Ο ΠΙΣΤΟΣ ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΤΕΛΙΚΑ ΘΑΜΜΕΝΟΣ ΣΤΟΝ ΤΑΦΟ

Την άποψη ότι ο Τάφος της Αμφίπολης πιθανώς ανήκει στον Ηφαιστίωνα, είχε εκφράσει ο Αναπληρωτής Καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου Θεόδωρος Μαυρογιάννης

Η συστηματική απαξίωσή του από τους ιστορικούς συνέβαλε στο να αργήσει ο εντοπισμός της τοποθεσίας όπου τελικά ενταφιάστηκε

Το ζήτημα του τάφου ίσως επηρεάσει τις ισορροπίες και τους γεωπολιτικούς συσχετισμούς στην ευρύτερη περιοχή


Από τη στιγμή που τα πρώτα ευρήματα της αρχαιολογικής ανασκαφής στον λόφο Καστά, στην ανατολική Μακεδονία, είδαν το φως της δημοσιότητας, η υπόθεση του μνημείου της Αμφίπολης απασχόλησε και απασχολεί τόσο την κοινή γνώμη και την ακαδημαϊκή κοινότητα, όσο και την πολιτική σκηνή της Ελλάδας. Πεδίο αντιπαράθεσης και συγκρούσεων, αμφισβητήσεων και ενίοτε ερίδων, το ταφικό μνημείο μονοπώλησε την επικαιρότητα όσο κανένα άλλο ανασκαφικό γεγονός, για περισσότερο από ένα χρόνο. Το τι πραγματικά είναι και σε ποιον ανήκει ο Τάφος της Αμφίπολης αργήσαμε (σχετικά) να το μάθουμε, με πολλούς από τους -θεσμικά ή εξωθεσμικά- εμπλεκόμενους να προσπαθούν να επιταχύνουν τις διαδικασίες, αγνοώντας ίσως ότι στην επιστήμη της αρχαιολογίας απαιτείται χρόνος, υπομονή, μεθοδικότητα και ακρίβεια.

Πριν καν ανασυρθούν, εξεταστούν και χρονολογηθούν τα ευρήματα της ανασκαφής, πριν καν οι ειδικοί μπορέσουν να σχηματίσουν μια ασφαλή εικόνα σχετικά με το τι βγήκε από τη λήθη του χρόνου, δεν ήταν λίγοι εκείνοι οι οποίοι έσπευσαν να «τζογάρουν» πάνω στην ονοματολογία αλλά και στη σημασία του μνημείου, ενδεχομένως σε μια προσπάθεια να καπηλευτούν τα γεγονότα. Ταυτόχρονα, κι ενώ το πρόβλημα της ονομασίας των Σκοπίων είναι ακόμη ζεστό, με τη γείτονα χώρα να κλιμακώνει τις πιέσεις σχετικά με την υιοθέτηση του ονόματος «Μακεδονία», το θέμα του Τάφου της Αμφίπολης ίσως επηρεάσει τις ισορροπίες και τους συσχετισμούς.

Τόσο η ιστορική μνήμη του Ελληνισμού και η ακεραιότητα της Ιστορίας, όσο και τα θέματα ταυτότητας που μπορεί να αποτελέσουν ισχυρές αφορμές για πρωτοβουλίες και διπλωματικούς ελιγμούς, είναι κάποιες από τις παραμέτρους που πρέπει να εξεταστούν και να προστεθούν στη διπλωματική φαρέτρα των επιχειρημάτων, εκείνων που χειρίζονται το λεπτό αυτό ζήτημα με τις μεγάλες προεκτάσεις.

Τελικά, τι υπάρχει στην Αμφίπολη;

Πρόκειται για ένα ταφικό μνημείο στο οποίο είναι θαμμένος, κατά παραγγελία του Μεγάλου Αλεξάνδρου προς τον αρχιτέκτονα Δεινοκράτη, ο στενός του φίλος και εταίρος Ηφαιστίωνας. Αυτό, πέρα από τις εκτιμήσεις που είχαν προκύψει μέσω των ιστορικών πηγών, επιβεβαιώθηκε με την πρόσφατη ανακοίνωση των αρχαιολόγων στις 30 Σεπτεμβρίου 2015. «Υπάρχουν τρεις επιγραφές που αποτελούν συμβόλαια έργου του ταφικού μνημείου. Οι επιγραφές γράφουν: "Παρέλαβον" και έχουν το μονόγραμμα του Ηφαιστίωνα», είπε η υπεύθυνη αρχαιολόγος Κατερίνα Περιστέρη, παρουσιάζοντας μία από τις επιγραφές.

«Αυτό δηλώνει ότι πρόκειται για συμβόλαιο κατασκευής έργου και πλούσια εργολαβία», τόνισε. Επίσης, βρέθηκε και το μονόγραμμα του Αντίγονου του Μονόφθαλμου, ενός εκ των στρατηγών του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Οι ευμεγέθεις επιγραφές (περί τα 25 εκατοστά σε ύψος) με την «υπογραφή» ΑΝΤ, υπογραφή που συναντάται σε όλους τους Αντιγονίδες και εδώ αποδίδεται στον Αντίγονο τον Μονόφθαλμο (323-318 π.Χ), φέρουν χαραγμένη τη λέξη «ΠΑΡΕΛΑΒΟΝ» και στο τέλος το σύμπλεγμα γραμμάτων που σχηματίζει τo όνομα «Ηφαιστίωνος» (Δηλαδή: Εγώ, ο Αντίγονος, παρέλαβα οικοδομικό υλικό για την ανέγερση μνημείου προς τιμή του Ηφαιστίωνος).

Κατά συνέπεια, σύμφωνα με τον αρχιτέκτονα της ανασκαφής στην Αμφίπολη κ. Μιχάλη Λεφαντζή, κλείνει η χρονολογική ψαλίδα στα πέντε-έξι χρόνια μετά τον θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου (323-319 π.Χ.), οπότε αρχίζει η οικονομική κάμψη και οι διάδοχοι διαμοιράζουν το κράτος του Έλληνα στρατηλάτη στον Τριπαράδεισο (321 π.Χ.).

Ένα χρόνο πριν η εκτίμηση

Ωστόσο, ένα χρόνο πριν, από τον Σεπτέμβριο του 2014, παρά την ονοματολογία στην οποία επιδίδονταν ακαδημαϊκοί και δημοσιογράφοι εκείνο τον καιρό, παρελαύνοντας στα τηλεοπτικά πάνελ, η άποψη ότι ο Τάφος της Αμφίπολης πιθανώς ανήκει στον Ηφαιστίωνα είχε διατυπωθεί από τον Αναπληρωτή Καθηγητή Αρχαίας Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου Θεόδωρο Μαυρογιάννη.

Μιλώντας στη «Σ», αναφέρει ότι, από τη στιγμή που είχε στα χέρια του τα τεχνικά χαρακτηριστικά του τάφου, τον οποίο αμέσως χρονολόγησε περί το 320 π.Χ, συμφωνώντας με την κ. Περιστέρη, ανέτρεξε στις ιστορικές πηγές, προσπαθώντας ουσιαστικά διά της ατόπου απαγωγής να φτάσει στον ένοικο του τάφου που, όπως λέει, «ήταν σίγουρα τεράστια προσωπικότητα για την εποχή». «Αφού, μεταξύ άλλων, απέκλεισα τον Κάσσανδρο και τον Αλέξανδρο τον 4ο, δίνοντας ιδιαίτερη βαρύτητα στην περίοδο κοντά στο 320 π.Χ., βρήκα από τις αρχαίες ιστορικές πηγές μια πληροφορία για τον τίτλο ενός έργου, ενός έφιππου από την Όλινθο, “περί Αλεξάνδρου και Ηφαιστίωνος ταφής”, στην οποία αντιπαραβαλλόταν η ταφή του Αλεξάνδρου με την ταφή του Ηφαιστίωνος. Όταν είχα αυτά τα στοιχεία στη διάθεσή μου, σκέφτηκα να εξετάσω τον Ηφαιστίωνα, προκειμένου να τεκμηριώσω τι συνέβη με τον θάνατο και την ταφή του».

Λατρεύτηκε ως ήρωας

Σχετικά με τον ρόλο του και πώς αυτός συνδέεται με την υπόθεσή του για την Αμφίπολη, ο κ. Μαυρογιάννης αναφέρει ότι αν και η επιθυμία του Αλέξανδρου ήταν ο Ηφαιστίωνας να λατρευτεί ακριβώς όπως ο ίδιος, ως θεός δηλαδή, τελικά λατρεύτηκε ως ήρωας. Αυτό οδήγησε στο συμπέρασμα ότι κάπου θα έπρεπε να υπάρχει ένα μεγάλο ηρώο αφιερωμένο σε αυτόν. «Ο Αλέξανδρος», προσθέτει, «τον θεωρούσε ως το alter ego του. Ο Ηφαιστίωνας δεν ήταν ο καλύτερος στρατηγός, όπως ο Κρατερός, αλλά υπήρξε ο ιθύνων νους για όλα τα μηχανικά και τα αρχιτεκτονικά έργα.

Το 327 π.Χ, δε, ο Αλέξανδρος τον προήγε σε χιλίαρχο του ιππικού του βασιλιά, προωθώντας τον έτσι στην κορυφή της ιεραρχίας του Μακεδονικού στρατού και κατά συνέπεια στον ρόλο του διαδόχου. Το μνημείο του θα έπρεπε, λοιπόν, να είναι αντίστοιχου μεγέθους». Σύμφωνα με τον καθηγητή, όλοι ήταν πεπεισμένοι ότι ο Ηφαιστίωνας ήταν θαμμένος στη Βαβυλώνα, γεγονός που αποπροσανατόλιζε. «Κοίταξα όλες τις γραπτές πηγές, δηλαδή Διόδωρο, Αρριανό, Πλούταρχο, Ιουστίνο και Curtius Rufus, είδα ότι όλοι, πλην του Rufus, μιλούν για τις προθέσεις του Αλεξάνδρου να του αναγείρει τύμβο. Κανείς όμως δεν αναφέρεται σε τάφο του Ηφαιστίωνος στη Βαβυλώνα. Όπως περιγράφει ο Διόδωρος, φαίνεται ότι ο Αλέξανδρος οικοδόμησε την πυρά του Ηφαιστίωνος στη Βαβυλώνα, δηλαδή ένα πυραμιδωτό μνημείο στο οποίο θα γινόταν η καύση. Το μνημείο αυτό δεν ταυτίζεται με τον τάφο. Ως αρχιτέκτονας και αυτού του μνημείου εμφανίζεται ο Δεινοκράτης».

Πώς μεταφέρθηκε η σορός;

Ο Ηφαιστίωνας πέθανε στα Εκβάτανα και, όπως φαίνεται, η καύση του έγινε στη Βαβυλώνα. Πώς όμως η σορός κατέληξε στην Αμφίπολη; Σύμφωνα με τον κ. Μαυρογιάννη, πρόκειται για προσωπική επιλογή του Αλεξάνδρου.

«Είναι πολλοί οι λόγοι. Κατά την εκτίμησή μου, ο Αλέξανδρος ήθελε να τείνει χείρα φιλίας προς του Αθηναίους, οι οποίοι ήταν δυσαρεστημένοι μαζί του, καθώς οι Μακεδόνες είχαν ενσωματώσει την Αμφίπολη στην αυτοκρατορία τους, η οποία μέχρι πρότινος ήταν αθηναϊκή κληρουχία. Από τα 334 π.Χ, οι Μακεδόνες είχαν παραχωρήσει τα δικαιώματα του Αθηναίου πολίτη στον Αμύντορα, στον πατέρα του Ηφαιστίωνα και στα παιδιά του. Πέραν τούτου, η Αμφίπολη είναι το λιμάνι από όπου ξεκίνησε ο Μακεδονικός στόλος. Ο Ηφαιστίωνας ήταν, μεταξύ άλλων, ο ναυπηγός του Αλέξανδρου και ο διάδοχος του θρόνου, καθώς τον είχε χρίσει και κληρονόμο της αυτοκρατορίας σε περίπτωση θανάτου του».

Συστηματική υποβάθμιση

Όπως μας λέει ο κ. Μαυρογιάννης, κατά τη διάρκεια της Ιστορίας, αλλά μέχρι και σήμερα, υπήρξε μια συστηματική προσπάθεια να υποβαθμιστεί, μέχρι και να ξεχαστεί η παρουσία, ο ρόλος αλλά και η αξία του Ηφαιστίωνα. «Η πάγια πεποίθησή μου, ότι απέναντι στο πρόσωπό του υπήρξε ένα “damnatio memoriae”, δηλαδή η αποσιώπηση της αξίας του, έως και το πού θάφτηκε. Οι υπόλοιποι Μακεδόνες στρατιωτικοί δεν τον ήθελαν, δεν τους άρεσε που ο Αλέξανδρος τον είχε επιλέξει. Ήθελαν να υποβαθμίσουν την αξία του. Είναι κάτι που συμπέρανα, κάνοντας προσεκτική αντιπαραβολή των αρχαίων πηγών», συμπληρώνει. «Κανείς στις ιστορικές πηγές δεν αναφέρει πού ακριβώς θάφτηκε ο Ηφαιστίωνας, πράγμα που αποδίδεται στην τεράστια προκατάληψη, προϊόν ζήλιας, που υπήρχε εκείνη την εποχή, η οποία επηρέασε τη βιβλιογραφία. Γι’ αυτό δεν μπόρεσε να εντοπιστεί νωρίτερα ο τάφος», υπογραμμίζει.

Το χρονικό της ανασκαφής

Οι ανασκαφές στον λόφο Καστά είχαν ξεκινήσει από το 1964, όταν ο αρχαιολόγος Δημήτρης Λαζαρίδης ξεκίνησε τις ανασκαφές, οι οποίες σταμάτησαν το 1973. Η Κατερίνα Περιστέρη έπιασε ξανά το νήμα της ανασκαφής το 2009. Τελικά το 2011 τα κατάφερε, ενώ μέχρι το 2013 το ενδιαφέρον της πολιτείας απέναντι στο μνημείο ήταν ανύπαρκτο. Από την πρώτη στιγμή που ήρθε στο φως η είσοδος του τάφου, στις 6 Αυγούστου 2014, την οποία «φρουρούν» οι δύο ακέφαλες, όπως βρέθηκαν, Σφίγγες, η αίσθηση ότι επρόκειτο για ένα μνημείο τεράστιας σημασίας είχε σχεδόν δικαιωθεί. Χωρίς να είναι ακόμα σε θέση να καταλάβει το μέγεθος της σημασίας, η κ. Περιστέρη ανακοινώνει ότι το μνημείο είναι αφιερωμένο σε κάποια σπουδαία προσωπικότητα, προσελκύοντας τα βλέμματα τόσο της παγκόσμιας κοινότητας και των ΜΜΕ, όσο και της πολιτικής ηγεσίας. Η ονοματολογία και η παραφιλολογία ξεκινούν.

Στις 25 Αυγούστου, αποκαλύπτεται σχεδόν ολόκληρη η πρόσοψη του ταφικού μνημείου, καθώς αφαιρέθηκαν οι λίθοι του τοίχου σφράγισης. Η Κατερίνα Περιστέρη χρονολογεί το μνημείο στο τελευταίο τέταρτο του 4ου αιώνα π.Χ, βάσει της αρχιτεκτονικής. Στις 6 Σεπτεμβρίου, έρχονται στο φως οι δύο μαρμάρινες Καρυάτιδες, η αρχαΐζουσα κοπή των οποίων χρονολογείται κοντά στο 320 π.Χ., με τον διεθνή Τύπο να στρέφει το βλέμμα του όλο και περισσότερο στην Ελλάδα. Στις 2 Οκτωβρίου, εξάγεται ασφαλές το συμπέρασμα ότι πρόκειται όντως περί τάφου, καθώς εντοπίζονται θραύσματα μαρμάρινης πόρτας, της τυπικής μορφής των μακεδονικών τάφων.

Στις 12 Οκτωβρίου, αποκαλύπτεται το βοτσαλωτό ψηφιδωτό, στο οποίο απεικονίζεται ο μύθος της αρπαγής της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα, με την παρουσία του θεού Ερμή ως ψυχοπομπού, ενώ τέσσερεις ημέρες αργότερα η παράσταση συμπληρώνεται με τη μορφή κοκκινομαλλούσας Περσεφόνης, η οποία «έδεσε» το μυθολογικό θέμα της παράστασης. Στις 20 Οκτωβρίου, εντοπίζεται το κεφάλι της μιας εκ των δύο Σφιγγών, ενώ στις 29 Οκτωβρίου η ανασκαφή βρίσκεται μπροστά σε τοίχο και στις 31 Οκτωβρίου ανακαλύπτεται τεχνητό όρυγμα, επιχωμένο με ιλυώδη άμμο. Στις 12 Νοεμβρίου, η ομάδα ανασκαφής έφερε στο φως μεγάλο τάφο με φέρετρο, εντός του οποίου εντοπίστηκε, αν και διασκορπισμένος λόγω τυμβωρυχίας, ο σκελετός του νεκρού. Συγκεκριμένα, αποκαλύφθηκε μεγάλος κιβωτιόσχημος τάφος με διάσπαρτα, σιδερένια και χάλκινα καρφιά, καθώς και οστέινα και γυάλινα διακοσμητικά στοιχεία φερέτρου, μέσα και έξω από τον οποίο εντοπίσθηκαν οστά.

Εταίρος και όχι ερωμένος

Ερωτηθείς επί του θέματος, ο κ. Μαυρογιάννης διευκρινίζει ότι η παραφιλολογία που έχει επικρατήσει σχετικά με δήθεν ερωτικές σχέσεις ανάμεσα στον Αλέξανδρο και τον Ηφαιστίωνα είναι αναληθής. Ο Ηφαιστίωνας αναφέρεται ως «εταίρος» του Αλέξανδρου, κι όχι ως «ερωμένος». Όπως περιγράφεται εκτενώς στα «Ηθικά Νικομάχεια» του Αριστοτέλη, «εταίρος είναι ο καλύτερος φίλος, σχεδόν ο ίδιός σου ο εαυτός». Πρόκειται για μια σχέση πίστης κι εμπιστοσύνης και απέχει παρασάγγας από τον ερωμένο.

«Δεν έχει καμία σχέση ο εταίρος με τον ερωμένο. Υπάρχουν τέσσερα κεφάλαια στα "Ηθικά Νικομάχεια", όπου περιγράφεται η εταιρική σχέση, ενώ σε άλλα, ξεχωριστά περιγράφεται η ερωτική σχέση. Είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Ο Αλέξανδρος εξάλλου συζούσε με τη Θαΐδα, όπως λέει ο Αθήναιος στους "Δειπνοσοφιστές". Και βεβαίως ήταν Θαΐδα εκείνη η οποία τον προέτρεψε να πυρπολήσει την Περσέπολη για να εκδικηθεί για την πυρπόληση της Ακρόπολης των Αθηνών από τον Ξέρξη, πράγμα που αποδεικνύει την επιρροή της επάνω του», διευκρινίζει ο κ. Μαυρογιάννης.