετεκλογικούς συσχετισμούς, καθώς τα ποσοστά τους τούς επέτρεπαν να έχουν μεν μια σχετικά καλή εκπροσώπηση εντός του ελληνικού Κοινοβουλίου, ταυτόχρονα, όμως, τους έδιναν την άνεση να είναι “αντί”. Έτσι, είτε στη Δεξιά είτε στην Αριστερά, είτε στο παρωχημένο πλέον Κέντρο, είδαμε κόμματα να αυτοπροσδιορίζονται ως “αντιμνημονιακά”, “αντιευρωπαϊκά”, “αντικομμουνιστικά” ακόμα και “αντιμεταπολιτευτικά”. Το νέο αυτό “αντί” είχε έναν και μοναδικό στόχο: να κερδίσει την ψήφο διαμαρτυρίας. Τι σημαίνει όμως επί της ουσίας, “ψήφος διαμαρτυρίας”;
Στις μεγάλες αναταραχές, όταν κάποια κρίση (οικονομική, κοινωνική, αξιακή κ.λπ) χτυπάει μια χώρα και τον λαό της, οι άνθρωποι σταδιακά χάνουν την πίστη τους στο πολιτικό σύστημα και ενίοτε στον κοινοβουλευτισμό. Χάνουν δηλαδή την ελπίδα, ότι οι δημοκρατικά (κατά τ’ άλλα) εκλεγμένοι εκπρόσωποί τους στη Βουλή, μπορούν να διορθώσουν την κατάσταση. Αυτό, τις περισσότερες φορές έχει ολέθριες συνέπειες για την ίδια τη δημοκρατία και την κοινωνία, με κινήματα όπως της χούντας του 1967 να βρίσκουν το περιθώριο για δράση κι επιβολή.
Η λογική του κόσμου είναι η εξής: εκείνοι που ευθύνονται για την άσχημη κατάσταση της χώρας, εκείνοι που κυβέρνησαν επί δεκαετίες απομυζώντας το κράτος, εκείνοι που καταδικάζονται για κατασπατάληση δημοσίων χρημάτων, ζητούν εκ νέου την ψήφο του λαού για να… διορθώσουν τη ζημιά; Θέλει θράσος. Έτσι, λοιπόν, η πολιτική κρίση σε αυτές τις περιπτώσεις αποτελεί νομοτέλεια.
Εκεί, έρχονται τα μικρότερα κόμματα να εκμεταλλευτούν την κατάσταση, συνήθως με χαρακτηριστικά ευκαιριακού προσανατολισμού. Έρχονται να ζητήσουν την ψήφο όσων είναι καθαρά δυσαρεστημένοι με τα κόμματα εξουσίας, ακόμα και αν για δεκαετίες αποτέλεσαν παραδοσιακούς ψηφοφόρους τους, εκείνων που θέλουν λύσεις “εδώ και τώρα” στα προβλήματα, εξετάζοντας μόνο αφορμές κι όχι αιτίες. Εκείνων που θέλουν την παραδειγματική τιμωρία των πολιτικών που “τα έκαναν θάλασσα”. Εκείνων που συνειδησιακά ανήκουν στο “ό,τι δεν λύεται, κόβεται”, για να ησυχάσουμε επιτέλους με τους περίεργους κόμπους που μας ταλαιπωρούν…
Από το στάδιο αυτό της διαμαρτυρίας πέρασαν όλα σχεδόν τα κόμματα της ελληνικής Βουλής, την περίοδο 2009-2015, πλην του ΠΑΣΟΚ, που είχε την ατυχία να σκάσει στα χέρια του η βόμβα του χρέους, στην εκπνοή της Μεταπολίτευσης. Από τη Νέα Δημοκρατία, που μνημονιοποιήθηκε νωρίς και σε μια νύχτα, τον ΣΥΡΙΖΑ που γιγαντώθηκε από τη διαμαρτυρία και την αντίδραση στα Μνημόνια και τις πολιτικές λιτότητας που επέβαλαν τα δύο μεταπολιτευτικά κόμματα, μέχρι την Ένωση Κεντρώων του Βασίλη Λεβέντη που φλερτάρει επιθετικά με την είσοδό της σήμερα στη Βουλή, το εκλογικό σώμα πάντα ψάχνει τρόπο να τιμωρήσει και να παραδειγματίσει εκείνους που κυβέρνησαν με ολέθριες συνέπειες για τη χώρα και την οικονομία. Κάπως έτσι επιλέγει κόμμα διαμαρτυρίας, ανάλογα με το πόσο θυμωμένος είναι, με το σημείο εκκίνησης της ιδεολογικής ή κομματικής του πορείας, από τη γεωγραφική θέση, με την επαγγελματική του ιδιότητα και κοινωνικό του status, ανάλογα με τις προσδοκίες και τις φιλοδοξίες του.
Η ψήφος διαμαρτυρίας έχει κάποια πολύ βασικά χαρακτηριστικά, που απαντούν σε όλα τα σχετικά κόμματα, ανεξάρτητα από ποια ιδεολογική κατεύθυνση προέρχονται. Ο καταγγελτικός λόγος και η κινηματική δράση, η επίκληση στη μνήμη και στο συναίσθημα με την ενεργοποίηση των μηχανισμών εθνικής ή κοινωνικής υπερηφάνειας, η απουσία εμπεριστατωμένων προτάσεων στο πλαίσιο της συγκυρίας, η ρητορική τού “φταίνε οι άλλοι”, η οικειοποίηση της αγανάκτησης των πληγμένων από τα μέτρα λιτότητας και η συνεχής προσπάθεια αποδόμησης του αντιπάλου χωρίς χτίσιμο επιχειρημάτων, είναι λίγα από αυτά. Και το βασικότερο όλων: οι αβίαστες υποσχέσεις.
Το μεγάλο ζήτημα, που θα κρίνει τις σημερινές εκλογές, είναι αυτό: πώς θα κατανεμηθεί η ψήφος διαμαρτυρίας του ελληνικού λαού; Σε ποιες δυνάμεις, εντός ή εκτός Βουλής θα στραφούν οι μεγάλοι πρωταγωνιστές αυτής της εκλογικής διαδικασίας, οι μέχρι πρότινος αναποφάσιστοι, που σε κάποιες περιπτώσεις άγγιξαν το ιλιγγιώδες 17%;
Μετά τον περασμένο Ιούλιο, ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα έπαψε να αποτελεί επιλογή διαμαρτυρίας. Αυτό συνέβη αφενός γιατί κυβέρνησε επί 7 μήνες φέροντας το φορτίο μιας διαπραγμάτευσης που όλο κατέληγε σε συμφωνία κι όλο ξεκινούσε από την αρχή, αφετέρου γιατί μετά ήρθε η ψήφιση του 3ου Μνημονίου και η επί της ουσίας εφαρμογή του αντίθετου αποτελέσματος στο δημοψήφισμα.
Από την άλλη, η Νέα Δημοκρατία του Ευάγγελου Μεϊμαράκη, αν και κατάφερε να επιτύχει σχετικά καλή συσπείρωση, εξακολουθεί να φέρει στις πλάτες της βαρέως τις αμαρτίες της Μεταπολίτευσης, των σκανδάλων, των Μνημονίων και της αποτυχίας χειρισμού της κρίσης. Το δε ΠΑΣΟΚ είναι αφοσιωμένο στην επιχείρηση επαναπατρισμού των ψηφοφόρων της Κεντροαριστεράς, με κάθε προσπάθεια αποτίναξης του παρελθόντος να αποβαίνει άκαρπη, ενώ το Ποτάμι μάχεται να αποδείξει ότι δεν πρόκειται για κόμμα διαμαρτυρίας, αλλά επιζητεί τη συνειδητή ψήφο για να εφαρμόσει τη νέα πολιτική χωρίς πολιτικούς, την οποία ευαγγελίζεται.
Η μπίλια της διαμαρτυρίας περιστρέφεται, λοιπόν, γύρω από 5+1 κόμματα: ΚΚΕ, Λαϊκή Ενότητα, ΑΝΕΛ, Ένωση Κεντρώων, Χρυσή Αυγή και ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Δεν έχουν όλα την ίδια δυναμική, δεν έχουν την ίδια ιστορία, δεν έχουν δείξει την ίδια συνέπεια έργων και λόγων, δεν έχουν το ίδιο πρόσωπο, ούτε την ίδια θεώρηση πραγμάτων. Το μόνο στο οποίο συναντιούνται, είναι η αρένα της διαμαρτυρίας απέναντι σε όλο αυτό που επιβλήθηκε και σε αυτό που έρχεται, ενώ κάποια έχουν ήδη παίξει έστω και για λίγο το παιχνίδι της εξουσίας από το δικό τους μετερίζι.
Ποια από τα κόμματα αυτά θα καταφέρουν να προσελκύσουν την ψήφο της αντίδρασης του ελληνικού λαού, έτσι ώστε να ενισχύσουν τα ποσοστά τους εντός Βουλής ή να επιτύχουν την είσοδό τους σε αυτήν, με σημαία τον αγώνα της αντίστασης κατά του Μνημονίου και του πολιτικού συστήματος που έφερε την Ελλάδα ώς εδώ; Σήμερα το βράδυ, θα έχουμε τις απαντήσεις που ζητάμε αλλά και τις ανατροπές που άλλοι ευχόμαστε και άλλοι απευχόμαστε.