Η ΜΑΡΚΕΛΛΑ ΗΣΑΪΑ-ΤΣΙΑΚΚΑ ΠΟΥ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΗ ΙΣΟΤΗΤΑ

Το 2005 αποτέλεσε την αφετηρία για άρση μιας μεγάλης αδικίας, η οποία παραποιούσε εσκεμμένα τον πραγματικό αριθμό των προσφύγων με σκοπό το κλείσιμο του Κυπριακού και την απεμπόληση του δικαιώματος της επιστροφής

Από την αναγνώριση των εκ μητρογονίας προσφύγων παραμένουν δύο βασικά σημεία σε εκκρεμότητα μέχρι σήμερα. Το ένα αφορά στο πολιτικό δικαίωμα να εκλέγουν και να εκλέγονται στις επαρχίες καταγωγής τους, και το άλλο στη μη παροχή βοήθειας σε όσα παιδιά είχαν ήδη στεγαστεί πριν από το 2013


Είναι κοινά παραδεκτό πως μαχητές και νικητές της ζωής δεν είναι μόνον όσοι μάχονται με μία ασθένεια ή αντιμετωπίζουν κάποια κινητικά ή άλλα προβλήματα. Είναι κι αυτοί που μάχονται για καθιέρωση των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, για την ισότητα, κ.ά. Ένα από αυτά τα άτομα είναι κι η Μαρκέλλα Ησαΐα Τσιάκκα, πρόσφυγας από Λεύκα-Ξερό Μόρφου, που πάλεψε και συνεχίζει να δίνει τον αγώνα για ισότιμη αντιμετώπιση από το κράτος των παιδιών προσφύγων, είτε εκ πατρογονίας είτε εκ μητρογονίας. Προς επίτευξη αυτού του σημαντικού στόχου, που σε μεγάλο βαθμό έχει επιτευχθεί, η κ. Τσιάκκα ίδρυσε μαζί με άλλες μανάδες πρόσφυγες την Κίνηση Προσφύγων και Εκτοπισμένων Μανάδων.

Η πορεία της

Η κ. Τσιάκκα γεννήθηκε την 21.1.1958 και κατάγεται από Λεύκα-Ξερό-Μόρφου. Πατέρας της ήταν ο αείμνηστος γιατρός Διομήδης Ησαΐας από τη Λεύκα και μητέρα της η Ευαγγελία, το γένος Κλεάνθη Εγγλέζου. Είναι απόφοιτος της Σχολής Καλογραιών Λεμεσού με σπουδές σε Γαλλία και Ελλάδα. Είναι πτυχιούχος Μάρκετινγκ και Διοίκησης Επιχειρήσεων. Μιλά, γράφει και διαβάζει 4 γλώσσες.

Είναι νυμφευμένη με τον επιχειρηματία Νίκο Τσιάκκα και έχει 2 παιδιά, τον Εμμανουήλ και την Ευαγγελία. Είναι δραστήριο και ενεργό μέλος της κοινωνίας, συμμετείχε σε προσφυγικές οργανώσεις, συνδέσμους γονέων και διετέλεσε πρόεδρος Συνδέσμου Γονέων του 82ου Συστήματος Αγίων Ομολογητών για 10 χρόνια. Τη διακρίνει η αποφασιστικότητα, η επιμονή, η καλοσύνη και το πείσμα στη διεκδίκηση του δικαίου και είναι πείσμων στο να πετυχαίνει τους στόχους της.

Τα γεγονότα του 1974 ώς σήμερα

Ο μαύρος Ιούλης του 1974 έμελλε ν' αλλάξει άρδην τη ζωή της. Τελειόφοιτη τότε της Σχολής Καλογραιών Λεμεσού (Saint Mary’s), και το σχολείο είχε διοργανώσει ένα εκπαιδευτικό ταξίδι στο Παρίσι, όπου θα παρακολουθούσε ένα ταχύρρυθμο πρόγραμμα βελτίωσης/ενδυνάμωσης της γαλλικής γλώσσας για ένα μήνα.

«Πού να το φανταστούμε τι θα μας περίμενε! Μέχρι τις 14 του Ιούλη όλα κυλούσαν ομαλά, αλλά την επομένη όλα άλλαξαν ξαφνικά! Στις 15 του Ιούλη μαθαίνουμε για το πραξικόπημα - παγώσαμε. Μετά από 5 μέρες η βάρβαρη εισβολή. Στο γκρουπ μας (15 κορίτσια) ήμουν η μόνη από τα κατεχόμενα, η συνοδός μας προσπαθούσε απεγνωσμένα να επικοινωνήσει με την Κύπρο να μάθει τι έγινε η οικογένειά μου. Σε ανύποπτο χρόνο λαμβάνω ένα τηλεγράφημα "ALL WELL. MOM". Δεν μπορούσα να κρατήσω τα δάκρυά μου, ήθελα να φύγω, όμως δεν υπήρχαν ούτε πλοία ούτε αεροπλάνα για Κύπρο! Τελικά επιστρέψαμε στην Κύπρο μέσω Αθηνών τον Σεπτέμβριο», προσθέτει, σημειώνοντας πως έμεινε στη Λεμεσό μέχρι την αποφοίτησή της ένα χρόνο μετά.

«Αποφοίτησα το 1975 με υποτροφία και έκτοτε με μια βαλίτσα στο χέρι προσπαθούσα να επιβιώσω. Πήγα Αθήνα, όπου δούλευα και σπούδαζα. Ευτυχώς, οι γνώσεις από το σχολείο μου με βοήθησαν στο να βρίσκω εύκολα εργασία. Άλλες εποχές τότε.

Και δεν είναι μόνο ότι χάσαμε τα πάντα και ξεριζωθήκαμε από τα σπίτια μας, είναι και τα τραυματικά συναισθήματα που σου προκαλεί η όλη πορεία - χάσαμε τα εφηβικά μας χρόνια, μεγαλώσαμε απότομα, δεν είχαμε την πολυτέλεια να κάνουμε σχέδια για το μέλλον μας, να ονειρευόμαστε… Φοιτήτρια ούσα ένιωθα ότι ήμουν εκτός τόπου και χρόνου, για τον απλούστατο λόγο ότι μπορεί φυσιολογικά να ήμουν φοιτήτρια, όμως δεν ζούσα αυτήν την ανέμελη φοιτητική ζωή… Η ζωή, όμως, μας επιφυλάσσει και εκπλήξεις… Παντρεύτηκα το 1981 τον σύζυγό μου, τον οποίο ήξερα από την Κύπρο και βρεθήκαμε τελείως «τυχαία» στην Αθήνα, αφού και ο ίδιος είχε την ίδια σχεδόν μοίρα μ' εμένα, αφού οι γονείς του είχαν τις επιχειρήσεις τους στο Ζαΐρ/Αφρική και εκδιώχθηκαν το 1971».

Ο αγώνας για την ισότητα

Ο μεγάλος αγώνας της για την ισότητα ανάμεσα στα παιδιά των προσφύγων ξεκίνησε πριν από 12 χρόνια. «Το 2004 υπέβαλα αίτηση για εγγραφή των παιδιών μου στην προσφυγική μου ταυτότητα. Μετά από ένα μήνα μού επιστρέφουν την ταυτότητα της "εκτοπισμένης οικογένειας" χωρίς οικογένεια αλλά ατομική. Θύμωσα. Στην παράκληση μου να δοθούν εξηγήσεις, πήρα την αποστομωτική απάντηση: "Αφού, κυρία μου, ο σύζυγός σου δεν είναι πρόσφυγας πώς θα είναι και τα παιδιά σου;". "Και πού το λέει αυτό;", ρωτώ. "Το λέει ο Νόμος!!". Μού έγραψε τον Νόμο σε ένα χαρτάκι και άρχισα το "ψάξιμο".

»Την ίδια χρονιά -σημαδιακή δε η χρονιά- στο μάθημα της Ιστορίας της Κύπρου στην Τρίτη Λυκείου ο καθηγητής έκανε αναφορά και στα τραγικά γεγονότα του 1974 μέσα από τις προσωπικές του εμπειρίες. Τα παιδιά διψούσαν να μάθουν. "Μια από τις πληγές της Κύπρου", τους έλεγε, "και το προσφυγικό, που παρ’ όλη την αδικία και το ξεριζωμό τους και τον διασκορπισμό τους ανά την Κύπρο, οι πρόσφυγες διαχωρίζονται σε άνδρες και γυναίκες από το ίδιο τους το κράτος.

»Δηλαδή παιδιά που ο πατέρας τους είναι πρόσφυγας θεωρούνται πρόσφυγες, ενώ παιδιά που η μητέρα τους είναι πρόσφυγας δεν θεωρούνται πρόσφυγες". Και το ερώτημα καταπέλτης της κόρης μου γυρίζοντας στο σπίτι: "Δηλαδή τώρα εγώ δεν είμαι πρόσφυγας επειδή εσύ είσαι γυναίκα; Πώς το δέχεσαι και το ανέχεσαι αυτό;". Η γροθιά στο στομάχι από την έφηβη κόρη μου!

»Ένιωσα ανήμπορη να δικαιολογήσω τα αδικαιολόγητα σε μια έφηβη και θύμωσα πρώτα απ’ όλα με τον εαυτό μου. Ο θυμός που ένιωθα και ο προβληματισμός μου βρήκαν διέξοδο σε μια φράση του συζύγου μου: "Κινηθείτε εσείς οι μανάδες πρόσφυγες, οργανωθείτε για να πετύχετε, δεν κάνετε τίποτε με το να μεμψιμοιρείτε!". Έκτοτε η λέξη διεκδίκηση και μόνο διεκδίκηση πήρε σάρκα και οστά», μας εξηγεί περαιτέρω.

Το κάλεσμα

Όπως μας επισημαίνει, «την 1η Φεβρουαρίου του 2005 δημοσίευσα ένα άρθρο στις εφημερίδες, και με έκπληξη παρατήρησα ότι όλες το είχαν δημοσιεύσει. Καλούσα και παρότρυνα τις εκτοπισμένες μανάδες σε κοινό και μαζικό αγώνα με σκοπό και στόχο να ανατρέψουμε ενωμένες ως μια υπερκομματική γροθιά, μια διαχρονικά κατάφωρη και εγκληματική αδικία που επηρέαζε την Κύπρια γυναίκα/μάνα πρόσφυγα. Μια αδικία η οποία παραποιούσε εσκεμμένα τον πραγματικό αριθμό των προσφύγων με σκοπό το κλείσιμο του Κυπριακού και την απεμπόληση του δικαιώματος της επιστροφής.

»Αγωνιστήκαμε, με αποφασιστικότητα, στην αρχή λίγες και αργότερα πολλές. Θέσαμε τους στόχους μας. Εγγραφήκαμε ως Σωματείο, μας καλούσαν στη Βουλή, παρεμβαίναμε στα ΜΜΕ, είδαμε 4 Υπουργούς Εσωτερικών και 3 Υπουργούς Οικονομικών, 1 Πρόεδρο της Δημοκρατίας, κάναμε διαμαρτυρίες μέσα και έξω από τη Βουλή, έξω από το Προεδρικό, υποβάλαμε προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, παρευρεθήκαμε στο Δικαστήριο όταν ο ΠτΔ κ. Χριστόφιας ανέπεμψε τις προτάσεις νόμου της Βουλής με την τότε ανακοίνωσή μου ότι "τελικά η Κύπρος είναι τριτοκοσμική χώρα ως προς την Ισότητα…".

»Ποτέ δεν τα βάλαμε κάτω, δεν λυγίσαμε, δεν σκεφτήκαμε ούτε για μια στιγμή τον χρόνο, τις θυσίες, προσωπικές και οικογενειακές, γιατί πιστέψαμε σε αυτόν τον αγώνα. Έτσι πεισμώσαμε, παλέψαμε και διεκδικήσαμε τα δίκαια αιτήματά μας. Δεν δεχτήκαμε ούτε ανεχτήκαμε την κοροϊδία και τις ψεύτικες δικαιολογίες από οποιαδήποτε κυβέρνηση θέλησε να μας παραμυθιάσει και να μας χαϊδέψει τα αφτιά.

»Το σύνδρομο της ήττας δε κτυπούσε και τα μέλη μας. Το αναχαιτίσαμε, με συναντήσεις, το συζητούσαμε, τους ενημέρωνα, επαναλάμβανα ότι τίποτα δεν μας χαρίζεται αν δεν το θέλουμε πραγματικά αν δεν το διεκδικήσουμε! Και τίποτα δεν ανατρέπεται αν δεν το σταματήσεις! Η γνώση ήταν και είναι η δύναμή μας», συνεχίζει.

Η δικαίωση

Η εν μέρει δικαίωση ήρθε το 2013. «Το γεγονός ότι αυτή η διαχρονική αδικία έφτασε εν μέρει στο τέλος της μετά από δική μου πρωτοβουλία ήταν μια ικανοποίηση όχι μόνο για μένα αλλά για το σύνολο των προσφύγων μανάδων και των παιδιών μας. Ένιωσα δικαιωμένη, ένιωσα ότι αξίζει τον κόπο να αγωνίζεσαι γι' αυτήν την πατρίδα παρόλες τις απογοητεύσεις και όντως τίποτα δεν πάει χαμένο, φτάνει να το θέλεις και να το διεκδικείς επίμονα όμως», συμπληρώνει, τονίζοντας πως ακόμα ο αγώνας συνεχίζεται.

Όπως μας εξηγεί, από την αναγνώριση των εκ μητρογονίας προσφύγων παραμένουν δύο βασικά σημεία σε εκκρεμότητα μέχρι σήμερα. Το ένα αφορά στο πολιτικό δικαίωμα να εκλέγουν και να εκλέγονται στις επαρχίες καταγωγής τους, και το άλλο στη μη παροχής βοήθειας σε όσα παιδιά είχαν ήδη στεγαστεί πριν από το 2013. «Ο αγώνας μας θα συνεχιστεί μέχρι και αυτά τα δύο σημαντικά σημεία να κλείσουν», τονίζει, στέλνοντας το εξής μήνυμα: «Τίποτε δεν σου χαρίζεται, όλα κερδίζονται μόνον όταν τα διεκδικούμε και τα θέλουμε αληθινά έχοντας πίστη μέσα μας».